«Τρία ή περισσότερα συμπτώματα» παρουσιάζει το ένα τέταρτο από αυτούς και 2% «χρειάστηκε να νοσηλευθούν και πάλι», συμπεραίνουν οι εργασίες αυτές του Inserm, που πραγματοποιήθηκαν σε μια ομάδα 1.137 ασθενών που δημιουργήθηκε για να παρακολουθηθούν οι ασθενείς της Covid μετά τη νοσηλεία τους.
«Μια σημαντική αίσθηση κόπωσης, αναπνευστικές ενοχλήσεις και πόνοι στους μυς και τις αρθρώσεις περιλαμβάνονται μεταξύ των επίμονων κλινικών συμπτωμάτων που αναφέρονται συχνότερα» στους τρεις και στους έξι μήνες μετά τη νοσηλεία για Covid-19.
Οι ερευνητές παρατήρησαν «μια σχέση ανάμεσα στην αρχική σοβαρότητα της νόσου και την μακροπρόθεσμη επιμονή των συμπτωμάτων». Στην πραγματικότητα η επιμονή τουλάχιστον τριών συμπτωμάτων έξι μήνες μετά τη μόλυνση «είναι πιο συχνή σ’ εκείνους στους οποίους η ασθένεια Covid-19 απαίτησε παραμονή σε μονάδα εντατικής θεραπείας, σε σχέση με αυτούς που νοσηλεύθηκαν σε θάλαμο και με τους ασθενείς που είχαν τα περισσότερα συμπτώματα την ημέρα της διακομιδής τους στο νοσοκομείο.
Η μελέτη, όπως μεταδίδει το Γαλλικό Πρακτορείο και αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, έδειξε επίσης ότι, «μολονότι οι άνδρες κινδυνεύουν περισσότερο να νοσήσουν σοβαρά, οι γυναίκες φαίνεται ότι κινδυνεύουν περισσότερο να εμφανίσουν επίμονα συμπτώματα αργότερα».
Η μελέτη υπογραμμίζει τέλος ότι αυτές οι μορφές μακράς Covid έχουν μερικές φορές ευρύτερες συνέπειες σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Έτσι, μεταξύ των ασθενών που ανέφεραν συμπτώματα έπειτα από έξι μήνες και ασκούσαν μια επαγγελματική δραστηριότητα όταν μολύνθηκαν, το ένα τρίτο δεν επέστρεψε στην εργασία του.
Τα επίμονα συμπτώματα έπειτα από μόλυνση από τον SARS-CoV-2 εμφανίζονται σε μια περίπτωση συμπτωματικής Covid στις δέκα, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, περιλαμβανομένων αυτών που δεν νοσηλεύθηκαν και εμφάνισαν μια ελαφρά ή μέτρια μορφή της νόσου.