Πέμπτη, 23 Ιανουαρίου 2025 12:30

Η Ελίζα Σουφλή για τη συλλογή διηγημάτων της “Συναντήσεις”

Η Ελίζα Σουφλή για τη συλλογή διηγημάτων της “Συναντήσεις”

 

"Η καθημερινότητα είναι γεμάτη συναντήσεις, αρκεί να δίνουμε χρόνο κι αυτές θα μας αποκαλύπτονται".

Η συλλογή διηγημάτων «Συναντήσεις», της Ελίζας Σουφλή, φωτίζει ήρωες και ηρωίδες που έχουν έναν κοινό πόθο, μία κοινή ανάγκη: να συνδεθούν, να επικοινωνήσουμε και να συναντηθούν μέσα από τις λέξεις. Και με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, τα καταφέρνουν. Μία ανάγκη που ενώνει όλα τα πρόσωπα που εμπλέκονται σε αυτές τις σελίδες: συγγραφέα, ήρωες και αναγνώστες. Κάθε ιστορία τιμά τις συναντήσεις που υπήρξαν καθοριστικές, απαραίτητες για τη ροή της ζωής, ακόμη κι αν δε γίνεται κατανοητή η σημασία τους τη στιγμή που συμβαίνουν. Κάποιες φορές βρισκόμαστε απέναντι στον Άλλον, κάποιες βρισκόμαστε απέναντι στο κενό, κάποιες απέναντι σε έναν ξένο, κάποιες απέναντι σε έναν ραγισμένο καθρέφτη. Όμως κάθε φορά, κάθε στιγμή, κάθε σύνδεση, είναι εξίσου σημαντική, είναι μία ακόμα συνάντηση που θα καθορίσει το «μετά».

Από το περιοδικό Λόγου και Τέχνης "ΠΕΡΙ ΟΥ"

Ποια ήταν η έμπνευσή σας πίσω από το βιβλίο "Συναντήσεις"; Ποιες κοινές ανάγκες ενώνουν τους ήρωες στις ιστορίες σας;

Όπως θα παρατηρήσει ο/η αναγνώστης/τρια από την πρώτη κιόλας ιστορία της συλλογής αυτής, συναντιόμαστε σε συγκεκριμένες πόλεις, σε συγκεκριμένα σημεία. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι η έμπνευση για τις συγκεκριμένες συναντήσεις ήταν ακριβώς αυτό: ο τόπος. Διαφορετικά μέρη εμπνέουν διαφορετικές ιστορίες. Πρόσωπα γεννιούνται και οι λέξεις κυριεύουν το χαρτί (ή τη λευκή σελίδα του υπολογιστή για την ακρίβεια).
Η ανάγκη, μάλλον, είναι κοινή σε όλες τις ιστορίες, σε όλους τους ήρωες και τις ηρωίδες μου, κι αυτή είναι δεν είναι άλλη από την επικοινωνία, τη σύνδεση. Κάποιοι/ες νοσταλγούν μια χαμένη επικοινωνία, άλλοι λαχταρούν μία νέα. Όλοι, όμως, και όλες πασχίζουν να διεκδικήσουν αυτήν τη σύνδεση με τον «Άλλον», που κάποιες φορές είναι ο ίδιος τους ο εαυτός.

Ο τίτλος Συναντήσεις παραπέμπει σε μια σειρά από προσωπικές ή αόρατες συνδέσεις. Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι πιο σημαντικές «συναντήσεις» στην καθημερινή μας ζωή, οι οποίες συχνά παραβλέπονται;

