Σάββατο, 09 Ιουλίου 2016 17:02

Υπέρ της αποκεντρωμένης διαχείρισης απορριμμάτων στην Οιχαλία

Υπέρ της αποκεντρωμένης διαχείρισης απορριμμάτων στην Οιχαλία

Υπέρ της αποκεντρωμένης διαχείρισης των απορριμμάτων του ΠΕΣΔΑ, που θα συζητηθεί την ερχόμενη Δευτέρα στον ΦοΔΣΑ Πελοποννήσου, τάσσεται η Συντονιστική Επιτροπή Συλλόγων Χωριών Δήμου Οιχαλίας.

Σε κείμενο που κατέθεσε στο Δημοτικό Συμβούλιο και το δήμαρχο Οιχαλίας, παρουσιάζει τις θέσεις και τις απόψεις της για τον ΠΕΣΔΑ, καθώς το αίτημά της για έκτακτη σύγκληση του Δ.Σ. για το θέμα του ΠΕΣΔΑ, ενόψει της συνεδρίασης του ΦοΔΣΑ, δεν ικανοποιήθηκε ούτε καν απαντήθηκε.

Η Συντονιστική Επιτροπή τονίζει ότι στη μελέτη του ΠΕΣΔΑ «Αναφέρεται εσφαλμένα ότι η Περιφέρεια έχει υπογράψει σύμβαση με τη ΤΕΡΝΑ. Αυτό δείχνει όχι μόνο την προχειρότητα εκπόνησης του ΠΕΣΔΑ, καθώς τα σενάρια αυτά είναι το σημαντικότερο κεφάλαιο, αλλά και μία προειλημμένη απόφαση ότι η σύμβαση υφίσταται όπως έχει (εγγυημένη 150.00 τόνων κι όχι 100.000 τόνων). Ο μελετητής δεν έχει βασικές γνώσεις της κατάστασης. Το σενάριο επί της ουσίας δεν υφίσταται».

Για το σενάριο της αποκεντρωμένης διαχείρισης που υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, σημειώνει:

«Για την κοστολόγηση του σεναρίου, ο μελετητής υποθέτει ότι κάθε τοπικό σχέδιο διαχείρισης θα είναι ένα μικρό εργοστάσιο μηχανικής διαλογής σύμμεικτων απορριμμάτων, όπως το ΣΔΙΤ που προτείνει η Περιφέρεια. Και για αυτό το κόστος επεξεργασίας ανά τόνο σύμφωνα με τα στοιχεία που επικαλείται, κυμαίνεται από 82,5 έως 102,5 ευρώ/τόνο. Στην ίδια πηγή όμως, αναφέρεται ότι ένα εργοστάσιο ανακύκλωσης προδιαλεγμένου υλικού από σύστημα 4 κάδων κοστίζει μεσοσταθμικά 8 ευρώ/τόνο, 50 ευρώ/τόνο η αναερόβια χώνευση και 25 ευρώ/τόνο ή διάθεση υπολοίπου. Ολοι οι δήμοι έχουν εκδηλώσει πρόθεση για διαλογή στην πηγή στα τοπικά τους σχέδια, με ξεχωριστούς κάδους και ευαισθητοποίηση των πολιτών. Η κοστολόγηση λοιπόν των τοπικών σχεδίων πρέπει να γίνεται με βάση αυτό το σχεδιασμό κι όχι με εργοστάσια μηχανικής διαλογής, όπως επικαλείται ο μελετητής. Με 45% βιοδιασπώμενο και ένα υπόλειμμα 10%, το κόστος διαχείρισης των δήμων ανέρχεται σε 28,6 ευρώ/τόνο».

Συγκρίνοντας, μάλιστα, το οικονομικό κόστος και το χρόνο υλοποίησης της ΣΔΙΤ και της αποκεντρωμένης διαχείρισης, διαφωνεί με τη μελέτη του ΠΕΣΔΑ και παρατηρεί: «Ενώ στο σενάριο κοστολογούνται οι τοπικές μονάδες ως δημόσια δαπάνη, δεν αναφέρεται το αυτονόητο, ότι δηλαδή η δημόσια διαχείριση των απορριμμάτων φέρνει έσοδα στους δήμους και η αρχική δαπάνη θα αποσβεστεί σε βάθος χρόνου. Αν ισχύσει το σενάριο ΙΑ (της ΣΔΙΤ), το Δημόσιο θα δαπανήσει 83.200.000 ευρώ για να κατασκευαστεί το εργοστάσιο και, σε βάθος 28 ετών, θα πληρώσει στον ιδιώτη άλλα 350.000.000 ευρώ για τη διαχείριση των απορριμμάτων του, χωρίς να υπολογίζουμε το κόστος μεταφοράς! 

Στο σενάριο των τοπικών σχεδίων, η αρχική δαπάνη είναι 134.500.000 ευρώ, αλλά το κόστος λειτουργίας με διαλογή στην πηγή είναι μεσοσταθμικά για 28 χρόνια 160.160.000 ευρώ. Αρα οι δήμοι κερδίζουν συνολικά σε βάθος 28 ετών, 138.540.000 ευρώ συνολικά!

Η επισήμανση ότι τα έργα τοπικής διαχείρισης δεν είναι ώριμα και θα πρέπει να παρέλθει περίοδος 4,5 ετών τουλάχιστον για την κατασκευή τους, ισχύει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και για τα επιπλέον ΣΜΑ τα οποία καθιστούν τα σενάρια ΙΑ και ΙΒ (ΣΔΙΤ με τοπικές κομποστοποιήσεις) οικονομικά βιώσιμα. Η κατασκευή των επιπλέον ΣΜΑ δεν έχει καν καταλήξει ως πρόταση, δεν έχει ξεκαθαριστεί πώς και ποιος θα τα κατασκευάσει και ποιος θα τα συντηρεί, δεν έχουν χωροθετηθεί και άρα είναι αμφίβολο καν αν θα πραγματοποιηθούν. Χωρίς τα ΣΜΑ, το κόστος μεταφοράς -το οποίο δεν αναφέρεται στον ΠΕΣΔΑ- από απομακρυσμένους Δήμους προς τις κεντρικές μονάδες, θα είναι ασύμφορο. 

Για να μπορέσει, λοιπόν, το σενάριο ΙΑ και ΙΒ να συζητηθεί πρέπει να παρέλθουν 4,5 χρόνια, όσο δηλαδή θα χρειαστούν για να μελετηθούν και να κατασκευαστούν τα τοπικά σχέδια διαχείρισης τα οποία: α) Προσφέρουν δημόσια διαχείριση των απορριμμάτων και έσοδα στους δήμους. β) Είναι αποκεντρωμένες και μικρές μονάδες άρα πιο φιλικές στο περιβάλλον. γ) Δημιουργούν ανεξάρτητες δημοτικές δομές και ευαισθητοποιούν τον ντόπιο πληθυσμό στην καλύτερη διαχείριση των απορριμμάτων του, στα πλαίσια της διαλογής στην πηγή και της καλύτερης ποιότητας ανακυκλωμένων προϊόντων».