Οι σύντροφοι έδειξαν στην απολογία τους αρκετό ταξικό θάρρος, αναπτύξαντες τους αγώνες του κόμματος υπέρ των εργατών και των φτωχών αγροτών. Το δικαστήριο αφού απήλλαξε 5 απ' αυτούς, τους συντρόφους Ν. Γρηγορόπουλο, Α. Αποστολόπουλο, Κ. Μακρόπουλο, Λ. Χριστόπουλο και Κ. Μαυρούλη, κατεδίκασε τους υπόλοιπους 10 συντρόφους: Α. Ρηγανάκο 2 χρόνια φυλάκιση και 1 χρόνο εξορία στη Γαύδο, Α. Τσαούση 2 χρόνια φυλάκιση και 1 χρόνο εξορία στον Αγιο Ευστράτιο, Ν. Τσουμπράκο 1,5 χρόνο φυλακή και 8 μήνες εξορία στη Σίκινο, Ι. Λεάκο 1,5 χρόνο φυλακή και 8 μήνες εξορία στα Αντίψαρα, Γ. Μπιλάλη 1 χρόνο φυλακή και 6 μήνες εξορία στη Σίκινο, Γ. Τερζάκη σε 2 χρόνια φυλακή και 1 χρόνο εξορία στη Γαύδο, Π. Καταβέλη 1 χρόνο φυλακή και 6 μήνες εξορία στα Αντίψαρα, Γ. Μάντζαρη σε 6 μήνες φυλακή και 3 μήνες εξορία στη Σίκινο και Γ. Ζερμπίνο 6 μήνες φυλακή και 3 μήνες εξορία στη Σίκινο” (423).
Ακολουθεί μια νέα ανταπόκριση με αναλυτική περιγραφή της δίκης, όπου φαίνεται πως κάτω από την απειλή σκληρών ποινών, υπήρξαν και ρήγματα στις γραμμές του ΚΚΕ και των κατηγορουμένων: “Στο εδώ Πλημμελειοδικείο, όπως εγκαίρως σας τηλεγράφησα, δικάστηκαν 15 φτωχοί αγρότες για παράβαση του Ιδιωνύμου. Η δίκη άρχισε το πρωί της 30 του Γενάρη και τελείωσε το βράδυ της 31. Τόσο οι εργάτες της Καλαμάτας όσο και οι φτωχοί αγρότες παρακολούθησαν τη δίκη αυτή με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Οι βαρειές ποινές που επέβαλε το δικαστήριο προκάλεσαν τη γενική αγανάχτηση των καταπιεζομένων της περιφερείας μας. Κατηγορούμενοι ήταν οι εξής: Αν. Ρηγανάκος, Ν. Τσουμπράκος, Ιω. Λεάκος, Ανδρ. Τσαούσης, Γεωργ. Δ. Μπιλάλης, Νικ. Γρηγορόπουλος, Γεωργ. Τερζάκης, Παναγ. Καταβέλης, Αθ. Μπερεδήμας, Γεωργ. Μάντζαρης, Γεωργ. Αποστολόπουλος. Δημ. Χριστόπουλος, Κώστας Μακρόπουλος, Ηλίας Μαυρούλης, Γεώργ. Ζερμπίνος. Από τους κατηγορούμενους έλειπαν τέσσερεις και δικάστηκαν ερήμην. Αυτοί είναι οι εξής: Ν. Τσουμπράκος, Ι. Λεάκος, Γ.Μπιλάλης, Π. Καταβέλης. Οι κατηγορούμενοι Ρηγανάκος, Τσαούσης. Μάντζαρης, Τερζάκης, Μαυρούλης, Γρηγορόπουλος και Μπερεδήμας ανάθεσαν την υπεράσπισή τους στην Εργατική Βοήθεια, εκ μέρους της οποίας παρέστησαν συνήγοροι ο σ. Κατηφόρης και οι Αντωνόπουλος και Κουλουμβάκος. Οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι είχαν άλλους συνηγόρους. Απ' αυτούς ο Χριστόπουλος έπαιξε κατά τη διάρκεια της δίκης το ρόλο του χαφιέ. Αρνήθηκε πως είναι κομμουνιστής και ζήτησε ν' αθωωθεί με χαφιεδισμούς σε βάρος των συντρόφων κατηγορουμένων, πράγμα που επέτυχε. Η κατηγορία βασίστηκε σε προκηρύξεις που μοίρασε η