Τις περισσότερες φορές μιλάμε κυριολεκτικά για μία συνάντηση, αναφερόμαστε σε δύο ή περισσότερους ανθρώπους που βρέθηκαν σε ένα συγκεκριμένο σημείο της γης ταυτόχρονα, την ίδια (μαγική) στιγμή. Τι συγχρονισμός! (είτε ηθελημένα είτε όχι) Κάποιες άλλες φορές πάλι, το μυαλό ταξιδεύει, η νοσταλγία νικά (ή η ονειροπόληση) και, ενώ βρισκόμαστε στο μικρό μας διαμέρισμα στην Αθήνα, ταξιδεύουμε σε ένα πανέμορφο νησί του Αιγαίου με αφορμή ένα παλιό εισιτήριο πλοίου που βρήκαμε σε εκείνο το παλιό τζιν μπουφάν που φορούσαμε εκείνο το πρωινό σε εκείνο το κατάστρωμα εκείνο το καλοκαίρι…
Θα μιλήσω για μένα προσωπικά, στην καθημερινότητα αυτό που διεκδικώ τα τελευταία χρόνια είναι να είμαι παρούσα, να βιώνω τις συναντήσεις, όταν πραγματικά συμβαίνουν, να ρουφώ τις στιγμές. Μιλώντας για στιγμές, λοιπόν, και συναντήσεις της καθημερινότητας δεν αναφέρομαι απαραίτητα σε διαπροσωπικές σχέσεις. Για παράδειγμα, σήμερα πήγα το πρωί στη λαϊκή αγορά της γειτονιάς. Παρατήρησα ότι τα πορτοκάλια είχαν ένα υπέροχο, βαθύ πορτοκαλί χρώμα. Το ίδιο και τα μανταρίνια! Ενώ τα διάλεγα ένα-ένα, θυμήθηκα, και πάλι, τη γιαγιά μου που έχωνε στις τσέπες της μανταρινόφλουδες μαζί με σκόρπια γαρύφαλλα… Είχαν αλλάξει χρώμα τα αγαπημένα μου φρούτα; Δε νομίζω. Όμως, σήμερα, απ’ όλες τις φορές που έχω επισκεφθεί τη λαϊκή αγορά, έδωσα χώρο σε αυτήν τη συνάντηση. Έστρεψα την προσοχή μου σε μία, κατά τα συνηθισμένα, μηχανική βόλτα και δεν το μετάνιωσα. Θα μπορούσα να ζωγραφίσω με αυτό το τόσο όμορφο πορτοκαλί χρώμα! Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η καθημερινότητα είναι γεμάτη συναντήσεις, αρκεί να δίνουμε χρόνο κι αυτές θα μας αποκαλύπτονται.

Οι χαρακτήρες του βιβλίου σας συχνά αλληλεπιδρούν με «άλλους», που μπορεί να είναι πραγματικοί ή φανταστικοί. Ποιο πιστεύετε ότι είναι το νόημα του «Άλλου» στη ζωή μας και πώς επηρεάζει τη διαδικασία της προσωπικής μας ανακάλυψης ή τη συνάντηση με τον εαυτό μας;

Αχ αγαπητή μου Κωνσταντίνα, τι θα ήμασταν αλήθεια χωρίς τον «Άλλον»! Ο άνθρωπος είναι μιμητικό όν, δεν θα μπορούσαμε να μάθουμε, να εξελιχθούμε, να απολαύσουμε (!) χωρίς τους άλλους – και πόσω δε μάλλον τον Άλλον. Αν και, ειδικά τα τελευταία χρόνια, ανακαλύπτω πως είμαι ένας αρκετά μοναχικός άνθρωπος (διεκδικώ στιγμές μοναχικότητας αρκετά συχνά και πλέον απολαμβάνω πραγματικά τη δική μου παρέα), δε θα μπορούσα να σκεφτώ τον εαυτό μου χωρίς τον Άλλον. Η συντροφιά είναι μεγάλη ευεργεσία. Σε μία εποχή που πάσχει από έλλειψη συντροφικότητας, το να μπορείς να συντροφεύεις έναν άνθρωπο και να συντροφεύεσαι από αυτόν είναι κάπως… σαν να κλέβεις τον χρόνο. Η σημαντική προϋπόθεση είναι πάντα να είσαι διαθέσιμος να εξελιχθείς, να αλλάξεις, να μεταλλαχθείς σε κάτι ανώτερο από αυτό που ήσουν πριν. Αυτό, πιστεύω, είναι ένα χάρισμα των σχέσεων (όλων ανεξαιρέτως), μας δίνουν αυτήν την δυνατότητα. Ωστόσο, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι έτοιμοι για κάτι τέτοιο. Σε κάποιους παίρνει περισσότερο χρόνο, ενώ κάποιοι ίσως δεν τα καταφέρνουν και ποτέ.
Μιλώ, φυσικά, εδώ κυρίως για τις ερωτικές σχέσεις. Θεωρώ δεδομένο ότι ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον, ενώ, συγκεκριμένα οι φιλικές σχέσεις είναι κατά τη γνώμη μου η μεγαλύτερη ευλογία. Σκέψου πόσο ευλογημένος είναι κάποιος που καταφέρνει να δημιουργήσει τη δική του οικογένεια με συγγενείς που έχει ο ίδιος επιλέξει!

