Κυριακή, 20 Ιουλίου 2014 08:45

Χορωδία και Μαντολινάτα Μεσσήνης με βαθιές ρίζες στο Μεσοπόλεμο

Γράφτηκε από τον

Χορωδία και Μαντολινάτα Μεσσήνης με βαθιές ρίζες στο Μεσοπόλεμο

Η συνάντηση με το χθες πάντα κρύβει συγκινήσεις και εκπλήξεις. Ειδικά όταν αυτή οργανώνεται από ανθρώπους που τους χαρακτηρίζει ο σεβασμός στη συλλογική μνήμη του τόπου και η αγωνία της δημιουργίας για το αύριο. Με την έννοια αυτή οφείλω τις θερμότερες των ευχαριστιών στους Εθελοντές για την τιμητική πρόσκληση να συμμετάσχω σε αυτή τη συνάντηση και να συμβάλω στην πραγματοποίησή της.

Είναι αλήθεια ότι δίστασα αρχικά καθώς η σχέση με τη μουσική και το τραγούδι, είναι σχέση ακροατή. Και μετά σκέφτηκα τη διαδρομή από τα πολύ μικρά μας χρόνια. Την προετοιμασία της Μαντολινάτας για την έξοδο στο καρναβάλι, κάπου το 1960, όταν για ένα διάστημα μείναμε στο σπίτι του μπαρμπα-Νίκου του Σταθόπουλου, με το Χαρίλη, τον Αντρέα, το Μιμίκο τον Κούτη παραδίπλα. Στα μεγαλύτερα το μπαρμπα-Σταύρο τον Κουρή που μένοντας δίπλα προθυμοποιήθηκε να γράψει ένα ταξίμι στην αναπαράσταση της γριάς Συκούς που άρχισε το 1980. Και μου το θύμισε πέρυσι ο Τάκης τον οποίο εκείνη την εποχή άκουγα να δοκιμάζει συχνά τη φωνή του. Σκαλίζοντας τη μνήμη φυσικά δεν δυσκολεύτηκα να συναντήσω τον Τάκη το (Ν)τόσκα καλό φίλο του πατέρα μου, πρόσωπο - σύμβολο για το χορωδιακό τραγούδι στο γενέθλιο τόπο. Περιστατικό το περιστατικό, πρόσωπο το πρόσωπο άρχισε να χτίζεται η ιστορία. Να παίρνει ονοματεπώνυμα μέσα από αφηγήσεις που συγκέντρωσαν οι άνθρωποι του Σωματείου και να τεκμηριώνεται με αρχειακό υλικό και γραπτές μαρτυρίες.

Προσπάθησα να συνδέσω τα κομμάτια και τα παραδίνω στην κρίση σας, προσπαθώντας να γυρίσουμε μαζί πίσω στις ρίζες, να κάνουμε τη διαδρομή της Χορωδίας και Μαντολινάτας και να ενεργοποιήσουμε περισσότερο κόσμο για μια ακόμη καλύτερη δεύτερη ανάγνωση της ιστορίας.

 

ΑΣΤΙΚΟΣ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ

Θα λέγαμε λοιπόν ότι η Χορωδία και Μαντολινάτα έχει τις ρίζες της στη φάση του αστικού εκσυγχρονισμού της χώρας που προσδιορίζεται στα τέλη του 19ου με αρχές του 20ού αιώνα. Τα ανερχόμενα κοινωνικά στρώματα και κυρίως επιστήμονες και έμποροι, αναζητούν τα δικά τους στοιχεία ταυτότητας μακριά από την δημοτική παράδοση και τη λαϊκή μουσική έκφραση. Η δυτικότροπη μουσική παράδοση των Επτανήσων με τις καντάδες, τα μαντολίνα και τις κιθάρες αποτελεί διέξοδο σε αυτή την αναζήτηση καθώς μάλιστα η μουσική έχει αρχίσει να διδάσκεται σε σπίτια και ομίλους.

