«Το τραγικόν τέλος ενός πρωτοπόρου ιδεαλιστού, του Λούλη Τσικλητήρα, έδωσεν αφορμήν, δικαίαν άλλως τε, βαθειών κρίσεων της ψυχοσυνθέσεως του σημαιοφόρου τούτου της αναστατώσεως των αγροτικών μαζών κατά τα τελευταία έτη, ιδία εν τη επαρχία μας Πυλία. Δεν κατέχω τα στοιχεία του χρονικού προσδιορισμού της στροφής της ψυχής του προς τον αριστερισμόν, γνωρίζω μόνον ότι το σπέρμα τούτο είχεν επιφέρει πραγματικήν αναστάτωσιν και μέθην, εν τω όντως νευρασθενικώ οργανισμώ του. Αι θεωρίαι της αριστεράς κατευθύνσεως, αι οποία από πολλού χρόνου εξεδηλούντο ως σοσιαλισμός και εις την εξέλιξιν του λενινισμού, όστις διά της Ρωσσικής επαναστάσεως απέκτησεν τοιαύτην πραγματικότητα εν τω Κόσμω, ενεδυνάμωσαν εν αυτώ την επαναστατικήν ιδέαν μέχρι τελείας αιχμαλωσίας της ψυχής του, ώστε να την καταστήσωσι έμμονον.
Πλην αι συνθήκαι της πολιτικής ζωής ιδία μετά την Εθνικήν διαίρεσιν εν Ελλάδι, έθεσαν προ του δρόμου ανυπέρβλητα εμπόδια τα οποία, ενώ ώφειλε να υπερβή φανερά και κατά μέτωπον, παρεσύρετο από την σπουδήν της αφίξεως προς τον τελικόν σκοπόν, εις μέσα πλαγίας λοξοδρομήσεως και ψυχικής μεταμφιέσεως.
Δεν επικροτώ το δόγμα “ο αποθανών δεδικαίωται”. Τα ανάγλυφα των εμφανιζομένων πρωτοπόρων προς μίαν νέαν σταδιοδρομίαν της ανθρωπότητος, και σημαιοφόρων δοξασιών, αίτινες πραγματοποιούμεναι μεταβάλλουν τας τύχας ταύτης, δέον να παρίστανται με όλας των τας ψυχικάς εκδηλώσεις και συνθέσεις, ίνα, ο κριτικός και ιστορικός του μέλλοντος, δυνηθή να απεικονίση την πραγματικήν εικόναν τους, ήτις θα χρησιμεύσει ως δίδαγμα της συγχρόνου γενιάς.
Τον Λούλην Τσικλητήραν εγνώρισα το πρώτον κατά το 1920 εν Αθήναις προπαγανδίζοντα την Ρωσσικήν επανάστασιν. Πληροφορούμενος τας δημοκρατικάς αρχάς μου, οίτινες την εποχήν εκείνην εθεωρούντο αριστερισμός, προσεπάθει να με μυήσει εις τας επαναστατικάς του θεωρίας. Εις τας αντιρρήσεις μου, ότι το οικοδόμημα πρέπει να αρχίση εκ θεμελίων, και όχι από τα κεραμίδια και ότι, εφ’ όσον δεν εγκατασταθή το πρώτον Δημοκρατικόν Πολίτευμα, εν τω πλαισίω του οποίου ελευθερούται η συνείδησις του ατόμου και λύονται τα δεσμά της σκέψεως δεν πρέπει ουδέ καν να γίνεται λόγος ότι είναι δυνατόν τοιαύται μάλιστα τολμηραί σκέψεις να εξωτερικευθώσιν εν τω Δυναστικών Πολιτεύματι. Εν τούτοις η υποβολή ήτο τοιαύτη εν τη ψυχή του, ώστε δεν διέκρινε τις άλλο τι ή την σπουδήν να φθάση εις το τέρμα, έστω και μόνος.
Κατήλθεν προς τας μάζας και τον πρώτον δυσφορούντα εργάτην ή διαμαρτυρόμενον αγρότην εις όν ανέπτυσσε τας θεωρίας του μέλλοντος Παραδείσου και δεν εδυσκολεύετο να δηλώση, ότι ασπάζεται πλήρως τας επαγγελίας του, τον ενέγραφε ως οπαδόν του.
Με τους ούτω σχηματιζομένους πυρήνας, δι’ ακόνου και θαυμαστής όντως υπομονής και ιεραποστολικής ακαμάτου σωματικής πάλης, από χωριό σε χωριό, από καλύβη σε καλύψη, νύκτας και ημέρας, χειμώνος και θέρους, πεζοπορών, εσχημάτισε τους Αγροτικούς Συλλόγους. Αλλά ενταύθα αρχίζει να εμφανίζεται ο άλλος Τσικλητήρας, τον οποίον εφόνευσε προχθές ο Λούλης Τσικλητήρας.