Τα σκίτσα εμφανίζονται σε πολλές από τις ιστορίες σας. Πώς προέκυψε η απόφαση να ενσωματωθούν στο βιβλίο σας;

Οι ιστορίες των Συναντήσεων γράφτηκαν σε μία πάροδο κάποιων χρόνων. Σε αυτήν την περίοδο τύχαινε να εμπνευστώ από κάποια εικόνα που έβλεπα στον δρόμο ή στο διαδίκτυο ή από κάποια σκηνή που ξεκινούσε να εκτυλίσσεται νοητά μπροστά μου και έπρεπε πάση θυσία να την καταγράψω. Κάποιες φορές έπαιρνα τον χρόνο και εκτός από τις λέξεις χρησιμοποιούσα και πενάκι και χαρτί. Έτσι γεννήθηκε μία σειρά σκίτσων, μερικά από τα οποία αποφάσισα να συμπεριλάβω και στο βιβλίο. Ουσιαστικά ήταν μέρος των ιστοριών και θεώρησα πως θα ήταν κάπως άδικο να το «αποκρύψω» από τους/τις αναγνώστες/τριές μου.

Πιστεύετε ότι η σύγχρονη ψηφιακή εποχή έχει επηρεάσει τη δυνατότητα ουσιαστικής επικοινωνίας, τόσο στην πραγματική ζωή όσο και στη συγγραφή;

Ας ξεκινήσω λέγοντας ότι είμαι πολύ φαν της ψηφιακής εποχής. Νιώθω πολύ τυχερή που βίωσα τη μετάβαση σε αυτήν την τόσο έντονη αλλαγή. Θυμάμαι το «πριν» βιώνω το «μετά». Οι δυνατότητες που μας δίνονται όσον αφορά την επικοινωνία, την ανάγνωση, ακόμα και τη συγγραφή είναι τεράστιες και εύκολα αξιοποιήσιμες πλέον από τον/την καθένα/καθεμία. Ωστόσο, η σημερινή εποχή είναι επίσης πολύ θορυβώδης. Με δυσκολεύει αρκετά, προσωπικά, αυτή η μόλυνση πληροφορίας που βιώνουμε. Ακόμη και το εύρος των δυνατοτήτων επικοινωνίας, ομολογώ, ότι πολλές φορές μου δημιουργεί σύγχυση (έχουμε τόσα δεκάδες κανάλια επικοινωνίας διαθέσιμα που μπορούμε να επικοινωνούμε με τους ίδιους ανθρώπους, πόσο όμως πραγματικά επικοινωνούμε μαζί τους;)
Αρκετές φορές πιάνω τον εαυτό μου να νοσταλγεί την απλότητα στην επαφή. Σε έναν βαθμό, νιώθω, η ψηφιακή επικοινωνία κλέβει ένα μέρος των άμεσων επαφών. Αυτό με θλίβει αρκετά.