Από την άποψη αυτή "μήτρα" όλων των μουσικών ομάδων που αναφέρονται ως "χορωδία και μαντολινάτα" είναι η Αθηναϊκή Μαντολινάτα που ίδρυσαν 4 φοιτητές επισήμως το 1900. Επρόκειτο για τους Νικόλαο και Κωνσταντίνο Λάβδα, Βασίλειο Μήτσου και Γεώργιο Ψύλλα. Δύο μαντολίνα, μια κιθάρα και μια μάντολα αποτέλεσαν τον πυρήνα αυτής της προσπάθειας, η οποία πλαισιώθηκε από πολλούς νέους μουσικούς. Ενα χρόνο αργότερα λειτούργησε και η Σχολή της Αθηναϊκής Μαντολινάτας που μύησε στα μυστικά της μουσικής αμέτρητους νέους της εποχής. Την εποχή του Μεσοπολέμου δημιουργήθηκε σε όλη την Ελλάδα ένα μουσικό κίνημα στα πρότυπα της Αθηναϊκής Μαντολινάτας που είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν αντίστοιχα σωματεία σε όλες σχεδόν τις πρωτεύουσες των νομών της χώρας. Ηταν η εποχή της καντάδας, όταν η κιθάρα και το μαντολίνο έγιναν μόδα και κατέκτησαν τον φοιτητικό κόσμο. Οι νέοι επιστήμονες την σκόρπισαν σε όλη την Ελλάδα όταν τελειώνοντας τις σπουδές γύρισαν στα πάτρια εδάφη, ενώ παράλληλα δάσκαλοι μουσικής είχαν αρχίσει να δραστηριοποιούνται στην επαρχία.

Στην Καλαμάτα Χορωδία και Μαντολινάτα ως σωματείο ιδρύθηκε το 1930 και πολύ γρήγορα κατέκτησε περίοπτη θέση στα μουσικά δρώμενα της πόλης. Ο Τάκης Χιουρέας στις αναμνήσεις του για την παλιά Καλαμάτα, θυμάται ως αρχιμουσικό το Γιώργο Θεοφιλόπουλο και ότι «η παρουσία της αναμενόταν από τους Καλαματιανούς, που γέμιζαν τους χώρους των συναυλιών τους και την καταχειροκροτούσαν». Την ίδια περίοδο -και σίγουρα από το 1927- λειτουργούσε στην Καλαμάτα και η Χορωδία της Υπαπαντής με μαέστρο το Λίβα. Και εδώ αρχίζει να "δένει" η παρουσία της Χορωδίας στη Μεσσήνη. Οπως αφηγείται ο εκλεκτός συμπατριώτης και φίλος Τάκης Παναγόπουλος, τα μέλη της Νησιώτικης Χορωδίας ήταν και μέλη της Χορωδίας Λίβα. Και έχει τη δική του σημασία να παρακολουθήσουμε την αφήγηση του Τάκη Παναγόπουλου: «Οπως μου έλεγε ο πατέρας μου, χορωδία στο Νησί υπήρχε από τότε που ήταν νέος, πριν από τον πόλεμο του '40. Με τενόρους τον Θωμόπουλο (Σαφάκα), τον πατέρα μου Ανδρέα Παναγόπουλο (Ντόσκα), σιγόντο τον Κουτσαϊμάνη (Μπελά), βαρύτονο τον Ρούτση μετέπειτα αστυνομικό διευθυντή, μπάσο τον Πετρόπουλο (Χαντζάρα), πατέρα των αδελφών Χρήστου και Πέτρου Πετρόπουλου που είχαν παλιά εστιατόριο απέναντι από το κατάστημα του Μιχάλη Γεωργιόπουλου και πολλούς άλλους. Τραγουδούσαν άριες από όπερες, τραγούδια του Ρόδιου και του Κόκκινου και άλλων συνθετών. Τον πατέρα μου στην παρέα του τον έλεγαν Ριγολέτο γιατί τραγουδούσε την άρια του τενόρου από την όπερα του Βέρντι "Ριγκολέτος". Θυμάμαι παλιά σε συζήτηση που είχαν στο καφενείο του Αλμπάνη (Μπάγουλη), ο πατέρας μου με τον αστυνομικό διευθυντή Ρούτση, που του έλεγε ο Ρούτσης ότι είχε ακούσει στη Λυρική Σκηνή ένα μπάσο με ωραία φωνή δυνατή σαν του Χαντζάρα. Τόσο δυνατή φωνή είχε ο Πετρόπουλος».

