Αναλυτικά η ανακοίνωση την οποία υπογράφει ο πρόεδρος της Ενωσης Δημήτρης Καραλής: «Την ώρα που οι κρατήσεις κινούνται σε μηδενικά επίπεδα και οι εισπρακτικοί μηχανισμοί του κράτους ακολουθούν τον δικό τους δρόμο προχωρώντας σε παρακρατήσεις ακόμα και της πολυδιαφημισμένης επιδοματικής πολιτικής, και ενώ ο κύκλος των ενισχύσεων μέσω της επιστρεπτέας προκαταβολής θα προσθέσει νέα δανειακά βάρη από το τέλος της χρονιάς, οι αισιόδοξες εκτιμήσεις κορυφαίων κυβερνητικών παραγόντων για την εξέλιξη της εφετινής τουριστικής περιόδου, μόνο ως ασκήσεις ψυχοθεραπείας μπορούν να εκληφθούν. Η πραγματικότητα είναι ότι ο ξενοδοχειακός κλάδος και κυρίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ενώ πέρυσι "έβαλε πλάτη" για να στηρίξει την εθνική οικονομία, βρίσκεται και πάλι με την "πλάτη στον τοίχο". Πρέπει λοιπόν να γίνει αντιληπτό ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να παίζουμε το ρόλο του υποζυγίου στη γενική προσπάθεια για την προσδοκώμενη ανάκαμψη. Οι αντοχές έχουν εξαντληθεί και η ελληνικότητα της επιχειρηματικότητας απειλείται με αφανισμό. Αυτός είναι και ο μεγάλος κίνδυνος που όλοι οφείλουν να λάβουν σοβαρά υπόψη αν δεν θέλουν η ελληνική ξενοδοχία να περάσει σε ξένα κεφάλαια που καραδοκούν για να αδράξουν την ευκαιρία. Η "πρώτη ύλη" του ελληνικού τουρισμού είναι η ίδια η φύση, η ιστορία και ο πολιτισμός που έχουμε κληρονομήσει. Αν οι επαγγελματίες της φιλοξενίας λυγίσουν, τότε κάποιοι άλλοι, πέρα από τις επιχειρήσεις μας, θα κερδοσκοπήσουν σε βάρος μιας "πρώτης ύλης" που δεν τους ανήκει.
Τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η ΥΠΑ δείχνουν ότι η χώρα μας, με καταγεγραμμένη πτώση περίπου στο 70% συγκριτικά με το 2019, επέστρεψε σε επίπεδα διακίνησης επιβατών προ 30ετίας στα αεροδρόμια της Ελλάδας. Όλες οι προβλέψεις μιλούν για ανάκτηση των απωλειών σε βάθος τριετίας. Από τα στοιχεία της έρευνας της Phocusright, για το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδος, πριν το 2025 δεν θα δούμε ανάκαμψη στα επίπεδα του 2019, καθώς θα πάρει χρόνο μέχρι το εμβόλιο να καλύψει ικανό μέρος του πληθυσμού στην Ευρώπη. Και όλα αυτά, όταν η παγκόσμια οικονομία με πρώτη την αμερικανική, απειλείται, σύμφωνα με τη Morgan Stanley με νέο υφεσιακό κύκλο μετά την έξοδο από την πανδημία. Στη χρηματιστηριακή αγορά, ο κίνδυνος πληθωρισμού είναι μεγαλύτερος για τους πληττόμενους κλάδους από την πανδημία και γι’ αυτούς που "δεν έχουν προετοιμαστεί για την ενδεχόμενη εκτίναξη της ζήτησης αργότερα φέτος", όπως σημειώνουν οι αναλυτές, φωτογραφίζοντας κυρίως τους κλάδους τουρισμού, εστίασης, ταξιδίων και καταναλωτικών προϊόντων που θα μπορούσαν να αναγκαστούν να ανεβάσουν τις τιμές στην περίπτωση που δεν θα μπορούν να καλύψουν τη ζήτηση στη μετά-Covid εποχή.
Η Ελλάδα, όμως στον κλάδο της φιλοξενίας δεν έχει δυνατότητες αυξήσεων τιμών τη στιγμή που περιβάλλεται από ανταγωνίστριες χώρες που "πουλάνε" το ίδιο "προϊόν" σε επίπεδα που δεν είναι δυνατόν εμείς να προσεγγίσουμε λόγω του ψηλού λειτουργικού κόστους και της συσσώρευσης των ζημιών από την πανδημία. Ιδού λοιπόν το αδιέξοδο: Την ώρα που δεν μπορούμε να ανακτήσουμε τις απώλειες αφού εκ των πραγμάτων θα υποχρεωθούμε να διατηρήσουμε τις ίδιες ή και χαμηλότερες τιμές, την ώρα που θα πιεζόμαστε από εδώ και πέρα στο να ανταποκριθούμε στις τρέχουσες υποχρεώσεις και όσες θα έχουν προστεθεί από πέρυσι, ελλοχεύει ο κίνδυνος αύξησης των τιμών εισαγόμενων προϊόντων, λόγω ακριβώς των πληθωριστικών πιέσεων που θα προκληθούν. Καιρός είναι λοιπόν να αντιμετωπιστούν οι Έλληνες ξενοδόχοι και εργαζόμενοι με το ίδιο ευνοϊκό πνεύμα που η κυβέρνηση στηρίζει τους ξένους tour operators. Τους χρειαζόμαστε και εκείνους βέβαια, αρκεί να παραμένουμε κι εμείς όρθιοι για να δεχτούμε τους τουρίστες που θα μας στέλνουν.
Ο τουρισμός στη Μεσσηνία, με βάση την εμπειρία της περασμένης χρονιάς, μπορεί να ξεχωρίσει και να κάνει τη διαφορά, αρκεί να ληφθούν πρωτοβουλίες και τα αναγκαία μέτρα με γνώμονα την ασφάλεια των πελατών και με στόχευση τόσο στην εσωτερική αγορά όσο και επιλεκτικά, στις ομάδες ειδικού ενδιαφέροντος του εισερχόμενου τουρισμού. Πρέπει να προσαρμοστούμε στα μηνύματα των καιρών όσον αφορά στην προσέγγιση και προσέλκυση πελατών που κατακλύζονται από δελεαστικές προσφορές απ’ όλα τα σημεία του πλανήτη και ιδιαίτερα από τους αναγνωρισμένους τουριστικούς προορισμούς. Γιατί, ενώ σε επίπεδο κεντρικής στρατηγικής, το αρμόδιο υπουργείο Τουρισμού προβάλλει γενικώς την Ελλάδα, ανάλογη ευθύνη έχει κάθε Περιφέρεια να αναδείξει και να προωθήσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των τουριστικών προορισμών της.
Συμπερασματικώς, για όσους ενδιαφέρονται να πάει μπροστά ο τουρισμός γενικότερα και για τα καθ’ ημάς απαιτείται συναντίληψη, νέα πολιτική και χάραξη νέας πορείας».