Κομμουνιστική Αχτίδα και με τις οποίες καλούσε τους αγρότες σε ένοπλα συλλαλητήρια κατά των φόρων. Επίσης και στα αρχεία της οργάνωσης που μολονότι αναφέρονται κατά το πλείστον στα 1927, χρησίμευσαν ως “πειστήρια” στο αστικό δικαστήριο. Πρέπει να σημειωθεί πως τα αρχεία πιάστηκαν από δειλία του αγρότη Ποτηριάδη, στον οποίο η οργάνωση έκανε το λάθος να τα “εμπιστευτεί” και ο οποίος χρησιμοποιήθηκε απ' την Ασφάλεια για μάρτυς κατηγορίας. Ως τόσο όλα αυτά τα στοιχεία όπως απέδειξαν οι συνήγοροι ήταν τελείως ανίκανα για να στηρίξουν την κατηγορία για παράβαση του Ιδιώνυμου. Και το δικαστήριο βασίστηκε μόνον στη δήλωση των συντρόφων μας πως είναι κομμουνιστές για να τους καταδικάσει. Στην αρχή της διαδικασίας η υπεράσπιση των συντρόφων μας μέσω των συνηγόρων σ. Κατηφόρη και κ.κ. Αντωνόπουλου και Κουλουμβάκου, προτείνει την ένσταση ότι δεν μπορεί το δικαστήριο να δικάσει την υπόθεση γιατί εκκρεμεί ακόμη στο Συμβούλιο των Εφετών η ανακοπή κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών. Η ένσταση απορρίπτεται κατά τρόπο σκανδαλώδη. Κατόπιν ο συνήγορος κ. Φαρίνος προτείνει ένσταση αντισυνταγματικότητας του Ιδιωνύμου που την αποδεικνύει διά μακρών. Ο σ. Κατηφόρης προτείνει την αναρμοδιότητα του δικαστηρίου γιατί το αδίκημα είναι πολιτικό και αδίκημα Τύπου και ζητάει να παραπεμφθεί η υπόθεση στο Κακουργοδικείο. Το δικαστήριο αποσύρεται σε διάσκεψη και οι ενστάσεις απορρίπτονται. Εξετάζεται πρώτος ο αγρότης Ποτηριάδης που εκθέτει πως ο σ. Ρηγανάκος του εμπιστεύθηκε το αρχείο της Οργάνωσης και κείνος το παρέδωσε στην Αστυνομία. Υστερα εξετάζεται ο χωροφύλακας Παπαδόπουλος που είχε κάνει την έρευνα με τον ενωμοτάρχη στο σπίτι του Ποτηριάδη. Υστερα έρχεται ο ανθυπασπιστής της Χωροφυλακής Βεργίνης. Δεν ξέρει παρά μόνον πως οι κατηγορούμενοι είναι κομμουνιστές και ανήκουν όπως λέγει στην “πύρινη κομμούνα” (δηλαδή στον κομμουνιστικό πυρήνα). Δεν ξέρει αν μοίρασαν οι κατηγορούμενοι τις προκηρύξεις μα είναι βέβαιο πως ήξευραν κι αυτοί. Αρνείται να καταθέσει από πού έχει τις πληροφορίες γιατί αυτά είναι “μυστικά της υπηρεσίας”. Σε ερώτηση των συνηγόρων αν ξέρει τι γίνεται έξω από την Καλαμάτα, εκείνος δηλώνει πως ξέρει και στο Παρίσι τι γίνεται. Γίνεται τόσο γελοίος στην εξέτασή του ώστε επεμβαίνει ο πρόεδρος για να τον “προστατεύσει”. Υστερα έρχεται ο εργάτης Γκλεγκλές, που κατά λάθος έχει προταθεί για μάρτυς κατηγορίας. Καταθέτει πως ξέρει τους κατηγορούμενους για συνειδητούς εργάτες που αγωνίζονται για τα συμφέροντα της τάξης τους. Κατόπιν έρχεται ο μάρτυς Ματσούκας, χωροφύλακας, που καταθέτει