Η πτωχευμένη μας χώρα του 2015 βρίσκει τον βηματισμό της. Με την καθαρή έξοδο από τα μνημόνια, που όλα δείχνουν ότι θα γίνει αυτό τον Αύγουστο, επιστρέφει η πολιτική κυριαρχία στις εκλεγμένες κυβερνήσεις της Ελλάδας και στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, στους μόνους που λογοδοτούν στον ελληνικό λαό.
Από τη σύσταση του ελληνικού κράτους επιλέχθηκε διαχρονικά από τους κυβερνώντες ο δανεισμός (και η επιτροπεία που αυτός συνεπάγεται), αντί της αυτοδύναμης πορείας της χώρας. Οι ίδιες δυνάμεις που αντιδρούσαν στην ανεξαρτησία της Ελλάδας, στις 26.01.1824, μας προμήθευσαν το πρώτο δάνειο του Ελληνικού Κράτους – 800.000 λίρες, από τις οποίες στην επαναστατική κυβέρνηση έφτασαν μόλις 300.000 λίρες, ενώ ως εγγύηση για την αποπληρωμή του δανείου, τέθηκαν τα δημόσια κτήματα και τα δημόσια έσοδα. Ακολούθησε δεύτερο δάνειο το 1825, που αποπλήρωσε μέρος του πρώτου και φτάνουμε δύο χρόνια αργότερα, το 1827, στην πρώτη από πολλές στάσεις πληρωμών του νεοελληνικού κράτους. Μια επαναλαμβανόμενη, μέχρι το 2010, ιστορία, οπότε για να διασωθούν, κυρίως, οι γαλλικές και οι γερμανικές τράπεζες, αγοράστηκε με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς επαληθεύσεις, το χρέος της χώρας, από το μηχανισμό που έφτιαξαν για το σκοπό αυτό τα κράτη της Ε.Ε. (ESM).
Για την πληρωμή του χρέους επιβλήθηκε σκληρή λιτότητα, περικοπές μισθών και συντάξεων, περικοπές των εργασιακών δικαιωμάτων, που όμως είχαν το αντίθετο αποτέλεσμα. Τον Ιανουάριο 2015 είχε χαθεί το 1/4 του εισοδήματος των πολιτών και το χρέος ήταν διπλάσιο του ΑΕΠ.
Τρία χρόνια μετά, η παρούσα κυβέρνηση είναι σε θέση να σχεδιάζει το μέλλον της χώρας με διαφορετική πολιτική, από αυτήν των προηγούμενων κυβερνήσεων. Πολλά δείγματα αυτής της διαφορετικής πολιτικής, έχουν ήδη καταχωρηθεί στη συνείδηση των πολιτών.
Σταθεροποιήθηκε η οικονομία και επέστρεψε στην ανάκαμψη. Μικρή αλλά σημαντική αύξηση του ΑΕΠ το 2016, ακόμα μεγαλύτερη το 2017. Μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα και το 2016 και το 2017, που προήλθαν εν μέρει από την ανάπτυξη της οικονομίας και εν μέρει από τη μείωση και τον εξορθολογισμό των δαπανών του κράτους. Μεγάλο μέρος αυτών δόθηκαν στις ομάδες του πληθυσμού που είχαν την μεγαλύτερη ανάγκη. Πληρώθηκε ένα μεγάλο μέρος των οφειλών του κράτους προς τους ιδιώτες, καθώς και ένα μεγάλο μέρος των οφειλών της κεντρικής κυβέρνησης προς τις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Εξοφλήθηκαν οι οφειλές του κράτους προς τη ΔΕΗ για τις λεγόμενες χρεώσεις ΥΚΩ, των ετών της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.
Τα βασικά στοιχεία για το 2016 και το 2017, μας δείχνουν ότι επανέρχεται η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία, το κλίμα όλο και ταχύτερα αλλάζει. Αυξήθηκαν οι άδειες νέων οικοδομών, σταθεροποιήθηκαν οι τιμές πώλησης ακινήτων, αυξήθηκαν οι πωλήσεις αυτοκινήτων. Αυξήθηκε η αξία των εξαγωγών ελληνικών προϊόντων τόσο προς τις χώρες της ΕΕ όσο και προς τρίτες χώρες. Οι ξένες επενδύσεις διπλασιάστηκαν το 2017 σε σχέση με το 2016 και συνεχίζουν να αυξάνονται. Αυξήθηκε ο αριθμός των ξένων επισκεπτών, καθώς και τα έσοδα από τον τουρισμό. Aυξήθηκαν οι καταθέσεις στις τράπεζες, παρά την ύπαρξη κεφαλαιακών ελέγχων. Μειώθηκε η ανεργία περίπου στο 20% στα τέλη του 2017 (από το 27% του 2014).
Δεν είναι όμως οι αριθμοί που αποδεικνύουν την αλλαγή πορείας της χώρας μας. Είναι κυρίως το γεγονός ότι η χώρα μας μπήκε σε τροχιά εκσυγχρονισμού. Με επαναδιαπραγμάτευση των σχετικών συμβάσεων, ολοκληρώθηκαν οι οδικοί άξονες της χώρας, που είχαν σταματήσει από την αρχή της κρίσης. Κυρώθηκε το 35% των δασικών χαρτών και έχουν δημοπρατηθεί οι μελέτες για την κτηματογράφηση της χώρας στο σύνολό της. Στήθηκε από την αρχή και με διαφάνεια το κοινωνικό κράτος, έτσι που κάθε πολίτης με αξιοπρέπεια να παίρνει ό,τι δικαιούται, χωρίς τη μεσολάβηση τρίτων. Περί τις 800 χιλιάδες οικογένειες ωφελήθηκαν από τις διάφορες ενισχύσεις που δόθηκαν με τα νέα, στοχευμένα, προγράμματα. Επιταχύνθηκε η διαδικασία απόδοσης των συντάξεων, ενώ καθιερώθηκε κατώτατη, κρατική σύνταξη για όλους. Βελτιώθηκαν σημαντικά οι υπηρεσίες υγείας και εξασφαλίστηκε η πρόσβαση στην ιατρική περίθαλψη όλων ανεξαιρέτως.
Η χώρα, από κάθε άποψη, έχει εισέλθει σταθερά σε μια άλλη πορεία δίκαιης ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού του κράτους και των υπηρεσιών του. Επιχειρείται για πρώτη φορά η οικοδόμηση ενός μοντέλου ανάπτυξης, που δεν βασίζεται στα δανεικά. Μια διαφορετική πορεία έχει αρχίσει. Εάν το εγχείρημα θα πετύχει θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες. Οπως από τη βούληση των κυβερνώντων, το ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον, αλλά (κυρίως) και από την στροφή των πολιτών στις βασικές αξίες μιας σύγχρονης κοινωνίας της προόδου και της αλληλεγγύης. Τα οφέλη αυτής της επιτυχίας θα είναι μεγάλα και θα μας οδηγήσουν σε ένα καλύτερο μέλλον.