 

ΣΤΑ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΑ

Από γραπτές πηγές προκύπτει ότι πράγματι την περίοδο πριν από τον πόλεμο υπάρχει ένα πλήθος ανθρώπων που όχι μόνον ασχολείται με τη μουσική αλλά συμμετέχει σε πολυπληθείς ομάδες που παίρνουν μέρος στις καρναβαλικές εκδηλώσεις. Προσφάτως μάλιστα φίλος μου έδωσε φωτογραφία της Χορωδίας και Μαντολινάτας Καλαμάτας στο Νησιώτικο καρναβάλι κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1930 την οποία μάλιστα είχε τραβήξει ο Αλη Σάμη Βέης αρχιφωτογράφος του σουλτάνου ο οποίος διώχθηκε από τους Κεμαλιστές όταν κατέλαβαν την εξουσία και κατέφυγε στην Ελλάδα. Και επειδή έκανε επαγγελματική δουλειά, δεν θα πρέπει να αποκλείσουμε κάποια στιγμή οι ανασκαφείς να ανακαλύψουν και ανάλογες φωτογραφίες - ντοκουμέντο για τη Νησιώτικη Χορωδία και Μαντολινάτα.

Δύσκολα χρόνια και μεγάλη φτώχεια, μην ξεχνάμε ότι το 1932 είχαμε πτώχευση, η Μεσσήνη συγκλονιζόταν από συλλαλητήρια σταφιδοπαραγωγών από την πόλη και τα χωριά της περιοχής. Η συλλογική γιορτή του καρναβαλιού και η συμμετοχή σε ομάδες όπως η Χορωδία και Μαντολινάτα, αποτελούν μια διέξοδο για τον κόσμο που υποφέρει.

Σκαλίζοντας τις παλιές εφημερίδες βρίσκουμε ότι στο καρναβάλι του 1931 προκηρύσσονται βραβεία «εις τον πρώτον όμιλον ντομινοφόρων οίτινες θα συντελέσουν περισσότερον εις την γενικήν ευθυμίαν και αποτελούμενον από 12 άτομα τουλάχιστον δρ. 200. Εις τον δεύτερον ως άνω όμιλον ντομινοφόρων αποτελούμενον από 8 τουλάχιστον άτομα δρχ. 100». Ενώ το 1936 προκηρύσσονται βραβεία «εις τον πρώτον όμιλον ντομινοφόρων οίτινες θα συντελέσουν περισσότερον εις την γενικήν ευθυμίαν και αποτελούμενον τουλάχιστον από 12 άτομα δρ. 300. Εις τον δεύτερον ως άνω όμιλον ντομινοφόρων αποτελούμενον από 8 τουλάχιστον άτομα δρχ. 200». Η εκτίμηση ότι οι ντομινοφόροι αποτελούσαν μουσικές ομάδες επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι την επόμενη χρονιά -το 1937- διαβάζουμε ότι «επηκολούθησεν παρέλασις των διαφόρων άλλων ομάδων ντομινοφόρων κ.λπ. εκ των οποίων πρώτον βραβείον έλαβεν η ομάδας ντομινοφόρων του Μουσικού Ερασιτεχνικού Ομίλου Καλαμών και δεύτερον βραβείον η υπό τους κ. κ. Π. Μανθόπουλον και Β. Ρούτσην ομάς ντομινοφόρων εκ Μεσσήνης».

Ανάλογη είναι η προκήρυξη για τα καρναβάλια του 1938 όπου ανακοινώνεται βραβείο «εις την πρώτην ομάδα ευθύμων ντομινοφόρων ήτις διά του κεφιού της θα συντελέση εις την επιτυχίαν της εορτής, αποτελουμένη εκ 15 ατόμων και άνω μετά μουσικών οργάνων κλπ. δραχμάς 400». Το οποίο πήρε ένα Νησιώτικο σχήμα το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως πρόγονος της μεταπολεμικής Χορωδίας και Μανδολινάτας καθώς διαβάζουμε ότι «το πρώτον βραβείον ντομινοφόρων έλαβε η ομάς του Μουσικού Ερασιτεχνικού Ομίλου Μεσσήνης υπό τον Κωστάκην».

