- Πώς προέκυψε η ιδέα για δημιουργία μιας ηλεκτρονικής γκαλερί;
«Η αγάπη και το ενδιαφέρον μου για τις εικαστικές τέχνες και τους δημιουργούς τους, μου έδωσαν το έναυσμα να δημιουργήσω έναν διαδικτυακό χώρο -που δεν έχει μεγάλο ρίσκο ή κόστος-, ο οποίος θα συμβάλει στην παρουσίαση νέων και παλαιότερων καλλιτεχνών και τη διάδοση του έργου τους. Βέβαια, η δημιουργία της υπήρξε και απόρροια των σπουδών μου».
- Τι διαθέτει η διαδικτυακή γκαλερί;
«Η γκαλερί δίνει χώρο σε προσεκτικά επιλεγμένες παρουσίες νέων και παλαιότερων Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών σύγχρονης τέχνης, ήδη αναγνωρίσιμων μέσα από τις εκθέσεις και τις βραβεύσεις τους, που έχουν αφήσει το στίγμα τους σε Ελλάδα και εξωτερικό - και οι οποίοι διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη γραφή τους. Ανάμεσά τους βρίσκουμε ονόματα που προτιμώνται για κάθε είδους ομαδικές εκθέσεις, οι οποίες οργανώνονται από επιμελητές που φλερτάρουν με οτιδήποτε καινούριο. Το γεγονός αυτό μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί».
- Πόσο αντικειμενική είναι η επιλογή ενός έργου τέχνης, βλέποντας απλά μια εικόνα;
«Τα κριτήρια με τα οποία επιλέγει ένας συλλέκτης ή φιλότεχνος είναι πολλά και συνήθως υποκειμενικά. Κοινός παρονομαστής τους είναι ο θαυμασμός, το πάθος απέναντι στο έργο τέχνης, που είναι λίγο σαν τις ερωτικές σχέσεις, η αύρα που εκπέμπουν ορισμένα έργα… Καμιά φορά η γοητεία, η προσωπικότητα του καλλιτέχνη και οι δημόσιες σχέσεις επηρεάζουν την αγορά ενός έργου τέχνης. Οταν όμως σβήνουν τα φώτα της δημοσιότητας, το σκηνικό αλλάζει και κριτής γίνεται το ταλέντο, η διαχρονικότητα και η ποιότητα. Ο πραγματικός συλλέκτης δεν βλέπει ποτέ το έργο ως επένδυση, γι’ αυτό και σπάνια πέφτει έξω στις επιλογές του. Αναμφισβήτητα, τελευταία η τέχνη έχει μπει στο χώρο του χρηματιστηρίου, με τα ίδια ρίσκα και τα ίδια κίνητρα. Είναι όμως αυτό το ζητούμενο;
Σε μια πρόσφατη συζήτησή μου με το ζωγράφο Αδριανό σχετικά με το θέμα αυτό, μου ανέφερε πως "ό,τι λείπει από τη συλλογή ενός συλλέκτη μπορεί να επηρεάσει την επιλογή του" και θα συμφωνήσω σ’ αυτό. Το έργο είναι ήδη στο "μυαλό" του και περιμένει την υλική εμφάνισή του (πλατωνικό) ή δεν είναι καθόλου στο μυαλό του θεατή και η έκπληξη είναι αρκετή για να τον ενθουσιάσει».
- Υπάρχει διασφάλιση των πελατών, για διαδικτυακές αγορές έργων τέχνης;
«Πλέον, ναι. Το αγοραστικό κοινό νιώθει ασφάλεια. Τα πράγματα έχουν αλλάξει και αυτό το διαπιστώνω με τη ζήτηση που έχουμε από πελάτες του εξωτερικού, οι οποίοι είναι καιρό τώρα εξοικειωμένοι με τις online αγορές. Εκτός πάντως από τους συλλέκτες -εννοώ αυτούς που έχουν το μικρόβιο- η γκαλερί μας αποτελεί εγγύηση και για τον μη μυημένο φιλότεχνο. Οι σχέσεις εμπιστοσύνης, η σοβαρότητα για το λειτούργημα και η γνώση για το αντικείμενο είναι δεδομένα».
- Ανταποκρίνονται οι αγοραστές σ’ αυτόν το νέο τρόπο αγορών;
«Το φιλότεχνο κοινό από την Ελλάδα και το εξωτερικό έχει ανταποκριθεί θετικά στο διαδικτυακό trading έργων τέχνης. Τα έργα έχουν "ταξιδέψει" σε Αμερική, Αγγλία, Γαλλία, Βέλγιο, Ιταλία και Ισπανία. Νιώθω περήφανη κάθε φορά που ένα έργο φεύγει από μένα και πάει κάπου καλύτερα. Κάπου όπου θα συνεχίσει να υπάρχει και θα το φροντίζουν».
- Οι τιμές είναι πιο προσιτές, σε σχέση με τις μη διαδικτυακές γκαλερί;
«Ολες οι γκαλερί, διαδικτυακές ή μη, διαχειρίζονται και έργα χαμηλού κόστους νέων καλλιτεχνών. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες δημιουργούν έργα που αρχίζουν από χαμηλές τιμές. Το θέμα είναι τι σημαίνει για τον καθένα φθηνό ή και το αντίθετο! Πάντως, συνήθως ο κόσμος -και δεν αναφέρομαι στους συστηματικούς συλλέκτες- δεν κοιτάει τόσο την τιμή. Ειδικά αυτοί που αγοράζουν σπάνια, συνήθως επιλέγουν με άλλα κριτήρια».
Η Δήμητρα Λιμνιάτη σπούδασε Ιστορία - Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αποφοίτησε από τον εξαετή κύκλο Θεατρικών Σπουδών του Δημοτικού Θεάτρου Αργους. Παρακολούθησε επιμορφωτικά σεμινάρια στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών (Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών), την "Ελληνική Αγωγή", την Παιδαγωγική Εταιρεία Ελλάδος, το Κέντρο Ερευνας, Επιστήμης και Εκπαίδευσης, το "Λαϊκό Πανεπιστήμιο", το "Ελεύθερο Πανεπιστήμιο". Συμμετείχε σε πανεπιστημιακές ανασκαφές στο Διογένειο Γυμνάσιο και στο πρωτοελλαδικό νεκροταφείο στο Τσέπι του Μαραθώνα. Συνεργάστηκε ως αρθρογράφος με την εφημερίδα "Τα νέα της Αργολίδας" και εργάστηκε στο ραδιοσταθμό "Αργειακή Ραδιοφωνία" ως ραδιοφωνική παραγωγός και εκφωνήτρια ειδήσεων. Τιμήθηκε με τις υποτροφίες του Ιδρύματος Ιάκωβου Κοντοβράκη και του Ιδρύματος Μιχαήλ Λάσκαρη, ενώ είχε διακριθεί με το δεύτερο βραβείο ποίησης στον Παναργολικό Μαθητικό Διαγωνισμό Ποίησης - Πεζογραφίας του Συνδέσμου Φιλολόγων Αργολίδας.