Ποιο είναι το προσωπικό σας μήνυμα για τους αναγνώστες του βιβλίου σας σχετικά με τις «Συναντήσεις» και τη σημασία τους στην καθημερινή ζωή;

Μάλλον θα έλεγα αυτό που ανέφερα και παραπάνω, να είναι παρόντες και παρούσες στις συναντήσεις όταν αυτές συμβαίνουν. Είναι εύκολο να νοσταλγούμε αναπολώντας τα περασμένα. Αργά ή γρήγορα θα συμβεί, είναι αυτή η μοίρα των στιγμών: να γίνονται αναμνήσεις. Το ζήτημα είναι πριν έρθει αυτό, πόσο βιωματικά ήταν τα συμβάντα που πέρασαν και τι μας άφησαν;

Πώς εξελίχθηκε η συγγραφική σας πορεία; Ποιες ήταν οι πρώτες σας ανησυχίες ως συγγραφέας και πώς έχουν αλλάξει με την πάροδο του χρόνου;

Όταν έκανα τη μετακόμιση στο σπίτι που μένω τώρα, μεταξύ άλλων, βρήκα μία κούτα με τα πρώτα μου ημερολόγια, τετράδια, σημειώσεις. Ξεκίνησα να καταγράφω στιγμές στο γυμνάσιο. Έπιασα να διαβάζω, λοιπόν, αποσπασματικά κάποια, από περιέργεια κυρίως, να ξαναθυμηθώ εκείνο το κορίτσι του γυμνασίου που γυρνούσε στο Πασαλιμάνι. Αυτό που βρήκα ενδιαφέρον ήταν ότι ακόμα και τότε προσπαθούσα με κάποιον τρόπο να δώσω στη γραφή μου μία συγγραφική χροιά. Τα επίθετα που χρησιμοποιούσα, οι περιγραφές, τα λογοπαίγνια, ήταν σίγουρα πιο παιδικά, αλλά με οδηγούσαν, νομίζω, προς αυτήν την κατεύθυνση, τη συγγραφική. Θα έλεγα, συνεπώς, ότι όλα ξεκίνησαν τότε και με τα χρόνια αγάπησα τόσο πολύ τις λέξεις που, μοιραία, επιβιβάστηκα σε αυτό το ταξίδι μαζί τους.

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζετε κατά τη διάρκεια της συγγραφικής σας διαδικασίας και πώς την ξεπερνάτε;

Για μένα, μάλλον, η δυσκολία είναι όταν κλείνω ένα έργο μου. Εκείνη η στιγμή που καλούμαι να κάνω την αυτοκριτική για αυτό που έχω γεννήσει: Είναι ολοκληρωμένο; Είναι αρκετά καλό; Και τι σημαίνει, τελικά, το «αρκετά καλό»; Θα αρέσει; Θα πουλήσει; Η γραφή μου είναι αρκετά βιωματική, οπότε, τις περισσότερες φορές τρέχει παράλληλα με τη ζωή μου. Δεν το πολυσκέφτομαι, δηλαδή, όταν γράφω. Το ζήτημα ανακύπτει όταν ό,τι είναι να γεννηθεί από μένα έχει γεννηθεί και πρέπει να φροντίσω να το παρουσιάσω στον κόσμο.
Θυμάμαι συχνά τη φράση που μου έλεγε η μητέρα μου: «Η κουκουβάγια το παιδί της το βλέπει το ομορφότερο.» Δεν μπορώ να πω ότι με τα δικά μου «παιδιά» ισχύει αυτό. Όχι ακόμη τουλάχιστον. Αυτό που με βοηθάει να το ξεπεράσω είναι η επαφή μου με τους/τις αναγνώστες/τριες. Είναι ευεργετικό να μιλώ μαζί τους για το έργο μου. Ίσως πρέπει να αποδεχθώ ότι αυτός είναι τελικά και ο λόγος για τον οποίον γράφω: η Σύνδεση.

Ποιες είναι οι επόμενες συγγραφικές σας ιδέες; Έχετε κάτι νέο στα σκαριά;

Βρίσκεται υπό έκδοση η δεύτερη ποιητική συλλογή μου «Λέξεις στη σειρά», που πολύ σύντομα θα μπορείτε να βρείτε στις Εκδόσεις Λιμάνι και θα συμπεριλαμβάνει το πιο αγαπημένο μου ποίημα μέχρι σήμερα με τον τίτλο «Μαμά».