Το 1939 πληροφορούμαστε ότι μαντολινάτα διαθέτει και το γυμνάσιο η οποία είναι και μανδολινάτα της νεολαίας του Μεταξά καθώς σε αυτήν εγγράφονταν υποχρεωτικά οι μαθητές. Ενώ μαντολινάτα διασκεδάζει και αυτούς που παίρνουν μέρος στο χορό του Φιλόπτωχου Συλλόγου Κυριών καθώς πληροφορούμαστε ότι «εις την επιτυχίαν της χοροεσπερίδος ταύτης μεγάλως θα συντείνει και η υπό την διεύθυνσιν εκλεκτού μουσικού των Καλαμών μεγάλη και αρτιωτάτη μαντολινάτα».

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονίσουμε ότι κατά την περίοδο αυτή κάνει σπουδαία καριέρα στο μαντολίνο ο συμπατριώτης μας Νίκος Πετρόπουλος, εμφανίζεται μάλιστα και σε ορισμένους αστικούς αποκριάτικους χορούς.

Από τις πληροφορίες που προαναφέρθηκαν είναι προφανές ότι τη δεκαετία 1930-1940 υπάρχει η "κρίσιμη μάζα" ανθρώπων με μουσικές γνώσεις και όρεξη που οργανώνονται σε ομάδες και συμμετέχουν με διάφορους τρόπους στη ζωή της πόλης αποδίδοντας από εκκλησιαστική μουσική μέχρι άριες και καντάδες. Αναζητώντας τις ρίζες αυτού του φαινομένου θα πρέπει να φθάσουμε μέχρι το 1880 όταν η εφημερίδα "Δήμος" ανήγγειλε ότι «εν Μεσσήνη , τη αξιεπαίνω επιμονή του δημάρχου και τη συνεργασία του αξιότιμου Σχολάρχου κ. Ιωάννου Βασιλειάδου, κατηρτίσθη υπό του Γιάννου Περάκου σχολείον προς διδασκαλίαν της εκκλησιαστικής μουσικής, εν ω φοιτώσι μέχρι τούδε περί τους 25 μαθηταί του Ελληνικού Σχολείου και πολίται διδασκόμενοι δωρεάν». Και φυσικά δεν πρέπει να αγνοήσει κανένας το γεγονός ότι από τις αρχές του 20ού αιώνα λειτουργεί η Φιλαρμονική που δημιουργεί γενιές ερασιτεχνών μουσικών. Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να θυμίσουμε πως δεν υπάρχουν ραδιόφωνα -μόλις το 1938 λειτούργησε το κρατικό- και τα γραμμόφωνα είναι σπάνια. Ο κόσμος για να διασκεδάσει πρέπει να συμμετέχει ο ίδιος και αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος ενασχόλησης με τη μουσική στις διάφορες εκδοχές της.

 

