Αρχικά, εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος που το εκλογικό σώμα προσέγγισε την κάλπη και ευθύς εξηγούμαι. Σε αυτές τις εκλογές, η πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών που αποφάσισαν να ασκήσουν το ύψιστο πολιτικό τους δικαίωμα, πρόκριναν αντιπροσώπους τους στο εθνικό Κοινοβούλιο από κόμματα που έχουν ψηφίσει και εφαρμόσει μνημονιακές πολιτικές. Ειδικότερα, Νέα Δημοκρατία (39,80%), ΣΥΡΙΖΑ (31,55%) και ΚΙΝΑΛ (8,00%), συγκεντρώνουν συνολικά το ποσοστό του 79,35% των ψήφων. Και είναι πράγματι απορίας άξιο, από πού προκύπτει αυτή η ποιοτική μεταστροφή απέναντι σε ένα θέμα που κατά το παρελθόν αποτελούσε κατά κόρον την κεντρική συζήτηση του πολιτικού διαλόγου, πόσο μάλλον αν αυτό το ποσοστό συγκριθεί με το 61% που είχε λάβει στο δημοψήφισμα του 2015 το «όχι», ποσοστό που είχε (και έχει) γίνει λάβαρο από το αντιμνημονιακό μπλοκ και που στις φετινές εκλογές αντιπροσωπεύεται από το ΚΚΕ (5,33%), το ΜέΡΑ25 (3,46%) και την Ελληνική Λύση (3,72%) συγκεντρώνοντας το ασθμαίνον 12,51%. Συμπερασματικά, ανεξαρτήτως των όποιων θυμικών κινήτρων με τα οποία έφτασαν στην κάλπη, είναι αναμφισβήτητο το γεγονός ότι οι πολίτες ανέδειξαν τις ήδη υπογραφείσες μνημονιακές επιταγές ως το μόνο πλαίσιο άσκησης της κυβερνητικής πολιτικής του μέλλοντος, έχοντας πιθανώς ως πάθημα (και μάθημα;) την ανάμνηση του ταραχώδους 2015, όπου οι πολιτικές αντίστασης στους διεθνείς και ευρωπαϊκούς οικονομικούς θεσμούς οδήγησαν στα γνωστά σε όλους αποτελέσματα.
Επειτα, είναι άξιο αναφοράς το ποσοστό που συγκέντρωσε το πρώτο και νυν κυβερνητικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, που αποτελεί ιστορικό υψηλό που ανάλογό του η μεγάλη δεξιά παράταξη είχε να επιτύχει από το μακρινό 2007, επί προεδρίας Καραμανλή. Βέβαια, σε μια προεκλογική περίοδο διαστήματος μόλις ενός μήνα, όπου δρομολογήθηκαν fast track διαδικασίες εκλογών, δεν θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί ότι μάλλον η δυσαρέσκεια των πολιτών για τις πρόσφατες πολιτικές που ακολουθήθηκαν σε καίρια εθνικά θέματα (π.χ. Σκοπιανό) από το τέως κυβερνών κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτή που μονοπώλησε τον πολιτικό διάλογο, καθορίζοντας το τελικό αποτέλεσμα και όχι τόσο οι (συχνά διφορούμενες) προγραμματικές εξαγγελίες της Νέας Δημοκρατίας. Εύσημα όμως πρέπει να δοθούν και στον ηττημένο της ημέρας ΣΥΡΙΖΑ, που εξαντλώντας την κυβερνητική τετραετία, αν και εφάρμοσε πλειάδα μνημονιακών μέτρων που ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τη λαϊκή βούληση, συγκέντρωσε το μεγαλύτερο ποσοστό δεύτερου κόμματος των τελευταίων ετών, καταφέρνοντας φαινομενικά να καθιερωθεί στο πολιτικό στερέωμα ως το αντίπαλο σοσιαλιστικό δέος σε μια αντίθετη νεοφιλελεύθερη δύναμη, εισάγοντας ουσιαστικά πλέον εκ νέου στον πολιτικό βίο το δίπολο Δεξιάς-Αριστεράς, που σε βάθος χρόνου ίσως θέσει σε «υπαρξιακό άγχος» το πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ, πλέον ΚΙΝΑΛ.
Τέλος, σε πείσμα όσων παλεύουν με ψεύτικους εχθρούς σαν άλλοι Δον Κιχώτες, κατέστη ξεκάθαρο από το εκλογικό σώμα ότι κόμματα που δεν ασπάζονται τις αξίες του Ελληνικού Κοινοβουλίου δεν έχουν θέση σε αυτό, αποδεικνύοντας ότι ο ελληνικός λαός ως αντάξιος της ιστορικής κληρονομιάς του, κατέχεται στην ουσία του από δημοκρατικά ιδεώδη, καταδικάζοντας τα όποια κακώς κείμενα υπήρξαν κατά τα πρότερα έτη, πραγματώνοντας ίσως τη μεγαλύτερη νίκη αυτών των εκλογών.
Συνεπώς, την επομένη ξημερώνει μια καινούργια ημέρα, αγναντεύοντάς την ίσως με μια πιο αισιόδοξη ματιά από ένα μάλλον γνώριμο πολιτικό μετερίζι. Ας ευχηθούμε, λοιπόν, σε όλους τους Μεσσήνιους εκλεγέντες βουλευτές καλή δύναμη στο έργο τους, ελπίζοντας ότι γνώμονας των ενεργειών τους θα αποτελεί πάντα το κοινό καλό του τόπου και της πατρίδας.
Δήμος Γεωργακόπουλος
Ασκούμενος δικηγόρος