Άρθρο του καθηγητή Πέτρου Θέμελη
Σύμφωνα με το νέο διεθνές αναπτυξιακό παράδειγμα, η οικονομία της γνώσης και της τεχνολογίας συνδυάζεται με την οικονομία του πολιτισμού και της δημιουργίας. Σήμερα, η πρόκληση για τη χώρα μας είναι να μεταστραφεί η τρέχουσα πολιτική της πολιτιστικής διαχείρισης, από τη στατική στη δυναμική προσέγγιση, μέσα από νέες μορφές παρεμβάσεων.
Η «ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ»
Η σύγχρονη πολιτιστική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης ενθαρρύνει επενδύσεις σε πολιτιστικούς και δημιουργικούς τομείς που συμβάλλουν στην πάταξη της ανεργίας, στην κοινωνική ευημερία και στη λεγόμενη οικονομία της ευτυχίας (economics of happiness) που συνδέεται άρρηκτα με τις νέες μορφές διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Οι επιχειρήσεις που παράγουν αγαθά πολιτισμού και δημιουργίας (cultural and creative industries) αποτελούν τα τελευταία χρόνια έναν από τους πλέον δυναμικούς τομείς, καταλαμβάνουν σημαντική θέση στη στρατηγική Ευρώπη 2020, γιατί συμβάλλουν σε νέο τύπο ανάπτυξης, όχι μόνο οικονομικής αλλά και κοινωνικής.
Οταν μιλάμε για οικονομία του ελεύθερου χρόνου και της ευτυχίας, αναφερόμαστε κατά κύριο λόγο σε μια πολυπληθή διεθνώς ομάδα ενεργών καταναλωτών, κυρίως σε άτομα της τρίτης ηλικίας που διαθέτουν εισόδημα και χρόνο ώστε να είναι σε θέση να δαπανήσουν για την ψυχαγωγία τους και για την απόλαυση εμπειριών, μέσω της αγοράς αγαθών και υπηρεσιών πολιτισμού και δημιουργίας. Η δε νέα γενιά συμβάλλει στη διάχυση των προϊόντων πολιτισμού σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και σε μαζικότερη κατανάλωση, όχι απλώς στην εξυπηρέτηση των αναγκών της πνευματικής και οικονομικής ελίτ.
Με την αξιοποίηση της νέας τεχνολογίας και των εφαρμογών της, δεν απαιτούνται μεγάλα χρηματικά ποσά για επενδύσεις στο χώρο του πολιτισμού. Απαιτείται όμως φαντασία, δημιουργική αντίληψη, εξωστρέφεια, προσαρμοστικότητα, εκπαίδευση και διαρκής ενημέρωση.
Στο χώρο του πολιτισμού, η καινοτομία με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της προσωπικής δημιουργίας μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά σε μια οικονομία βιώσιμη, έξυπνη και χωρίς αποκλεισμούς. Περιφέρειες με υψηλό βαθμό εξειδίκευσης και απασχόλησης σε δραστηριότητες πολιτισμού και δημιουργίας συγκαταλέγονται στις πιο πλούσιες σε κατά κεφαλήν εισόδημα, χωρίς να περιλαμβάνονται σε αυτές τα μεγάλα αστικά κέντρα.
ΞΕΠΕΡΑΣΜΕΝΟ ΤΟ «ΗΛΙΟΣ, ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ ΛΙΓΑ ΑΡΧΑΙΑ»
Η εθνική προσπάθεια για την ανάδειξη της χώρας μας σε πόλο έλξης επισκεπτών και για τη γνωστοποίηση των πολιτιστικών αξιών και του τρόπου ζωής μας βασίστηκε στο παραδοσιακό τρίπτυχο «ήλιος, θάλασσα και εν μέρει αρχαιότητες» - το οποίο μεταφράζεται σε άνετη διαμονή και απόλαυση του ελεύθερου χρόνου σε συνδυασμό με το φυσικό περιβάλλον και την ιστορία. Το τρίπτυχο αυτό λειτούργησε και λειτουργεί ακόμη ικανοποιητικά κατά τη γνώμη διάφορων παραγόντων στη χώρα μας, θεωρείται εντούτοις ξεπερασμένο στο πλαίσιο της νέας «έξυπνης» οικονομίας, στο νέο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον.
