Σε ιστορικά χαμηλά θα κινηθεί η φετινή παραγωγή ελαιολάδου στη περιοχή της Τριφυλίας, όπου η ελαιοσυγκομιδή είναι στο τελικό της στάδιο νωρίτερα από κάθε άλλη χρονιά. Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπάρχουν μέχρι τώρα, η παραγωγή αναμένεται να φτάσει τους 18.000 τόνους, που είναι από τις χαμηλότερες των τελευταίων 20 χρόνων, μαζί με αυτή της περιόδου του 2018.
Από εκεί και πέρα ένα άλλο σημαντικό χαρακτηριστικό της φετινής χρονιάς που την κατατάσσει ως μια από τις χειρότερες, είναι τα σημαντικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν με την οξύτητα του ελαιολάδου. Αύξηση της οξύτητας, η οποία όπως εξηγεί ο Διευθυντής Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής Τριφυλίας Αντώνης Παρασκευόπουλος είναι πολυπαραγοντική και θα πρέπει να μελετηθεί .
Αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι η μείωση της παραγωγής αλλά και οι αυξημένες οξύτητες, που υποβαθμίζουν την εμπορική αξία του προϊόντος, φέρνουν μεγάλο οικονομικό πλήγμα στη περιοχή και ακόμη περισσότερο, όπου η ελιά είναι μονοκαλλιέργεια. Δημιουργείται ένα μεγάλο οικονομικό κενό.που φέρνει πολύ κόσμο σε δυσχέρεια, όταν μάλιστα αυτό το οικονομικό πλήγμα έρχεται σε συνέχεια της περσινής χρονιάς όπου η επίδραση της ξηρασίας και της ανομβρίας επίσης είχε αρνητικά αποτελέσματα στη παραγωγή.
Σε ότι αφορά τη φετινή χρονιά σύμφωνα με στοιχεία της ΔΑΟΚ Τριφυλίας όπως μας τόνισε ο κ. Παρασκευόπουλος μέχρι τέλος Νοεμβρίου, για την ελαιοσυγκομιδή που είχε γίνει η παραγωγή έφτανε τους 12.500 τόνους ελαιολάδου. Μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου είχαν μαζευτεί άλλοι 3.000 τόνοι και συνολικά εκτιμάτε ότι η φετινή παραγωγή θα φτάσει περίπου τους 18.000 τόνους, όταν πέρυσι που επίσης δεν ήταν καλή χρονιά συγκεντρώθηκαν 26.800 τόνοι. Η φετινή επίδοση, παρατήρησε ο κ. Παρασκευόπουλος, είναι από τις χειρότερες των τελευταίων 20 χρόνων, ενώ επίσης το 2018 υπήρξε άσχημη χρονιά για τη παραγωγή. Σε ότι αφορά την ελαιοσυγκομιδή αυτή ξεκίνησε νωρίτερα από άλλα χρόνια και ολοκληρώνεται αρκετά νωρίτερα καθώς εκτιμάτε ότι έχει συγκομιστεί μέχρι τώρα το 90% της παραγωγής.
Σε ότι αφορά το πρόβλημα με τις οξύτητες,τόνισε, ότι όπου εφαρμόστηκε πρόγραμμα δακοκτονίας δεν υπήρξε πρόβλημα με τον δάκο. Υπήρξαν όμως πολλές προσβολές από το γλοιοσπόριο, στις περιοχές των Φιλιατρών, νότια της Κυπαρισσίας, σε Σπηλιά – Φαρακλάδα, αλλά και στους Γαργαλιάνους, όπου η άρδευση είναι αυξημένη. Βασική αιτία ανάπτυξης του, ήταν οι πολλές βροχοπτώσεις που είχε η περιοχή σε συνδυασμό με την υψηλή θερμοκρασία.
Σύμφωνα με στοιχεία από τους σταθμούς μέτρησης της βροχόπτωσης τους τελευταίους 3 μήνες το ύψος της βροχής ξεπέρασε τα 500 χιλιοστά, κάτι που είχε να συμβεί πάρα πολλά χρόνια. Οι μήνες Σεπτέμβριος, Οκτώβριος και Νοέμβριος ήταν πολύ βροχεροί μήνες, όπου με βάση τα δεδομένα που έχουν για τα τελευταία 42 χρόνια, οι φετινές βροχοπτώσεις είναι μέσα στις 2-3 υψηλότερες όλων αυτών των χρόνων. Αυτές οι υγρασίες σε συνδυασμό με τις υψηλές θερμοκρασίες που ήταν πάνω από 20 βαθμούς δημιούργησαν σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα με το γλοιοσπόριο. Το οποίο γλοιοσπόριο υποβαθμίζει γρήγορα την ποιότητα, μέσα σε λίγες ημέρες προτού προλάβει κανείς να κάνει τη συγκομιδή.
Από εκεί και πέρα ο κ. Παρασκευόπουλος επεσήμανε ότι δεν ήταν μόνο το γλοιοσπόριο που ευθύνεται, καθώς φέτος εντοπίστηκε αλτερνάρια, μια νέα μυκητολογική ασθένεια, σε μεγαλύτερες προσβολές από ότι συνήθως. Η επιδείνωση στην οξύτητα του ελαιολάδου, τόνισε, είναι πολυπαραγοντική έχει να κάνει και με καινούργια προβλήματα τα οποία και θα πρέπει να μελετηθούν, τα αίτια μπορεί να μην είναι μόνο παρασιτικά (δηλαδή παθογόνα και εχθροί) αλλά να υπάρχουν και άλλα αίτια. Όλα αυτά θα πρέπει να μελετηθούν.