πως στα αρχεία είδανε γραμμένα τα ονόματα των κομμουνιστών της Καλαμάτας. Το απόγευμα εξετάζεται ο γνωστός χαφιές της περιφέρειας Ναθαναήλ που δεν ξέρει τίποτε συγκεκριμένο για την υπόθεση που δικάζεται, ξέρει όμως πως ο Ρηγανάκος εχρημάτισε γραμματέας της Αχτίδας. Σε ερώτηση της υπεράσπισης από πού έχει την πληροφορία του αρνείται ν' απαντήσει γιατί αυτά λέει είναι “μυστικά της υπηρεσίας”. Η υπεράσπιστη τότε υποβάλλει την αίτηση στο δικαστήριο να υποχρεωθεί ο μάρτυς να φανερώσει τις πηγές από τις οποίες έχει τις πληροφορίες του, γιατί διαφορετικά ο κατηγορούμενος δεν μπορεί ν' αμυνθεί. Το δικαστήριο απορρίπτει την ένσταση. Συνεχίζοντας ο μάρτυς εκθέτει το μηχανισμό του κόμματος και λέει για τον σ. Τσαούση ότι απεστάλη ως οργανωτής και κυκλοφορούσε με το ψευδώνυμο Νίκος. Κατόπιν εξετάζεται ο χωροφύλακας Ντούνας, ο οποίος καταθέτει πως ο κατηγορούμενος σ. Μπερεδήμας έστειλε τον σ. Τσαούση στο Χριστόπουλο και αυτός έδωσε τις προκηρύξεις στο Μακρόπουλο για να τις μοιράσει στην Οιχαλία. Κατόπιν εξετάζεται ο μάρτυς Πετρέας χωροφύλακας που ξέρει για το σ. Μπερεδήμα μόνο πως είναι κομμουνιστής. Τέλος εξετάζεται ο χωροφύλακας Πετρόπουλος. Λέγει πως ο Ρηγανάκος πήγε στο χωριό Λογγά και την επομένη κυκλοφόρησαν οι προκηρύξεις. Μετά την ανάγνωση από τον πρόεδρο μερικών ενόρκων καταθέσεων κατά του σ. Τερζάκη για τον οποίο λένε πως έκανε προπαγάνδα σε μαθητές, οι κατηγορούμενοι καλούνται ν' απολογηθούν. Πρώτος καλείται ο σ. Τσαούσης που δηλώνει πως είναι κομμουνιστής και ακολουθεί τη γραμμή του Κ.Κ. Ο πρόεδρος δεν του επιτρέπει να συνεχίσει. Κατόπιν ο σ. Ρηγανάκος δηλώνει επίσης πως ανήκει στο Κ.Κ. Γιατί μόνο αυτό αγωνίζεται για τα συμφέροντα των εργαζομένων μαζών. Κατόπιν απολογείται ο Γρηγορόπουλος που δηλώνει πως ήταν άλλοτε αγωνιστής, σήμερα όμως δεν μπορεί ν' ανταποκριθεί στις ανάγκες του κινήματος. Κατόπιν απολογείται ο σ. Τερζάκης, ένας νέος αγρότης. “Είμαι, λέει, ένας φτωχός αγρότης. Αγωνίζομαι για τα συμφέροντα της τάξης μου. Γι' αυτό ακολουθώ το Κομμουνιστικό Κόμμα που αγωνίζεται για τα συμφέροντα των φτωχών αγροτών. Εγώ μοίρασα τις προκηρύξεις”. Υστερα απολογείται ο Αποστολόπουλος, που αρνείται κάθε συμμετοχή στη διανομή των προκηρύξεων. Ο σ. Μπερεδήμας δηλώνει πως είναι κομμουνιστής. Κατόπιν απολογείται ο Ζερμπίνος που δηλώνει πως δεν είναι κομμουνιστής και τέλος απολογείται ο σ. Μαυρούλης που λέει πως είναι κομμουνιστής και πιάστηκε γιατί φιλοξένησε το σ. Τσαούση στο σπίτι του. Στο σημείο αυτό διακόπτεται η δίκη για το επόμενο απόγευμα, Ο εισαγγελέας μιλάει δι' ολίγων και ευρίσκεται