ΔΥΣΚΟΛΟΙ ΚΑΙΡΟΙ

Η κατοχή δεν προσφερόταν για διασκεδάσεις, αλλά ο Τάκης Κουρής στην αφήγησή του σημειώνει ότι «κοντά στον Αγιο Δημήτριο σε ένα σπίτι μαζεύονταν λίγοι φίλοι, ο Νίκος Κουρής φλάουτο, ο Τάκης Δημητρόπουλος μαντολίνο, ο Αντώνης Λεωνιδάκος φλάουτο και άλλοι με κιθάρες έπαιζαν και τραγουδούσαν». Το μικρό αυτό απόσπασμα αποτελεί και τη γέφυρα με το πρώτο ντοκουμέντο της μεταπολεμικής περιόδου, μια φωτογραφία Μαντολινάτας με χειρόγραφη σημείωση «ενθύμιον Καθαράς Δευτέρας 1946» όπου ο Νίκος Κουρής έχει καταγράψει τα ονόματα των εικονιζόμενων: Νιόνιος Μπιζίμης, Κωνσταντίνος Κορκονικήτας, Λιακόπουλος, Σάκης Μυτιληναίος (Στέφανος Ληναίος), Αθανάσιος Μουζάκης, Γεώργιος Καντιάνης, Νικόλαος Κουρής, Παναγιώτης Τσαγκάρης, Θανάσης Μαντάς, Χαρίλης Τσοπανάκης, Σωτήρης Παπαζερβέας, Αντώνης Δημητρόπουλος, Στέλιος Γιαννόπουλος, Νίκος Κασάμης, Νιόνιος Σαλαμάνος, Αναστάσιος Πλεμμένος, Τάκης Δημητρόπουλος και ο μαέστρος Θανάσης Πετρουλάκης. Στην αφήγησή του ο Τάκης Κουρής και στο βιβλίο του ο Δημήτρης Κούτης αναφέρουν ότι μαέστρος στη μαντολινάτα ήταν ο Νίκος Σταθόπουλος, πατέρας του Χαρίλη και του Αντρέα.

Στη συνέχεια ο λόγος και πάλι στον Τάκη Παναγόπουλο: «Μετά τη γερμανική κατοχή υπήρχε Χορωδία στο Νησί με διευθυντή το Στέφανο Μυτιληναίο, τενόρο τον Τάκη Παναγόπουλο (Ντόσκα), σιγόντους τον Κώστα τον Κορκονικήτα, τον Αντώνη Δημητρόπουλο (Λεωνιδάκο), τον Τάκη Δημητρόπουλο, βαρύτονους το Στέφανο Μυτιληναίο, τον Γιώργο Καντιάνη, μπάσους το Σάκη Μυτιληναίο (σημερινό ηθοποιό Στέφανο Ληναίο), τον Γιάννη Καμπούκο γεωπόνο, τον Γιώργο Νικολόπουλο (Μπέμπη) και πολλούς άλλους». Στη δύσκολη μετεμφυλιακή περίοδο πολλοί και για διαφορετικούς λόγους έφυγαν από τη Μεσσήνη και ανάμεσα σε αυτούς και μέλη της Χορωδίας. Από το 1950 και ύστερα που επαναλαμβάνονται οι καρναβαλικές εκδηλώσεις, δομικό στοιχείο τους είναι η συμμετοχή πλέον των ντομινοφόρων με κιθάρες και μαντολίνα, όπως φαίνεται από τις περιγραφές και μπορεί να υποθέσει κάποιος ότι υπήρχαν ομάδες και παρέες που συμμετείχαν ενεργά στις καρναβαλικές και άλλες εκδηλώσεις.

Από την αφήγηση του Δημήτρη Κούτη στο βιβλίο του αλιεύουμε κάποια από τα ονόματα, έτσι όπως απαθανατίζονται και καταγράφονται στις φωτογραφίες των καρναβαλικών εκδηλώσεων: Σταύρος Σταυρόπουλος, Γιάννης Πανταζόπουλος, Δημήτρης Τσίτουρας, Χρήστος Σκλιβάκος, Θεόδωρος Δουβόγιαννης, Κώστας Κούτης, Νίκος Λιάπας, Χρήστος Αθανασόπουλος, Ιωάννης Μπρούμας, Νίκος Ηλιόπουλος, Νίκος Τσόχας, Μίμης Μιχαλόπουλος, Κώστας Παναγιωτόπουλος, Γεώργιος Καλοφωλιάς, Γεώργιος Σιαπέρας, Δημήτρης Τσούρνος, Παναγιώτης Μυτιληναίος (Τσόχας), Σταύρος Ηλιόπουλος, Δημήτρης Κούτης, Παναγιώτης Ρούτσης, Γιάννης Κυριαζόπουλος, Βασίλης Κατσουλίδης, Τάκης Παπαγιάννης, Ηλίας Μητρόπουλος, Σπύρος Κούτης, Αργύρης Φράγκος, Διονύσης Γιαννακόπουλος, Γιώργος Παπαγιάννης, Σούλης Καλοφωλιάς, Λάκης Μπίρης, Γιώργος Βλαχάκης, Αντώνης Μητσέας, Σταύρος Δαζέας, Θανάσης Καπόπουλος, Χαρίλης Σταθόπουλος, Δημήτρης Βενέρος, Γιώργος Παναγόπουλος, Αναστάσιος Καλοφωλιάς, Τάκης Δημητρόπουλος, Γιώργος Δημητρόπουλος, Τάσος Αλεξόπουλος, Πάνος Ρούτσης.

