Στις 8 π.μ. όλοι οι ενδιαφερόμενοι προσήλθαν στον ΕΟΣ Καλαμάτας και αφού έγινε η καταγραφή ονομάτων, ξεκινήσαμε. Η μεταφορά έγινε από το όχημα του συλλόγου (βαν), όπου το κλίμα ευφορίας που επικρατούσε σε συνδυασμό με τον ήλιο που συνέχιζε την ανοδική του πορεία αφήνοντας πίσω κάτι λιγοστά σύννεφα, ήταν καλά σημάδια ξεκινήματος. Μετά από δύο στάσεις για επιβιβάσεις, πήραμε το δρόμο για το χωριό Αγριλος. Κάπου μετά τη Θουρία, το όχημα του ΕΟΣ πέρναγε μέσα από κάτι βουνοπλαγιές, όπου ο δρόμος είναι ίσως η μοναδική ανθρώπινη παρέμβαση στο φυσικό τοπίο. Οι βουνοπλαγιές εναλλάσσονταν στο βάθος μέχρι να φανεί η θάλασσα στον ανοιχτό ορίζοντα.
Ακόμη μία στροφή και η εμφάνιση του πρώτου σπιτιού σήμανε την άφιξή μας στον Αγριλο. Αποβίβαση στο παραδοσιακό ελαιοτριβείο, όπου χαρήκαμε τη θερμή υποδοχή των ντόπιων. Ολα ήταν έτοιμα για την παραγωγή του λαδιού. Παρακολουθήσαμε όλα τα στάδια της διαδικασίας (από την ελιά καρπό έως το ελαιόλαδο) και γευτήκαμε το αποτέλεσμά της, με συνοδεία τοπικών εδεσμάτων που είχαν ετοιμάσει οι άνθρωποι του Αγριλου. Μετά απ’ αυτήν την οπτική και γευστική εμπειρία, ξεκινήσαμε για το μονοπάτι, ώρα 10 π.μ. Παρ' όλη την έκπληξη και τη δυσπιστία των κατοίκων του χωριού για το αν καταφέρουμε να διαβούμε το μονοπάτι λόγω της φυσικής βλάστησης, ο ΕΟΣ Καλαμάτας εξοπλισμένος με τα απαραίτητα εργαλεία ήταν έτοιμος να κάνει τη διάνοιξή του και να καταλήξει στο ένδοξο χωριό του Παπαφλέσσα, την Πολιανή.
Από τη στιγμή που αφήσαμε την άσφαλτο, η πορεία είχε μεγάλη ποικιλία τοπίων. Στην αρχή ανεβαίναμε το βουνό πίσω από τον Αγριλο. Καθώς συνεχίζαμε την ανάβαση, μέτραγα την υψομετρική διαφορά με μοναδικό κριτήριο το δρόμο που χώριζε οριζόντια την απέναντι βουνοπλαγιά, ώσπου στο τέλος, ενώ είδα τον απέναντι δρόμο από όλες τις οπτικές (κάτω, ίδιο ύψος, πάνω…) τον «χαιρέτησα» και μπήκαμε σε μια βλάστηση που κάλυπτε το ύψος μου. Διανύσαμε αρκετή ώρα μέσα από δέντρα, θάμνους και φυτά μέχρι που βγήκαμε σε ένα ξέφωτο με μοναδικό «στολίδι» το εκκλησάκι του Αϊ-Γιάννη και ένα κοπάδι από κατσίκια να κάνει το καλωσόρισμά του. Σ’ όλη την πορεία κάναμε συχνές στάσεις, για να καθαρίσουν οι αρχηγοί του ΕΟΣ με τη βοήθεια ορειβατών το μονοπάτι και οι υπόλοιποι είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε τη φύση, τη θέα, τον ουρανό, τα χρώματα και γενικότερα την επικοινωνία του καθένα με τα «έξω» ή με τα «μέσα» του...
Εμενε ακόμη μισή ώρα κατάβαση για να φτάσουμε στην Πολιανή. Κάποιοι, ανάμεσά τους και εγώ, υπέκυψαν στη σωματική κούραση μετά από τέσσερις ώρες πορείας και επέλεξαν το βαν του ΕΟΣ για την Πολιανή. Οι υπόλοιποι, συνέχισαν την πορεία τους. Στην Πολιανή μας περίμενε ένα παραδοσιακό καφενείο μέσα σε ένα ζεστό κλίμα τζακιού και διάθεσης, με μόνη διακόσμηση πάνω στους τείχους ένα ρολόι και δυο φωτογραφίες που έδειχναν την ιστορία του. Σιγά σιγά καταφθάσαμε όλοι του συλλόγου και ο ηλικιωμένος κύριος του καφενείου μαζί με την οικογένειά του φρόντιζε να μας εξυπηρετήσει, σπεύδοντας να μας ξεδιψάσει (με νερό, αναψυκτικά, τσίπουρο και κρασί) και να μας χορτάσει με μεζέδες και κεράσματα (μας έφεραν κέρασμα μέχρι και από έναν συντοπίτη μου στην Εύβοια). Το γεύμα ολοκληρώθηκε με γλυκό (παραδοσιακή δίπλα) και ελληνικό καφέ και στην αναμονή για το βαν απολαύσαμε τη ζεστή φιλοξενία τους, ακούγοντας ιστορίες από τους ήρωες της ελληνικής ιστορίας (Παπαφλέσσας… ) έως και το πιο πρόσφατο παρελθόν (επίσκεψη γνωστής τηλεοπτικής εκπομπής στο καφενείο). Κατά τις 5 μ.μ. το βαν ήρθε να μας πάρει για επιστροφή στην Καλαμάτα. Η επιστροφή ήταν το ίδιο διασκεδαστική όσο και το ξεκίνημα. Μόνο που λίγο η επιρροή του κρασιού και του τσίπουρου, λίγο όλα αυτά που είχαμε απολαύσει, έκαναν πιο ωραίο το τέλος της πορείας μας.
Νίκη Καρτελιά