Αναλυτικά η επιστολή εξηγεί:
«Το Τμήμα Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ Μεσσηνίας πήρε την πρωτοβουλία και κάλεσε τον υφυπουργό Παιδείας και συνάδελφο Δημήτρη Μπαξεβανάκη στην Καλαμάτα στις 17 Μαρτίου. Με αφορμή την εκδήλωση - συζήτηση "Αλλαγές στην Παιδεία", έγιναν συναντήσεις με τις διοικήσεις του ΤΕΙ και του Πανεπιστημίου, επισκέψεις σε ΕΠΑΛ, συναντήσεις με το δήμαρχο Καλαμάτας και την αντιπεριφερειάρχη Μεσσηνίας. Ανάμεσα στις συναντήσεις που κανονίστηκαν ήταν και η συνάντηση με τα Διοικητικά Συμβούλια των δασκάλων και των καθηγητών.
Συγκεκριμένα προσκλήσεις εστάλησαν ηλεκτρονικά από τις 6 Μαρτίου. Ομως κάποιες παρατάξεις θεώρησαν παραγωγικότερο να δημιουργήσουν τεχνητά επεισόδια και θέμα εκεί που δεν υπήρχε. Ετσι κάλεσαν σε διαμαρτυρία την ώρα που είχαν προσκληθεί για διάλογο. Ομως προηγήθηκε η παράταξη του ΠΑΜΕ, που προσπάθησε να σκηνοθετήσει, όσο το δυνατόν πιο τεταμένη ατμόσφαιρα, που θυμίζει άλλες εποχές. Ποιον ωφελεί το κλίμα έντασης, εκτός από τα στενά παραταξιακά συμφέροντα και σίγουρα όχι αυτά των εκπαιδευτικών; Των εκπαιδευτικών που τα 2 τελευταία χρόνια πήραν ανάσα, γιατί έφυγε η κινούμενη άμμος κάτω από τα πόδια τους. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν είχαν μόνο στοχοποιήσει τους εκπαιδευτικούς, αλλά είχαν προχωρήσει και σε αυθαίρετες απολύσεις. Καταδίκασαν την παιδεία με την έλλειψη πόρων. Φτωχοποίησαν την κοινωνία και τους εκπαιδευτικούς. Η νέα κυβέρνηση, παρά τις οικονομικές δυσκολίες που υπήρχαν και συνεχίζουν να υπάρχουν στη χώρα, έδωσε αύξηση κατά 257 εκ. στις δαπάνες για την παιδεία, ποσοστό 5% μεγαλύτερο από πέρυσι και 15% παραπάνω από όσο πρόβλεπε το μεσοπρόθεσμο (Σαμαρά - Βενιζέλου), καθώς και αυξήσεις στους πιο χαμηλόμισθους εκπαιδευτικούς. Επέστρεψαν στη θέση τους οι απολυμένοι.
Διευρύνθηκε η δημοκρατία στα σχολεία, με την ψήφο των εκπαιδευτικών στην επιλογή διοίκησης. Καταργήθηκε η επιστράτευση. Ανοιξε ένας μεγάλος δημοκρατικός διάλογος για τις αλλαγές που απαιτούνται. Τα σχολεία άνοιξαν χωρίς κενά και δημιουργήθηκαν 20% περισσότερα τμήματα ένταξης και 8% επιπλέον ειδικά σχολεία. Σίγουρα δεν είναι αρκετά και χρειάζεται ιεραρχώντας σωστά τις ανάγκες των σχολείων μας, να διεκδικούμε ως εκπαιδευτικοί την κάλυψή τους από την Πολιτεία. Παράλληλα δεν ξεχνάμε ότι πάρθηκαν μέτρα για την προστασία των πιο αδύναμων ανάμεσα στους συμπολίτες μας, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται και οι γονείς πολλών από τους μαθητές μας (κάλυψη ανασφάλιστων, κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης, κάρτα σίτισης, κ.ά.). Η παιδεία είναι ένας χώρος που πρέπει να αναπτύσσεται σωστή πολιτική αντιπαράθεση και σύνθεση και όχι μικροκομματικές αντιπαραθέσεις και ρηχότητα. Ο καθένας μας με τη διαφορετικότητά του, να ενισχύει το δημόσιο σχολείο, αντί να επιδιώκει στενά κομματικά οφέλη.
Εμείς θα συνεχίσουμε να παλεύουμε με όλες μας τις δυνάμεις για ό,τι καλύτερο για την εκπαίδευση, το κίνημά της και το μέλλον αυτού του τόπου. Γιατί ποιος μπορεί να διαφωνήσει ότι η συνάντηση με το υπουργείο, δεν είναι και άμεση αναγνώριση των προσπαθειών των εκπαιδευτικών που καταβάλλουν σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες;».