 

"ΧΟΡΩΔΙΑ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ"

Τα χρόνια περνούν, οι άνθρωποι του τόπου βιώνουν μια ακόμη δύσκολη περίοδο, η κοινωνία αλλάζει, ο πληθυσμός μειώνεται συνεχώς καθώς τμήματα του πληθυσμού αναζητούν πολιτικό και οικονομικό καταφύγιο στο λεκανοπέδιο Αττικής. Αυτοί που μένουν πίσω προσπαθούν να ανασυγκροτήσουν την κοινωνική ζωή και η Χορωδία είναι αποτέλεσμα αυτών των προσπαθειών. Φθάνουμε στο 1957, όταν ιδρύεται «η χορωδία του Νησιού» όπως την αποκαλεί ο Πότης Λουκάκος και γράφει στις 7 Ιουλίου στο "Θάρρος": «Οταν μια πόλις θέλει να δώση διαγωνισμό της προόδου της και του πολιτισμού της για να μπη στο σημερινό προοδευτικό οργασμό των άλλων πόλεων, πρέπει κάτι να έχη να παρουσιάση, κάτι δηλαδή νάχη φτιάξει για να πη ότι οι κάτοικοί της κινούνται, αγαπούν, προωθούν και συμβάλλουν για κάτι το ωραίον, το εκπολιτιστικόν που θάχουν κάνει.

Το ξέρομεν δε πολύ καλά πως για κάτι το καινούργιο, το ωραίο, που θα γίνη σ’ αυτήν, πρέπει να υπάρξουν και οι κατάλληλοι άνθρωποι, με οπλισμόν την αγάπην και την θέλησιν. Το μεγαλύτερον όπλον είναι η ανθρώπινη θέλησις και για το σπάσιμο της μούχλας που καθυστερεί την εν γενεί πρόοδόν της. Με τον πρόλογόν μου τούτον θέλω να παρουσιάσω ότι και στο Νησίο δεν λείπουν οι άνθρωποι που μπορούν όταν θελήσουν να αναλάβουν κάποια πρωτοπορία για κάτι που μπορούν να φτιάξουν στη γενέτειρά τους, σ’ εκείνην που πρωτοανάπνευσαν κι είδαν το πρώτο φως του ήλιου. Και σαν παράδειγμα πειστικότατον των όσων γράφω, σας παρουσιάζω ένα καινούργιο του Νησιού εκπολιτιστικό θαύμα που λέγεται "εκκλησιαστική χορωδία". Τώρα λίγο καιρό έγινε και προοδεύει και προχωρεί και μπορεί να εξισωθεί με τα άλλα μουσικά συγκροτήματα του Νομού.

Στη δημιουργία λοιπόν του άριστου αυτού μουσικού μας συγκροτήματος που το αποτελούν νέοι γεμάτοι αγάπη για το Νησί, πρωτεύοντα ρόλο έπαιξε ο δημιουργός του κ. Χούλιαρης απόφοιτος και διπλωματούχος του Αθηναϊκού Κρατικού Ωδείου. Η πανώργια αυτή ανθρώπινη μουσική ανθοδέσμη του Νησιού που διαρκώς πλαισιούται, μεγαλώνει και τελειοποιείται, χρειάζεται πολύ να προσεχτεί από τους Νησιώτας, οι οποίοι πρέπει ν’ αγκαλιάσουν με στοργή τα φιλότιμα αυτά παιδιά και να παράσχουν κάθε δυνατήν ηθικήν ενίσχυσιν στο προοδευτικό ανέβασμά τους γιατί βλέπουν καθαρά πως σε λίγο καιρό θα γίνη με την θερμήν των κατοίκων υποστήριξιν, ένα από τα λαμπρότερα μουσικά ερασιτεχνικά σωματεία Χορωδίας και Μανδολινάτας, ζηλευτό και στόλισμα του Νομού μας ολόκληρου. Υπολογίζω και έχω πεποίθησιν στο αγκάλιασμα της χορωδίας μας και την παροχήν ενισχύσεως που ήθελε ζητηθεί για την τελειοποίησίν της. Σ’ όλα δε τα φιλότιμα και προοδευτικά αυτά παιδιά της Χορωδίας μας και ιδιαίτερα στο δημιουργό της μαέστρο κ. Χούλιαρη σφίγγω το χέρι».