σε προφανή αδυναμία να στηρίξει την κατηγορία. Κατόπιν μιλούν οι συνήγοροι των κατηγορουμένων που έχουν ξεχωριστή υπεράσπιση και στο τέλος μιλάνε οι συνήγοροι των συντρόφων μας Κουλουμβάκος, Αντωνόπουλος και Κατηφόρης που καταρρίπτουν το κατηγορητήριο. Μετά τις αγορεύσεις των συνηγόρων το δικαστήριο αποσύρεται σε διάσκεψη και επανερχόμενο ανακοινώνει την απόφασή του. Με την απόφαση αυτή σε καταδικασθέντες επιβάλλονται ποινές συνολικά 16 χρόνων και 7 μηνών φυλάκιση και εξορία. Κατά της απόφασης έγινε έφεση που θα δικαστεί στο Ναύπλιο. Ιδιαίτερα πρέπει να τονιστεί το ενδιαφέρον με το οποίο παρακολούθησαν τη δίκη οι εργάτες και αγρότες της Καλαμάτας και των χωριών της. Και τις δύο μέρες η αίθουσα του δικαστηρίου ήταν κατάγεμη από πυκνό ακροατήριο σε τρόπο που να μη χωράει πιά” (424).
Σε όλες τις υποθέσεις ασκείται έφεση: “Στις 13 του μηνός εξεδικάσθη στο Εφετείο Ναυπλίου η έφεση του σ. Ν. Τσώνη, ο οποίος είχε δικασθεί από το Πλημμελειοδικείο Καλαμών σε 6 μήνες φυλακή και 2 μήνες εξορία. Ο σύντροφος απολογούμενος υπερασπίστηκε τη γραμμή του κόμματός μας. Το Εφετείο τον αθώωσε. Στις 3 Απριλίου θα εκδικασθεί από το ίδιο Εφετείο η έφεση των σ. Α. Τσαούση, Α. Ρηγανάκου και Γ. Τερζάκη, οι οποίοι έχουν δικασθεί σε 2 χρόνια φυλακή και 1 χρόνο εξορία ο καθένας και των σ. Γ. Μάντζαρη, Γ. Ζερμπίνου και Α. Μπερεδήμα, οι οποίοι έχουν δικασθεί σε 6 μήνες φυλάκιση και 3 μήνες εξορία ο καθένας” (425).
Στο Εφετείο Ναυπλίου μετριάζονται οι ποινές: “Χθες δικάστηκε από το Εφετείο η έφεση των αγροτών Καλαμών, που είχανε καταδικαστεί από το Πλημμελειοδικείο Καλαμάτας σε πολυετή φυλάκιση και εξορία. Κατηγορούμενοι ήταν οι σύντροφοι Ρηγανάκος, Τσαούσης, Τερζάκης, Μάντζαρης, Μπερεδήμας και Ζερμπίνος. Συνήγορός τους από την Εργατική Βοήθεια ήταν ο σ. Κατηφόρης. Μάρτυρες είχαν έρθει χαφιέδες από την Καλαμάτα. Το αστικό δικαστήριο παρότι δεν προέκυψαν στοιχεία πραγματικά εναντίον τους, τουςδίκασε [...] Οπως ανέφερε και ο εισαγγελέας δεν προκύπτουν στοιχεία ενοχής, αλλά υπεστήριξε ότι η απολογία τους είναι αρκετή για να καταδικαστούν. Ο σ. Κατηφόρης κατέρριψε ένα-ένα τα στοιχεία της κατηγορίας και απέδειξε ότι η αστική δικαιοσύνη είνα δικαιοσύνη εκδικητική της αστικής τάξης κατά των εργατών και αγροτών. Παρ' όλη την αντιδραστικότητά του το αστικό δικαστήριο αναγκάστηκε να ελαττώσει στο μισό τις ποινές που είχε επιβάλει το Πλημμελειοδικείο Καλαμάτας ως εξής: Ρηγανάκος, Τσαούσης και Τερζάκης σε ενός χρόνου φυλακή και έξη μηνών εξορία. Μπερεδήμας, Ζερμπίνος και Μάντζαρης σε 6 μηνών φυλακή και 2 μηνών εξορία” (426).
