Σάββατο, 27 Οκτωβρίου 2012 21:50

Οδυσσέας Ιωάννου: Η πολιτιστική τσουλήθρα έγινε με ανάθεση...

Οδυσσέας Ιωάννου: Η πολιτιστική τσουλήθρα έγινε με ανάθεση...

Είναι από τους πιο γνωστούς Ελληνες στιχουργούς της τελευταίας εικοσαετίας, στα τραγούδια του έχουν βάλει μουσική πολλοί γνωστοί συνθέτες,  αρθρογραφεί στον Τύπο, ενώ αποτελεί μια από τις ξεχωριστές ραδιοφωνικές παρουσίες. Ναι, είναι ο Οδυσσέας Ιωάννου, που την 1 και 2 Νοεμβρίου θα βρίσκεται στην Καλαμάτα προσκεκλημένος μιας ομάδας νέων παιδιών που θα διοργανώσουν εκδηλώσεις στο Πανεπιστήμιο και στο βιβλιοπωλείο "Παπασωτηρίου" με αφορμή τα τραγούδια και τα βιβλία του.

 

- Πώς ξεκίνησες να γράφεις τραγούδια; Εφηβική συνήθεια ίσως; 

«Τυχαία, όπως ξεκίνησαν τα περισσότερα πράγματα στη ζωή μου. Το 1992, έπειτα από πολλά χρόνια δισκογραφικής απουσίας, η Βούλα Σαββίδη επέστρεψε με έναν πολυσυλλεκτικό δίσκο. Αρκετοί συνθέτες και στιχουργοί ανέλαβαν να γράψουν τα τραγούδια. Είχαν προτείνει ένα τραγούδι στον Διονύση Τσακνή ο οποίος μου ζήτησε να γράψω εγώ τους στίχους. Μέχρι τότε δεν είχα σκεφτεί καθόλου το στιχουργιλίκι…».

 

 - Γράφεις πάντα με κάποια αφορμή; Πρέπει να υπάρχει "κίνητρο" κάθε φορά;

«Κατ’ αρχήν γράφω πάντα κατά παραγγελία. Εννοώ πως σπάνια έχω γράψει ένα τραγούδι δίχως να μου έχει ζητηθεί. Γενικά, λειτουργώ καλύτερα υπό πίεση. Οι “αφορμές” οι αιτίες και τα θέματα είναι πάντα ζωντανά και προκύπτουν από το κράμα βιωμάτων, αισθημάτων, σκέψεων, φαντασίας, όπως σε όλους φαντάζομαι. Οταν έρθει η παραγγελία, στην ουσία βρίσκω το “άλλοθι” που έψαχνα για να τα γράψω».

 

-Τα κείμενά σου, τα πεζά που γράφεις, τα προσεγγίζεις διαφορετικά;

«Είναι λίγο παράδοξος ο τρόπος που λειτουργώ. Παρά το γεγονός πως οι στίχοι υπόκεινται σε κάποιους αντικειμενικούς κανόνες και κώδικες και χρειάζονται περισσότερη δουλειά και φροντίδα, φροντίζω περισσότερο τα πεζά μου κείμενα και τα άρθρα. Εννοώ πως στο τραγούδι πρέπει να εφαρμόζονται οι κανόνες της μετρικής, των τονισμών και της ρίμας, ενώ στα κείμενα είσαι πιο ελεύθερος. Παρόλα αυτά στα κείμενα “ζορίζομαι” περισσότερο. Οσον αφορά τον τρόπο προσέγγισης, που με ρώτησες, όταν γράφεις τραγούδια θα πρέπει να έχεις στο νου σου πως γράφεις λόγια για να τραγουδηθούν, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Απλότητα, ακαριαίο λόγο, ρυθμό. Δεν το έχω καταφέρει πάντα αυτό. Υπάρχει ένας διαβολάκος που σε παρασύρει να γράψεις στίχο πιο σύνθετο και πιο “δύσκολο”. Αυτή η “επιδειξιομανία” είναι μία από τις παιδικές αρρώστιες της στιχουργικής».

 

 

- Το ραδιόφωνο πώς προέκυψε;

«Και αυτό τυχαία. Παρά το γεγονός πως ήμουν φανατικός ακροατής ραδιοφώνου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, δεν είχα ποτέ σκεφτεί να κάνω κι εγώ ραδιόφωνο. Το 1989 δούλευα ως πολιτιστικός συντάκτης στον "Ριζοσπάστη". Οταν δημιουργήθηκε ο 902 Αριστερά στα fm, o αρχισυντάκτης μου Δημήτρης Δανίκας, μου πρότεινε να κάνω εκπομπή στον σταθμό. Ετσι ξεκίνησαν όλα».

 

- Ζούμε μια ζοφερή πραγματικότητα ως χώρα. Λόγω αυτής, έχει αλλάξει η ψυχολογία σου όταν γράφεις;

«Οσα τραγούδια γράφουμε αυτήν την εποχή είναι “τραγούδια της κρίσης” ανεξάρτητα αν το συνειδητοποιούμε και ανεξάρτητα αν είναι τραγούδι ερωτικό ή όχι. Εχουν πια σημαδευτεί τα πάντα στη ζωή μας. Ακόμη και όσοι επιλέγουν να αποστασιοποιηθούν για να μην γράψουν τραγούδι ρεπορταζιακό ή κραυγαλέα καταγγελτικό, ακόμη κι αυτοί γράφουν τραγούδια με το σημάδι της κρίσης. Εξαιρώ βέβαια όσους δεν ασχολήθηκαν ποτέ με το τι συμβαίνει γύρω τους, και θεωρούν το τραγούδι μία κατασκευή με ρίμες μόνο».