Από την πλευρά του ο Τάκης Παναγόπουλος αφηγείται: «Τη δεκαετία του 1950 υπήρχε χορωδία στο Νησί με διευθυντή τον αριστούχο του ελληνικού ωδείου Νίκο Χούλιαρη, τενόρο τον Τάκη Παναγόπουλο (Ντόσκα), τον Πέτρο τον Μπεσή, σιγόντους το Νίκο Χούλιαρη, τον Τάκη Δημητρόπουλο, τον Αντώνη Δημητρόπουλο (Λεωνιδάκο), βαρύτονους τον Σταύρο τον Κοντούλη, τον Γιώργο Παναγόπουλο, τον Μίμη Πανταζόπουλο, το δάσκαλο Ξηρόγιαννη από το Στρέφι, μπάσους τον Παναγιώτη Ηλιόπουλο (Σπετσιέρη), τον Θανάση Καπόπουλο και πολλούς άλλους. Ψέλναμε τη λειτουργία στην εκκλησία και είχαμε δώσει και συναυλίες στο κινηματοθέατρο Κουζή, όπου τραγουδούσαμε χορωδιακά μέρη από διάφορες όπερες, δημοτικά τραγούδια και διάφορα τραγούδια Ελλήνων και ξένων συνθετών. Στις συναυλίες αυτές είχα σολάρει πολλές φορές και με συνόδευε ο Μιμίκος ο Κούτης και η μαντολινάτα του Νίκου του Χούλιαρη».

Τους συντελεστές μιας τέτοιας συναυλίας η οποία δόθηκε μάλλον το 1960 καταγράφει ο Δημήτρης Κούτης στο βιβλίο του που σημειώνει ότι ο Τάκης Παναγόπουλος εμφανίστηκε ως τενόρος σε τρία σόλο "Αχ γιατί" του Στρουμπούλη, "Νερωμένο κρασί" του Χατζηαποστόλου και "Βαρκαρόλα" του Λαυράγκα. Τον συνόδευαν ο Δημήτρης Κούτης κιθάρα, ο Παναγιώτης Ηλιόπουλος μαντολίνο και ο Νίκος Χούλιαρης μαντολίνο. Μεταξύ των άλλων πήραν μέρος οι Γιάννης Πριστοπύρης, Νίκος Λαμπρόπουλος, Πόπη Θωμοπούλου, Τάσης Βασιλαδιώτης, Γεώργιος Θωμόπουλος, Γεώργιος Παπαγιάννης, Σούλης Καλοφωλιάς, Γεώργιος Βλαχάκης, Γεώργιος Αναζίκος, Σταύρος Κοντούλης, Γεώργιος Νέλος, Γρηγόρης Λαμπρόπουλος, Θεόδωρος Παρασκευόπουλος, Γεώργιος Πατρινιός, Στάθης Ντουφεξής, Παναγιώτης Αναζίκος, Θανάσης Καπόπουλος, Γιάννης Σπηλιόπουλος, Γιάννης Θεοδωρόπουλος, Χρήστος Παπανικολόπουλος και Κώστας Σπανός.

