Σύμφωνα με τον κ. Μαντά, η σφοδρότητα των αντιδράσεων από την πλευρά της αντιπολίτευσης χαρακτηρίζεται από ακρότητες και υπερβολές, και είναι σε πλήρη αναντιστοιχία με την κοινωνία, η οποία επιθυμεί ομαλότητα και ασφάλεια.
Ο βουλευτής αμφισβήτησε τους ισχυρισμούς του ΣΥΡΙΖΑ και των υπόλοιπων κομμάτων ότι οι πολίτες αντιτίθενται στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης, σημειώνοντας ότι καμία «μητέρα των μαχών» δεν γίνεται στους δρόμους, ότι έχουν παρέλθει οι εποχές της έντονης κοινωνικής δυσαρέσκειας, και εν τέλει η αντιπολίτευση έχει μείνει χωρίς πειστικό και ουσιαστικό αφήγημα. Παράλληλα, κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ ότι λειτουργεί ως κόμμα διαμαρτυρίας και καταγγελίας που προσπαθεί να υπονομεύσει κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια, χωρίς να διαθέτει ούτε σχέδιο ούτε ενιαία και πειστική πολιτική πρόταση.
Ο κ. Μαντάς επίσης στάθηκε στην πραγματική, κατά τη γνώμη του, αιτία των αντιδράσεων, η οποία είναι η υπεράσπιση μιας μειοψηφίας συνδικαλιστών και εργατοπατέρων που θίγονται από το νομοσχέδιο – χαρακτηρίζοντάς τους «αντιδραστικούς που εδώ και 40 χρόνια έχουν μάθει να εκβιάζουν ολόκληρη την κοινωνία».
Σύμφωνα με τον βουλευτή, στην προσπάθεια αυτή η αντιπολίτευση και ειδικά η αξιωματική, διαστρέβλωσε τη ρύθμιση για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, χρησιμοποιώντας το παραπλανητικό σύνθημα ότι οι εργαζόμενοι «θα πληρώνονται με ρεπό». Κατά τον κ. Μαντά όμως την ίδια στιγμή απέκρυψαν ότι η πολιτική αυτή ήδη εφαρμόζεται σε αρκετές ελληνικές εταιρείες, όπως και έχει υιοθετηθεί από πολλές σκανδιναβικές χώρες και κράτη του ευρωπαϊκού νότου, ενώ στηρίζεται ξεκάθαρα σε σχετική ευρωπαϊκή οδηγία.
Ο βουλευτής τόνισε ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας αποτελεί στην πραγματικότητα σημαντική ευκολία, για όλους τους εργαζόμενους που προτιμούν να εργάζονται λίγο περισσότερο τις 4 ημέρες για να έχουν διαθέσιμη την 5η, για όσους δουλεύουν και φοιτούν ταυτόχρονα σε κάποια σχολή, ή για τις εργαζόμενες μητέρες που θέλουν περισσότερες ημέρες με τα παιδιά τους.
Κλείνοντας την ομιλία του ο κ. Μαντάς υποστήριξε ότι το νομοσχέδιο αποτελεί μια «μεγάλη και θετική τομή» για τον κόσμο της εργασίας – σημειώνοντας την αναβάθμιση της Επιθεώρησης Εργασίας σε ανεξάρτητη αρχή, την ενδυνάμωση των εργαζόμενων μέσω της Ψηφιακής Κάρτας Εργασίας, τις νέες προβλέψεις για άδειες σε γονείς και φροντιστές, τα μέτρα αντιμετώπισης της βίας και της σεξουαλικής παρενόχλησης σε χώρους εργασίας, την ειδική μέριμνα για τους εργατοτεχνίτες και την εξίσωση των αποζημιώσεών τους, καθώς και την κατοχύρωση του δικαιώματος αποσύνδεσης των εργαζομένων.
Παράλληλα τόνισε ότι «βρισκόμαστε εδώ για να βελτιώνουμε τη ζωή των πολιτών» και ότι αυτό αποτελεί το σημείο όπου όλοι κρίνονται, και τίποτα δεν επιτρέπεται να γίνει εμπόδιο σε αυτή την πορεία.