Ο πολιτισμός ερμηνεύεται σήμερα ευρύτερα ως τρόπος ζωής και σύνολο κοινών αξιών και εμπειριών. Ο καταναλωτής, από παθητικός δέκτης, γίνεται συν-διαμορφωτής του προϊόντος που καλείται να καταναλώσει. Κινητήριες δυνάμεις στην αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας του πολιτισμού και της δημιουργίας είναι η χρήση της νέας τεχνολογίας και η επιθυμία των πολιτών για απόκτηση εμπειριών και συγκινήσεων. Εδώ εντάσσεται και ο παρεξηγημένος, δυστυχώς, στη χώρα μας ανασκαφικός τουρισμός (excavation tourism) που αποτελεί συνήθη πρακτική παγκοσμίως.
ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΕΡΓΩΝ ΜΕ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
Στη χώρα μας, σε κεντρικό, περιφερειακό ή αυτοδιοικητικό επίπεδο, ο πολιτισμός χρηματοδοτείται κατά κύριο λόγο από χρήματα των φορολογούμενων. Η επιλογή των προτάσεων που υποβάλλονται για χρηματοδότηση από διάφορους φορείς γίνεται συνήθως με κριτήρια που δεν έχουν σχέση με την απόδοσή τους στην τοπική και την εθνική οικονομία. Η αποτίμηση του αποτελέσματος, η αξιολόγηση του τελικού προϊόντος των χρηματοδοτούμενων από το κράτος προγραμμάτων έχει καταντήσει διαδικασία τυπική, χωρίς ουσία.
Τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόζονται στην περίοδο της κρίσης καθιστούν επιτακτική την ανάγκη επιλογής προγραμμάτων και δράσεων προς χρηματοδότηση με γνώμονα τα απτά αποτελέσματά τους στην οικονομία και την κοινωνία, όπως για παράδειγμα: αύξηση του αριθμού των επισκεπτών και κατ’ επέκταση των εσόδων, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, σταδιακή απαλλαγή από τις συνεχείς κρατικές επιχορηγήσεις, διαχειριστική και διοικητική αυτονομία.
Ο πολιτισμός που παράγει το 4,2% του Ευρωπαϊκού Καθαρού Εθνικού Προϊόντος και απασχολεί 7 εκατ. εργαζομένους μπορεί να δώσει ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη και να αποτελέσει συνδετικό κρίκο μεταξύ των λαών της Ευρώπης, ώστε να ενισχυθεί η θέση και η επιρροή της στη διεθνή σκηνή. Με εξαιρετικό ενδιαφέρον αναμένεται η ολοκλήρωση, εντός του 2017, της έρευνας που με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου χρηματοδότησε η Επιτροπή και αφορά την εξεύρεση εναλλακτικών τρόπων χρηματοδότησης του πολιτισμού, μέσα από συμμετοχική χρηματοτοδότηση (Crowdfunding4Culture). Στη χώρα μας έχουμε φωτεινά παραδείγματα συμμετοχικής χρηματοδότησης που μας προσφέρουν οι πρωτοποριακές πρωτοβουλίες του «Διαζώματος», αλλά που δυστυχώς παραμένουν περιθωριακές ενέργειες.
ΕΘΝΙΚΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ
Παράλληλα, θα πρέπει να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες που θα ανοίξουν ενόψει του 2018 που έχει οριστεί ως έτος Ευρωπαϊκής Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Ηλθε η ώρα ως κράτος να υιοθετήσουμε τις ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές και να επενδύσουμε σε μη ρυπογόνες δραστηριότητες, κατά κύριο λόγο στον Πολιτισμό: Εναν αναπτυξιακό τομέα που αποδίδει αποδεδειγμένα καρπούς. Εναν τομέα όπου η χώρα μας διακρίνεται και μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια άνοιξη όχι απλώς οικονομική, αλλά πολιτιστική και πνευματική.
O πολιτισμός, όπως η υγεία, η παιδεία, η άμυνα, είναι εθνικό θέμα πρώτης προτεραιότητας.