 

ΤΕΛΟΣ ΕΠΟΧΗΣ

Η Χορωδία και Μανδολινάτα λειτούργησε με αυτό τον τρόπο μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, καθώς στη συνέχεια έφυγαν για την Αθήνα για διάφορους λόγους τόσο ο Νίκος Χούλιαρης όσο και ορισμένα από τα μέλη της. Στο μεταξύ τα μουσικά ακούσματα είχαν αλλάξει, οι καντάδες άφησαν τη θέση τους στο λαϊκό τραγούδι και τις μπαλάντες που άνθησαν αυτή τη δεκαετία με την παρουσία σπουδαίων δημιουργών και ερμηνευτών. Ως εκ τούτου περιορίζεται και η δραστηριότητα των χορωδιακών συνόλων και στη Μεσσήνη ουσιαστικά για κάποια χρόνια η δραστηριότητα εξαντλείται ουσιαστική στην παρουσία της Χορωδίας και Μανδολινάτας στα καρναβάλια. Από το 1983 ο Δημήτρης Κούτης λειτουργεί την μουσική σχολή "Ιαμβος" η οποία και στηρίζει τις δραστηριότητες της Χορωδίας και Μαντολινάτας, ενώ ταυτοχρόνως η μουσική εκπαίδευση παίρνει άλλες διαστάσεις καθώς όλο και περισσότεροι νέοι από μικρή ηλικία μαθαίνουν μουσική και μουσικά όργανα. Η φυσική φθορά της Χορωδίας και Μαντολινάτας και οι μεγάλες αλλαγές στα μουσικά ακούσματα ατονούν τη δραστηριότητά της και περιορίζουν τις εμφανίσεις της. Η προσπάθεια να ενεργοποιηθεί και πάλι ένα τέτοιο σχήμα αποτυπώνεται στην σημερινή εκδήλωση με τη συμμετοχή παλιών και νέων χορωδών και μουσικών. Είναι βέβαιο ότι το παλιό δεν μπορεί να αναστηθεί. Στη θέση του επιχειρείται να δημιουργηθεί κάτι καινούργιο που χρειάζεται να ενσωματώσει την παράδοση αλλά και τη μεγάλη εμπειρία από ανάλογα εγχειρήματα. Οι άνθρωποι που αγαπούν τη μουσική και το τραγούδι δεν έλειψαν ποτέ από την πόλη. Σήμερα ίσως περισσότερο από ποτέ οι νεότεροι γνωρίζουν μουσική και δημιουργούν τη δική τους παράδοση, στους δικούς τους δρόμους. Είναι και αυτοί που θα κρίνουν την πορεία κάθε μουσικού εγχειρήματος.

Εδώ η ιστορική διαδρομή έφθασε στο τέλος της. Προσπαθήσαμε να συνθέσουμε τη συλλογική μνήμη μέσα από διάφορα υλικά. Ανακαλύψαμε ότι οι ρίζες της Χορωδίας και Μαντολινάτας είναι βαθιές, φθάνουν τουλάχιστον μέχρι το Μεσοπόλεμο. Οι ταλαντώσεις που την έφεραν άλλοτε πάνω και άλλοτε κάτω, αντανακλούν την ταραγμένη περίοδο από τη δεκαετία του 1930, μέχρι τη δεκαετία του 1960. Υποδηλώνουν τη θέληση των ανθρώπων που έμειναν στο γενέθλιο τόπο να μάθουν και να δημιουργήσουν, να σπρώξουν τα πράγματα στο καλύτερο. Σήμερα σε τούτο τον τόπο συναντήθηκαν και εκείνοι που έμειναν και εκείνοι που έφυγαν, και οι παλιοί και οι νέοι. Μια συνάντηση νοσταλγική αλλά και αισιόδοξη, με τη μουσική και το τραγούδι να δίνουν τον τόνο. Και την ελπίδα ότι δεν θα σταματήσουμε ποτέ και μέσα στις δυσκολίες να τραγουδάμε για ένα κόσμο καλύτερο, όπως έκαναν όλοι εκείνοι που ζωντάνεψαν σε διαφορετικές φάσεις τη Χορωδία και Μαντολινάτα.

* Ομιλία στην εκδήλωση που οργάνωσε το Σωματείο Εθελοντών Μεσσήνης