Τις ιδιαιτερότητες και το βαθμό δυσκολίας αντιμετώπισης του περιστατικού, λόγω των πρωτοκόλλων ασφαλείας που ισχύουν, σκιαγραφεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής νευροχειρουργικής, Θεοδόσης Μπιρμπίλης.
«Μεσάνυχτα Μ. Τρίτης και ενώ το νοσοκομείο δεν είχε εφημερεύοντα νευροχειρουργό, ενημερώθηκα από τον διοικητή του νοσοκομείου, Βαγγέλη Ρούφο, ότι 52χρονος από το Δήμο Μύκης Ξάνθης, διακομίστηκε με ραγέν ανεύρυσμα εγκεφάλου. Είναι ένα από τα πιο δύσκολα περιστατικά που υπάρχουν στη νευροχειρουργική και ειδικά στο σημείο που ήταν, η επέμβαση δεν γινόταν παρά σε ελάχιστα νοσοκομεία της Ελλάδας. Η σοβαρότητα της κατάστασης του ασθενούς επέβαλε την άμεση αντιμετώπισή του και η απάντησή μου ήταν, ότι εφόσον μπορούν τάχιστα να διευθετηθούν τα διαδικαστικά της έγκρισης του χειρουργείου, στο νοσοκομείο που είναι και κέντρο αναφοράς διαχείρισης κρουσμάτων κορονοϊού και απειλείται άμεσα η ζωή ανθρώπου, δεν υπάρχει περίπτωση είτε εγώ είτε συνάδελφός μου να αφήσουμε έναν 52χρονο να πεθάνει. Ο διοικητής εξασφάλισε τάχιστα τη σχετική άδεια, αντιμετώπισης του περιστατικού στο ΠΓΝΑ, από την αρμόδια ΔΥΠΕ και εντός των επόμενων ωρών έγινε η επέμβαση», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Μπιρμπίλης.
Περιγράφοντας την ιδιαιτερότητα της επέμβασης, της πρώτης που έγινε στην ειδικά διαμορφωμένη για συνθήκες κορονοϊού, χειρουργική αίθουσα του ΠΓΝΑ, ο καθηγητής νευροχειρουργικής, τονίζει ότι προερχόμενος ο ασθενής από περιοχή υψηλού κινδύνου αντιμετωπίζεται υποχρεωτικά ως περιστατικό, προς αποφυγήν ενδεχόμενης διασποράς του ιού. «Είναι πάρα πολύ δύσκολο να χειρουργήσεις υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, δεν μας έχει ξανατύχει να κάνουμε χειρουργείο σε ειδική αίθουσα. Τα μέτρα ασφαλείας επιβάλλουν διπλές στολές. Τα πρώτα λεπτά δυσκολεύεσαι ν' ανασάνεις και να δεις, γιατί φοράς διπλή μάσκα και γυαλιά και η ανάσα τα θολώνει και δεν βλέπεις», λέει ο κ. Μπιρμπίλης, συμπληρώνοντας το πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος όλης της χειρουργικής ομάδας. «Μου ήταν εξαιρετικά δύσκολα στο χειρουργείο, αλλά είναι πολύ σημαντικό το ποιους έχεις δίπλα σου τη συγκεκριμένη στιγμή. Συνεργάτες που μετά από 15 χρόνια μπορείς να συνεννοηθείς ακόμη και με το βλέμμα. Το σημαντικό είναι ότι το περιστατικό έχει αντιμετωπιστεί πλήρως σε μόνο δύο μέρες».
Σημειώνει πως το ΠΓΝΑ, είναι και κέντρο αναφοράς ανευρυσμάτων. «Έχουμε τη δυνατότητα και να τα χειρουργήσουμε και να τα εμβολίσουμε και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Είναι το μοναδικό νοσοκομείο στη βόρεια Ελλάδα που προσφέρει αυτή τη δυνατότητα, το μοναδικό εμβολιστικό δημόσιο κέντρο από τη Λαμία και πάνω», δηλώνει ο καθηγητής νευροχειρουργικής. Ειδική μνεία κάνει και στη διοίκηση, στην οποία αποδίδει σε μεγάλο βαθμό την «πολύ καλή λειτουργία», του νοσοκομείου- κέντρου αναφοράς για συμπτώματα κορονοϊού. Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος και δεδομένων των κρουσμάτων στην περιοχή της Ξάνθης, εκτιμά ότι «Το σύστημα λειτουργεί, με τις όποιες αδυναμίες και η διοίκηση κινήθηκε ταχύτατα, προχωρώντας και στη λήψη μέτρων, που για κάποιους μπορεί να φαντάζουν υπερβολικά. Αυτός είναι όμως και ο λόγος που δεν υπάρχει ενδονοσοκομειακή εξάπλωση του ιού, που δεν ξέφυγε ο ιός από μέσα προς τα έξω, όπως συνέβη στην Ιταλία. Διαφορετικά θα είχαμε διαλυθεί, με το περιορισμένο νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό. Φαίνεται ότι έχει περιοριστεί και μάλιστα σ' ένα νοσοκομείο που δέχθηκε και περιστατικά θανατηφόρα», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Τέλος ο κ. Μπιρμπίλης υπογραμμίζει το πόσο σημαντική είναι η δυνατότητα αντιμετώπισης τοπικά, των νευροχειρουργικών περιστατικών. «Εδώ και 15 χρόνια ανταποκρινόμαστε, στο βαθμό που μας επιτρέπουν οι δυνατότητες της κλινικής, σε κάθε περιστατικό, δεν θα κάναμε τώρα και για τον κορονοϊό; Το μόνο που θέλουμε είναι να γίνει μία κλινική στην οποία ο κόσμος που έρχεται εδώ να μπορεί να μένει και όχι να φεύγει γιατί δεν υπάρχουν οι συνθήκες. Μία κλινική με περισσότερα των τεσσάρων κρεβατιών, στελεχωμένη με τον απαραίτητο αριθμό νοσηλευτών και ειδικευομένων. Μπορεί να γίνει και οι πολίτες της περιφέρειας πρέπει να έχουν την περίθαλψη που δικαιούνται», καταλήγει ο καθηγητής νευροχειρουργικής.
ΑΠΕ - ΜΠΕ