 

- Νιώθεις αλήθεια, "ξένος σε έναν τόπο που αλλάζει";

«Δεν θέλω να ακουστώ ούτε προφήτης, ούτε πιο έξυπνους από τους άλλους. Αλλά όταν το 2004, την χρονιά της μεγάλης εθνικής ευφορίας και επίπλαστης αισιοδοξίας, έγραψα το “Οι μέρες που δικάζουν” με τον στίχο “Έρχονται πια οι μέρες που δικάζουν- θα μετρηθούν τα ποσοστά μας- και θα τα βρούμε όλα μπροστά μας- δεν το φοβάμαι- ούτε το θέλω- μα δεν υπάρχουνε λαγοί μεσ’ στο καπέλο- τώρα θα δούμε τα λεφτά μας τι αγοράζουν” είχα κατηγορηθεί ως ένας μίζερος που αρνείται να δει πως η Ελλάδα έχει οριστικά αλλάξει σελίδα. Δεν έπεσα από τα σύννεφα, αν και την ένταση της κρίσης δεν μπορούσα να την φανταστώ. Δεν νιώθω όμως ξένος, οι άνθρωποι που αγαπάω ζουν σε αυτήν την χώρα και είναι ένα σοβαρό αντίβαρο στην απογοήτευσή μου για το πόσα “φίδια” κρύβονταν επιμελώς τελικά ανάμεσά μας και το πόσο “υπάκουοι” και δειλοί αποδειχτήκαμε όταν χρειάστηκε να πάρουμε την ζωή μας και το μέλλον μας στα χέρια μας, δίχως να ονειρευόμαστε σωτήρες που θα κάνουν την δουλειά για εμάς. Σαν να μας έχουν πέσει τα χέρια από την χρόνια αχρηστία και να περιμένουμε κάποιον να μας ταΐσει στο στόμα».

 

- Ο καλλιτέχνης, ή ο καθένας που διατυπώνει δημόσιο λόγο, οφείλει να έχει έναν πιο ενεργό ρόλο σήμερα;

«Δεν οφείλει περισσότερο από τον καθένα. Οσο του λέει το μυαλό του και η καρδιά του, όπως όλοι. Οι καλλιτέχνες δεν δημιουργούν επαναστάσεις, τις ακολουθούν και τις καταγράφουν. Το soundtrack της ταινίας γράφεται αφού έχει γυριστεί η ταινία, επάνω στις συγκεκριμένες σκηνές.  Αν οφείλουν κάτι, είναι να μην προδίδουν την αλήθεια τους και να φτιάχνουν φωλιές για να συντηρείται η ελπίδα, το “εμείς” και το “μπορεί να γίνει και αλλιώς”. Το να μπορείς να παράγεις ομορφιά είναι από μόνο του μία “αισιοδοξία εν αναμονή”».  

 

- Ποιο στίχο θα απηύθυνες στους πολιτικούς μας;

«Κανέναν συγκεκριμένο. Θα τους ζητούσα το ανάποδο. Να αφιερώσουν εκείνοι έναν στίχο σε εμένα, για να δω από περιέργεια ποιους στίχους του ελληνικού τραγουδιού γνωρίζουν. Είναι αποκαρδιωτικός, την τελευταία εικοσαετία, ο εναγκαλισμός της πλειονότητας του πολιτικού κόσμου με το σκυλάδικο και μόνο. Ξέρεις, στους πολιτικούς, δεν καταλογίζω την δημιουργία του κακού και φτηνού μας εαυτού –αυτός υπήρχε πάντα και υπεύθυνοι είμαστε εμείς- αλλά το γεγονός ότι δημιούργησαν έναν βιότοπο για να αναπτυχθεί και να “ανθίσει”. Η πολιτιστική μας τσουλήθρα από το 1980 μέχρι σήμερα, έγινε με ανάθεση ή μειοδοτικό διαγωνισμό όπως όλα τα δημόσια έργα…».

 

- Ο ερχομός σου στην Καλαμάτα τι έχει ως αφορμή;

«Αφορμή είναι μία παρέα φοιτητών που μου τηλεφώνησαν και μου ζήτησαν να οργανώσουν κάποιες εκδηλώσεις στο Πανεπιστήμιο και σε δύο χώρους της Καλαμάτας, για τα τραγούδια και τα βιβλία μου. Για να είμαι ειλικρινής δεν αισθάνομαι άνετα με τέτοιες εκδηλώσεις αλλά δεν έχω ποτέ αρνηθεί κάτι όταν μου το ζητάνε φοιτητές ή μαθητές, με τον όρο να είναι διαδραστικές, δηλαδή να κουβεντιάζουμε. Δεν μου λέει τίποτα κάτι που στήνεται με έναν “ακαδημαϊκό” τρόπο. Με ενδιαφέρει η επαφή, η κουβέντα ακόμη και το οδικό ταξίδι μέχρι την Καλαμάτα, ως λάτρης των οδικών ταξιδιών».