Παράλληλα, η τελική καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 6,9% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, από 35,5 δισ. ευρώ σε 38 δισ. ευρώ. Ωστόσο, το ποσοστό αποταμίευσης, που ορίζεται ως η ακαθάριστη αποταμίευση προς το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα, ήταν -8,1% το α’ τρίμηνο του 2024, σε σύγκριση με -2,2% το α’ τρίμηνο του 2023.
Σύμφωνα επίσης με τους τριμηνιαίους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών τομέων από την ΕΛΣΤΑΤ, οι ιδιωτικές επενδύσεις (ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου) των μη χρηματοοικονομικών εταιρειών ανήλθαν στο ποσό των 4 δισ. ευρώ. Το ποσοστό των επενδύσεων που ορίζεται ως οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου προς την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, ήταν 22,9% σε σύγκριση με 21,2% το α’ τρίμηνο του 2023.
Το α’ τρίμηνο εφέτος καταγράφηκε έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών ύψους 6,93 δισ. ευρώ, έναντι ελλείμματος 6,46 δισ. ευρώ που είχε καταγραφεί το α’ τρίμηνο του 2023 (οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 0,56 δισ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 1,03 δισ. ευρώ.
Ο τομέας της Γενικής Κυβέρνησης παρουσίασε καθαρή λήψη δανείων 2,6 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με το α’ τρίμηνο του 2023 που η καθαρή λήψη ήταν 5 δισ. ευρώ.
Επιπρόσθετα, καταγράφηκε πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο πρωτογενών εισοδημάτων, τρεχουσών και κεφαλαιακών μεταβιβάσεων 3,06 δισ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 0,78 δισ. ευρώ που είχε καταγραφεί το αντίστοιχο τρίμηνο του 2023.
Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, η συνολική οικονομία παρουσίασε καθαρή λήψη δανείων 3,87 δισ. ευρώ, ενώ το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο η καθαρή λήψη δανείων ανέρχονταν σε 5,68 δισ. ευρώ.
ΑΠΕ-ΜΠΕ