Τρίτη, 16 Μαρτίου 2021 11:59

Έρευνα: Πώς ξεκίνησαν οι πιο μεταδοτικές μεταλλάξεις του κορονοϊού

Έρευνα: Πώς ξεκίνησαν οι πιο μεταδοτικές μεταλλάξεις του κορονοϊού


Στο σώμα ανθρώπων με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα φαίνεται πως εμφανίστηκαν για πρώτη φορά οι πιο μεταδοτικές μεταλλάξεις του κορονοϊού, σύμφωνα με νέα έρευνα.

Αυξάνονται οι ενδείξεις ότι οι διάφορες πιο μεταδοτικές μεταλλάξεις και παραλλαγές του κορονοϊού βρίσκουν εύφορο έδαφος για να εξελιχθούν και να εμφανισθούν στο σώμα ανθρώπων με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα όπως οι καρκινοπαθείς.

Ένας κορονοϊός συνήθως συσσωρεύει μεταλλάξεις με αργό αλλά σταθερό ρυθμό περίπου δύο το μήνα. Η μεγάλη πλειονότητα τους δεν έχει κάποια επίπτωση για τη μεταδοτικότητα του ιού και γι' αυτό περνάνε απαρατήρητες. Όμως δεν συμβαίνει πάντα αυτό. Για παράδειγμα, η βρετανική παραλλαγή Β.1.1.7 απέκτησε 23 μεταλλάξεις που δεν υπήρχαν στον αρχικό ιό που είχε ανιχνευθεί στην Κίνα και οι οποίες -αυτό είναι το σημαντικότερο- εμφανίστηκαν σχεδόν όλες μαζί.

Οι ειδικοί εκτιμούν, σύμφωνα με τους «New York Times», ότι υπάρχει μόνο μια καλή εξήγηση γι' αυτό: κάποια στιγμή ο κορονοϊός μόλυνε κάποιον άνθρωπο με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, κάτι που του επέτρεψε να προσαρμοστεί και να εξελιχθεί πολύ πιο γρήγορα από ό,τι συνήθως. «Αυτή φαίνεται να είναι η πιο πιθανή εξήγηση», δήλωσε ο καθηγητής κλινικής μικροβιολογίας και ιολογίας Ραβίντρα Γκούπτα του Πανεπιστημίου Κέιμπριτζ.

Στο μέτρο που αυτό πράγματι ισχύει, καθιστά προτεραιότητα τον εμβολιασμό των ανθρώπων με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, σύμφωνα με τον ιολόγο-λοιμωξιολόγο δρα Άνταμ Λόρινγκ του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, κάτι που πράγματι εφαρμόζουν αρκετές χώρες. Όσο πιο γρήγορα και καθολικά εμβολιαστούν αυτοί οι άνθρωποι, τόσο μειώνεται ο κίνδυνος το σώμα τους να μετατραπεί σε «θερμοκοιτίδα» νέων μεταλλάξεων του κορονοϊού, στην περίπτωση που μολυνθούν από αυτόν.

Όμως, σύμφωνα με τον Λόρινγκ, λόγω της πιθανής μειωμένης ανοσιακής αντίδρασης του οργανισμού τους, το εμβόλιο ίσως να μην «δουλέψει» το ίδιο καλά σε αυτούς, γι' αυτό πιθανώς στο μέλλον θα χρειασθούν επιπρόσθετα και θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα κατά του κορονοϊού.

Στους περισσότερους ανθρώπους που μολύνονται από τον κορονοϊό, η ενεργή λοίμωξη διαρκεί περίπου μία εβδομάδα, χρονικό διάστημα που δεν είναι αρκετό για να αποκτήσει ο ιός πάνω από μία το πολύ μετάλλαξη μέσα στο σώμα του ασθενούς. Γι' αυτό είναι υπερβολικά σπάνιο να εμφανιστούν στους περισσότερους ανθρώπους μεταλλάξεις που καθιστούν τον κορονοϊό πιο μεταδοτικό. Όμως σε έναν άνθρωπο με αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα, η διαδικασία μεταλλάξεων είναι πιο εύκολη, καθώς ο ιός μπορεί να παραμείνει στο σώμα τους για πολλούς μήνες, έχοντας έτσι επαρκή χρόνο για απανωτές μεταλλάξεις.

Αν μια σημαντική μετάλλαξη μεταδοθεί από το ανοσοκατεσταλμένο άτομο σε κάποιον άλλο, μετά μπορεί να εξαπλωθεί γρήγορα σαν πυρκαγιά, όπως φάνηκε να συμβαίνει με τη βρετανική παραλλαγή του κορονοϊού και ίσως επίσης με τη νοτιοαφρικανική και τη βραζιλιάνικη. «Είναι αρκετά πιθανή η υπόθεση ότι αυτές (οι παραλλαγές) έχουν προέλθει από ανθρώπους με μόνιμη λοίμωξη», δήλωσε η εξελικτική βιολόγος Κατρίνα Λιθγκόου του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.

Ο κατάλογος των παθήσεων που προκαλούν προβλήματα ή εξασθένηση στο ανοσοποιητικό σύστημα, είναι μακρύς (από το διαβήτη και τη ρευματοειδή αρθρίτιδα μέχρι τη λευχαιμία και το λέμφωμα) και οι ειδικοί διαφωνούν για το ποιες από αυτές μπορεί να ευνοήσουν την εμφάνιση νέων μεταλλάξεων του κορονοϊού. Μερικοί υποστηρίζουν ότι ο κατάλογος πρέπει να συμπεριλάβει όλους τους ηλικιωμένους, καθώς επίσης όσους παίρνουν φάρμακα που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό σύστημα και οποιονδήποτε δεν παράγει επαρκή αντισώματα.

Ορισμένοι επιστήμονες όπως ο Λόρινγκ ανησυχούν περισσότερο για τους ανθρώπους με καρκίνους του αίματος, αλλά όχι π.χ. για όσους παίρνουν φάρμακα κατά της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Σε κάθε περίπτωση, οι επιστήμονες τονίζουν την ανάγκη να μην στιγματίζονται ή ενοχοποιούνται οι άνθρωποι με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα και να δοθεί έμφαση στο πώς θα μειωθεί η έκθεση τους στον κορονοϊό.

ΑΠΕ