Εις τας οικονομικάς δυσπραγίας των αγροτών, ιδία των σταφιδοπαραγωγών της περιφερείας μας εύρισκον ευχάριστον ηχώ οι επαγγελίαι του. Η εμφάνισίς του εις όλα τα μέτωπα των σταφιδικών αγώνων και Αγροτοεργατικών Συνεδρίων έδωκαν την ελπίδα εις τον αγροτικόν πληθυσμόν της Πυλίας, ότι είναι ο μόνος σωτήρ του. Και είνε άξιοι επαίνου οι αγρόται ούτοι διότι τον ανέδειξαν αντιπρόσωπόν τον προς αποτίναξιν του ζυγού των εκμεταλλευτών, χωρίς να κρίνουν αν αι διδόμενοι επαγγελίαι ήσαν πραγματοποιήσιμοι. Ο Λούλης επίστευεν ότι ήσαν πραγματοποιήσιμοι; Οχι! Εν τούτοις ο πολιτικός Τσικλητήρας επεβλήθη και τον ώθει να σπεύδη προς το βουλευτικόν αξίωμα. Και γεννάται το ερώτημα:
- Επίστευεν ο Λούλης Τσικλητήρας ότι, ακολουθών τον πολιτικό Τσικλητήρα και αφίνων αδιαπαιδαγώγητον την μάζαν να λέγεται μόνον Αγροτική και εν ταυτώ να άδη του “Αητού το Γυιό” θα επιβάλη τας ιδεολογικάς αρχάς του από του βήματος της Βουλής; Εάν ναι, τότε συγχωρητέος ο Λούλης, αλλ’ εν τοιαύτη περιπτώσει δεν ήτο ο ενδεδειγμένος ηγέτης ενός τόσον μεγάλου αγώνος, διότι τοιαύται νεωτεριστικαί αρχαί ουδέποτε είναι δυνατόν να επιβληθώσιν εκ των άνω, αλλά και διότι παρουσίαζεν ούτω ανακολουθίαν, αφού η αρχική βάσις του αγώνος του ήρξατο εκ των κάτω διά συνειδητής οργανώσεως της μάζης. Εάν όχι τότε ωθείτο από μίαν άκρατον φιλοδοξίαν, οπότε ασυγχώρητος. Η τελευταία του σύμπραξις προς τους Βασιλόφρονας ενισχύει το δεύτερον, ότι ο ιδεολόγος Λούλης Τσικλητήρας υπετάγη εις τον πολιτικόν Τσικλητήρα.
Εμφανισθείς ούτω περιβεβλημένος την Βασιλικήν πορφύραν προς τους φίλους του αγρότας, από τους μεν ακραιφνείς εδέχετο τραχείας επικρίσεις και αποκηρύξεις, από τους άλλους δε τους οποίους είχε παρασύρει ασυνειδήτως άνευ γεύσεως άκρω δακτύλω της αγροτικής ιδεολογίας ήκουε τας φρενιώδεις ιαχάς υπέρ της Δυναστείας, αίτινες επλήγωναν βαθειά το ιδεολογικόν ποσοστόν της ψυχής του. Τότε ήλθε εις την συναίθησιν του τρομερού ολισθήματος εις ό είχον παρασυρθή και κατεβλήθη εις μελαγχολίαν υπό την πίεσιν του ελέγχου της συνειδήσεως. Εν τούτοις εις τον πολιτικόν Τσικλητήρα απέμεινε εισέτι κάποια ελπίς ότι, γενόμενος βουλευτής, θα δυνηθή διά της μελλούσης στάσεώς του εν τη συνελεύσει να εξιλεωθή. Αλλ’ όταν και η τελευταία αύτη ελπίς εξέλιπεν ευρέθη προ ανυπερβλήτου αδιεξόδου, το οποίον έθετε τέρμα εις την πολιτικήν του σταδιοδρομίαν, προπάντων την ιδεολογικήν, άνευ της οποίας ούτος δεν ησθάνετο την ζωήν και όπως έσπευδε διά τον σκοπόν του, ως είπομεν, ούτως έσπευσε και έδωκε τέλος εις την ούτω διαγραφείσαν ζωήν του.
Ο ούτω τερματισθείς ρόλος του Λούλη Τσικλητήρα έχει τούτο το μέγα ενδιαφέρον: ότι εν τη διαδικασία της ψυχικής ήτις προηγήθη της τραγικής αποφάσεως μεταξύ του ιδεολόγου Λούλη Τσικλητήρα και του πολιτευτού Τσικλητήρα, διαγράφεται ο αγών των δύο πολιτικών κόσμων, οίτινες από 25ετίας συγκρούονται εν Ελλάδι με σχετικήν αναλογίαν. Δίδει αφ’ ενός ένα υπέροχο δίδαγμα προς τους συγχρόνους πολιτευόμενούς μας και οπωσδήποτε ημπορεί να δονήση και μίαν χορδήν της συνειδήσεώς των, αφ’ ετέρου αφήνει υπέροχον πολιτικήν διαθήκην εις πάντα νεοϊδεάτην όπως προσέχη και μη βρεθή εις το αδιέξοδον αυτού, όταν αναλαμβάνη την σημαίαν τόσο υψηλών και ευγενών αγώνων. Προς δε ανοίγει και τους οφθαλμούς της αγροτικής μάζας, αν θέλει να απαλλαγή της Λερναίας Υδρας, ήτις απομυζά τον ιδρώτα της, να σταθμίζη καλώς τους χαρακτήρας όταν πρόκειται να τίθεται υπό την σημαίαν του Α’ ή Β’ αγροτοπατέρα σκορπίζοντος και υποσχόμενου Μωαμεθανικούς παραδείσους, υποκλέπτοντας τας στιγμιαίας συμπαθείας των δεινοπαθουσών μαζών.
Κλείνοντας την παρούσαν λέγομεν ότι, ο Λούλης Τσικλητήρας θελητά ή αθέλητα προσέφερε διά του τραγικού θανάτου του, πολύ περισσότερα από του όλου εν ζωή αγώνα του προς τον αγροτισμόν. Η ιστορία εις το κεφάλαιο της λαϊκής αφυπνίσεως θα του δώση την δέουσαν δικαίωσιν!» (1148).
(1148) “Θάρρος 18/6/1935