Η προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας στο διεθνές στερέωμα, με τα στοιχεία της θρασύτητας να κυριαρχούν, καθώς και η εχθρική ρητορική του Προέδρου της Ταγίπ Ερντογάν, έχουν προκαλέσει εύλογη ανησυχία στη χώρα μας με δύο βασικά ερωτήματα να κυριαρχούν. Θα βρεθούμε μπροστά σε μια παρατεταμένη πολεμική σύγκρουση; Ποια πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι στην προκλητική γείτονα;
Αντιλαμβανόμενοι πλήρως την αδυναμία να προβλέψουμε το μέλλον, η απάντηση στην πρώτη ερώτηση, σύμφωνα με τα ισχύοντα σήμερα και χωρίς την εκδήλωση κάποιου απρόβλεπτου γεγονότος, θα πρέπει να είναι αρνητική. Οι τουρκικές δυνάμεις παραβιάζουν τα ελληνικά χωρικά ύδατα και τον ελληνικό εναέριο χώρο εδώ και πολλά χρόνια. Αυτή η κατάσταση, η οποία δεν προβάλλεται από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης στο βαθμό που θα έπρεπε, έχει ως συνέπεια οι εκτός Ελλάδος δημοσιογράφοι να αναφέρονται λανθασμένα σε «αμφισβητούμενα νησιά» μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Τα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών έχουν καθοριστεί από τη Συνθήκη της Λωζάννης (24.7.1923), την οποία έχει υπογράψει και η Τουρκία, από τις ιταλοτουρκικές συμφωνίες του 1932 και από τη Συνθήκη των Παρισίων το 1947, η οποία αναγνώρισε τα νησιά του Αιγαίου ως ελληνική επικράτεια. Τα ελληνικά νησιά είναι αμφισβητούμενα μόνο στα μάτια της Τουρκίας και αυτό προσπαθεί να καταστήσει σαφές η σημερινή ελληνική κυβέρνηση μέσω της διπλωματικής οδού. Επιδιώκει δηλαδή να απομονώσει στα μάτια της διεθνούς κοινότητας τις προκλητικές και παράλογες αξιώσεις της γείτονος χώρας. Μόλις χθες, δημοσιεύτηκε η έκθεση της Κομισιόν, η οποία κάνει ιδιαίτερη αναφορά στις εντάσεις στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, υπογραμμίζοντας ότι «δεν ευνοούν τις σχέσεις καλής γειτονίας και υπονομεύουν την περιφερειακή σταθερότητα και ασφάλεια». Επίσης, αναφέρεται ιδιαιτέρως στην ανησυχία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την κράτηση πολιτών της Ε.Ε., μεταξύ των οποίων και των Ελλήνων στρατιωτικών. Οσον αφορά την Τουρκία, η Επιτροπή στην έκθεσή της επισημαίνει ότι η χώρα απομακρύνεται από την Ε.Ε. και καλεί την Αγκυρα να ανατρέψει αυτή την αρνητική τάση.
Στο εσωτερικό της Τουρκίας, το πρώτο και σημαντικότερο πρόβλημά της είναι η οικονομία της, η οποία διαρκώς επιδεινώνεται. Το δεύτερο, γνωστό από παλιά, είναι το Κουρδικό και η δράση του PKK. Το τρίτο, που φαίνεται να έχει κοπάσει, είναι η ισλαμιστική τρομοκρατία και το τέταρτο, η εσωτερική διαμάχη λόγω της εκκαθάρισης των πολιτικών αντιπάλων του Ερντογάν.
Στο εξωτερικό, η Τουρκία έχει εμπλακεί στον πόλεμο της Συρίας, θεωρεί απειλή την οργάνωση και τυχόν αυτονόμηση των εκεί Κούρδων, ενώ ασφαλώς υπάρχει και το ζήτημα του ιρακινού Κουρδιστάν. Ολα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τις επερχόμενες εκλογές του 2019, οδηγούν την τουρκική ηγεσία σε νευρικότητα και σε τριβές με τους περισσότερους γείτονες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Από εμάς η Τουρκία επιζητεί την ικανοποίηση περιστασιακών αιτημάτων, την επιβολή κόστους διά της φθοράς, χωρίς όμως να είναι έτοιμη να υποστεί το κόστος που θα σήμαινε μία ανοιχτή σύγκρουση με την Ελλάδα. Διότι πάρα πολύ απλά γνωρίζουν οι Τούρκοι ότι η Ελλάδα δεν είναι Αφρίν, που ακόμη και αυτό, εναντίον άτακτων στρατιωτικών μονάδων, έκαναν 2 και πλέον μήνες για να το ελέγξουν. Με δεδομένη την ισχύ της χώρας μας, ακόμη και σε αυτήν τη δύσκολη οικονομική συγκυρία, γνωρίζει η Τουρκία πως το κόστος στην ξηρά, στη θάλασσα και στον αέρα θα είναι πολύ μεγάλο, αν επιχειρήσει την οποιαδήποτε εναντίον μας προσπάθεια. Το φρόνημα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων είναι αποτρεπτικό για τις αξιώσεις των Τούρκων. Η ύπαρξη συμμαχικών σχημάτων επιβεβαιώνουν τη δυναμική της χώρας μας.
Η μοίρα μάς επιβάλλει να συνυπάρξουμε με τον απρόβλεπτο και αλαζόνα γείτονα, χωρίς να παρασυρόμαστε από δηλώσεις του οποιουδήποτε αξιωματούχου ή από προκλήσεις και σε κάθε περίπτωση αντιδρούμε, μόνο εφόσον κρίνουμε ότι πρέπει, αναλογικά, προοδευτικά και κλιμακωτά. Η νηφαλιότητα είναι κρίσιμη γιατί, όπως υπογραμμίζει ο Θουκυδίδης, η αποφασιστικότητα είναι απαραίτητη, καθώς τον όποιο επιδρομέα αποτρέπουν εκείνοι που είτε δρουν προληπτικά είτε δεν του αφήνουν καμία αμφιβολία ότι θα αντισταθούν.
Είμαστε δύο και πλέον γενιές ανθρώπων στην Ελλάδα που είχαμε μία πρωτοφανή, στη νεότερη ιστορία της χώρας, τύχη. Μείναμε μακριά από πολέμους. Από τη λήξη του Εμφυλίου και μετά το 1949, με εξαίρεση την εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο, η Ελλάδα απόλαυσε ένα πολύ μεγάλο διάστημα ειρήνης. Ας μείνουμε ψύχραιμοι μπροστά στην έντονη προκλητικότητα της Τουρκίας καθώς οι πολεμικές συγκρούσεις, κοντολογίς, δεν είναι ένα ακόμα αστείο για τα social media. Οι πολεμικές συγκρούσεις σημαίνουν θάνατο και η προτεραιότητά μας θα πρέπει να είναι να μην τις βιώσουμε ποτέ. Δεν αξίζει στα παιδιά μας μια τέτοια εξέλιξη.