Οι διώξεις συνεχίζονται και συλλαμβάνονται πάλι τα ίδια στελέχη του κόμματος, ενώ ο “Ριζοσπάστης” καταγγέλλει ως υπεύθυνο των κανιβαλισμών σε βάρος τους, το μοίραρχο Γιαλουράκο: “Τις παραμονές της Πρωτομαγιάς τα όργανα της Ασφάλειας συνέλαβαν τους συντρόφους Γ. Μπιλάλη και Ν. Τσουμπράκο, την ώρα που έβγαιναν με τις προκηρύξεις της Πρωτομαγιάς απ' το τυπογραφείο Βουγιούκα. Τους πρόδωσε ο ίδιος ο ιδιοκτήτης του τυπογραφείου. Μόλις τους συνέλαβαν άρχισαν να τους χτυπάνε σε διάφορα μέρη του σώματος, όταν δε τους μετέφεραν στο Τμήμα τους έδεσαν και τους χτυπήσανε μέχρις αναισθησίας. Τους σπάσανε τα κεφάλια και τις μύτες σε τέτοιο δε σημείο έφτασε η αιμμοραγία, ώστε οι δυο σύντροφοί μας έμειναν αναίσθητοι. Κατόπιν τους απομόνωσαν κι απαγόρευσαν κάθε επικοινωνία μαζί τους. Ακόμη και η επίσκεψη του γιατρού και της Εργατικής Βοήθειας απαγορεύτηκε. Ο σ. Αναγνωστόπουλος κατώρθωσε να επικοινωνήσει με τους κρατούμενους, όταν όμως τον αντιλήφθησαν οι χαφιέδες τον συνέλαβαν και αφού τον έδεσαν, τον χτύπησαν τόσο, ώστε ο σύντροφός μας λιποθύμησε δυο φορές. Κατόπιν τον κράτησαν και υπέβαλαν μήνυση εναντίον του. Οι χαφιέδες αφού οργίασαν σε βάρος των συλληφθέντων, προσπάθησαν ύστερα να δικαιολογήσουν τους καννιβαλισμούς τους. Λέγοντας ότι ήταν αγαναχτισμένοι, γιατί όλη νύχτα περίμεναν άυπνοι για να τους πιάσουν. Οι σύντροφοι Μπιλάλης, Τσουμπράκος και Αναγνωστόπουλος παραπέμφθηκαν την άλλη μέρα σε ταχεία ανάκριση και προφυλακίστηκαν για παράβαση του Ιδιωνύμου. Πρέπει να σημειωθεί ότι διοικητής της Ασφάλειας είναι ο περίφημος Γιαλουράκος, γνωστός κομμουνιστοφάγος, συνένοχος των εμπρηστών της σπείρας Βιτάλ, την οποία διευκόλυνε στη δράση της και έπαιρνε κι αυτός τη σχετική μίτζα του. Αυτό είναι το χτήνος, του οποίου έργα είναι οι πιο πάνω καννιβαλισμοί σε βάρος των συντρόφων μας” (427).
(423) “Ριζοσπάστης” 2/2/1931
(424) “Ριζοσπάστης” 5/2/1931
(425) “Ριζοσπάστης” 20/3/1931
(426) “Ριζοσπάστης” 6/4/1931
(427) “Ριζοσπάστης” 8/5/1931