Τετάρτη, 05 Αυγούστου 2020 20:50

Ψυχ-ασθένεια: Η μάστιγα της εποχής μας

Ψυχ-ασθένεια: Η μάστιγα της εποχής μας

 

Της Βασιλικής Ι. Σγάντζου, Δικηγόρου Αθηνών, Μ.Δ.Ε Ποινικού Δικαίου & Ποινικής Δικονομίας

Στην ιατρική επιστήμη διαπιστώνεται εκ προοιμίου μία ασάφεια στην πλαισίωση και την απόδοση της έννοιας της «Ψυχής». Διότι αν μεμονωμένα τα συναισθήματα ή οι συγκινήσεις διευκολύνουν την κατανόηση της σύζευξης « ψυχής και σώματος» , αυτό δεν γίνεται στον ίδιο βαθμό και με την ίδια ευκολία με όλες ανεξαιρέτως τις ψυχικές λειτουργίες, οι οποίες ενδέχεται να είναι αυτονομημένες ή αποστασιοποιημένες από τις σωματικές λειτουργίες του ανθρώπου.

Η μελέτη των εκάστοτε ψυχικών φαινομένων επαφίεται στις Επιστήμες της Υγείας. Το γνωστικό και κλινικό τους αντικείμενο περιλαμβάνει και τα φαινόμενα της συμπεριφοράς μαζί με τα συνειδητά ή ασυνείδητα κίνητρά της. Η ψυχολογική οπτική πρέπει να θεωρείται αναπόσπαστο τμήμα της αντίληψης για τον άνθρωπο, υγιή ή νοσούντα, και βασική προϋπόθεση για τη διαμόρφωση της εκάστοτε διάγνωσης ή τυχόν πρόγνωσης, καθώς και για την κατάστρωση της θεραπείας στην ψυχική νόσο. Και αυτό γιατί ο ψυχικός παράγοντας ενδέχεται να πυροδοτεί ψυχική νόσο και να διαμορφώνει την κλινική εικόνα του ατόμου.

Η επιστήμη της Ψυχιατρικής είναι αυτή που ασχολείται με τη μελέτη των ψυχικών διαταραχών, την αιτιοπαθογένεια, τη διάγνωση, τη θεραπεία και την πρόληψή τους. Κι εδώ η δυσκολία απόδοσης ασφαλούς ορισμού , προκύπτει κυρίως λόγω της αδυναμίας των λέξεων να περιγράψουν με ακρίβεια ολόκληρο το φάσμα της ανθρώπινης ύπαρξης. Άλλωστε, σε θέματα μελέτης της ανθρώπινης ψυχοπαθολογίας, η διάκριση μεταξύ παθολογικού και φυσιολογικού, είναι εντόνως κάτι πολυπλοκότερο απ’ ό,τι στη σωματική Ιατρική.

Η πορεία προς την κατεύθυνση μιας κοινώς αποδεκτής ταξινόμησης της ψυχιατρικής νοσολογίας σε παγκόσμιο επίπεδο έχει επιταχυνθεί σήμερα, ενώ έχουν προταθεί ορισμένα ταξινομικά συστήματα. Οι τελευταίες αναθεωρήσεις του ICD, το ICD-10, και του DSM, το DSM-V, είναι τα αποτελέσματα μακροχρόνιας προσπάθειας.

Μιλάμε για πλήθος ψυχικών διαταραχών: Οργανικά ψυχοσύνδρομα και άνοιες (πχ άνοια στη νόσο Alzheimer, ψυχικές διαταραχές που προκαλούνται από εγκεφαλική βλάβη ), Ψυχικές διαταραχές και διαταραχές συμπεριφοράς που οφείλονται στη χρήση ψυχοδραστικών ουσιών, Σχιζοφρένεια, σχιζοτυπικές και παραληρηματικές διαταραχές, Συναισθηματικές διαταραχές ( πχ υποτροπιάζοντα καταθλιπτικά επεισόδια, εμμένουσες συναισθηματικές διαταραχές), νευρωσικές, σχετιζόμενες με στρες και σωματόμορφες διαταραχές, διαταραχές προσωπικότητας, νοητική υστέρηση, διαταραχές συμπεριφοράς, ντελίριο, ψυχοαποσυνδετικές διαταραχές (…)Το ψυχικώς φυσιολογικό και το ψυχοπαθολογικό έχουν διαφορετικές όψεις, αναλόγως της σκοπιάς από την οποία θα εξεταστούν.

Άτομα με ψυχιατρική διαταραχή ενδέχεται να αντιμετωπίζονται σήμερα με διπλό στιγματισμό και περιθωριοποίηση τόσο από τον δικαστή, εάν έχει διαπραχθεί άδικη πράξη, όσο και από το ψυχιατρικό θεραπευτικό πλαίσιο. Ο στιγματισμός και ο επακόλουθος κοινωνικός αποκλεισμός οφείλονται στην έλλειψη γνώσεων για την αιτιολογία της ψυχικής νόσου. Αυτό συνάμα οδηγεί το ίδιο το άτομο σε μία απόκρυψη της κατάστασής του, σε μία ντροπή, σε μία άρνηση. Το ίδιο και το άμεσο περιβάλλον του, το οποίο τελικά καταλήγει να αποκρύπτει το γεγονός ότι χρειάζεται βοήθεια. Η συμπεριφορά της κοινωνίας στερεί από το άτομο το δικαίωμα της αποδοχής και το εξαναγκάζει να κρύψει την αιτία που του προκαλεί αυτή την αντιμετώπιση. Η γενόμενη περιθωριοποίηση δυσκολεύει την πρόληψη και την αποκατάσταση. Πρωτίστως, δημιουργούνται προβλήματα στις σχέσεις και τις συναναστροφές με τους άλλους κοινωνούς. Διότι, η αντίδραση του εγκεφάλου σε κρίσιμες καταστάσεις διακόπτει τη σύνθετη σκέψη και ενεργοποιεί την αντανακλαστική αντίδραση, κάτι που μπορεί να έχει δραματικές συνέπειες στη σύγχρονη ζωή.

Εκείνοι που δε μπορούν να ακούσουν, ή που απλώς δεν το κάνουν, δείχνουν αδιάφοροι, κάτι που με τη σειρά του κάνει τους άλλους να εκδηλώνουν μικρότερη διάθεση επικοινωνίας. Η μελέτη των ψυχικών φαινομένων οφείλει να θεωρεί τον άνθρωπο όχι ως ένα απλό μεμονωμένο άτομο, αλλά ως ένα ενεργό μέλος της κοινωνίας , και να εστιάζει ακόμη και στον τρόπο δράσης του στο επίπεδο των διαπροσωπικών του σχέσεων. Και πρωτίστως, δεν πρέπει να εφησυχασθεί κανείς μόνο στην ανωτέρω μελέτη, αλλά καθίσταται πρόδηλο και αναγκαίο πέραν της ενασχόλησης με τις διατάξεις του νόμου που διέπουν και αντιμετωπίζουν τα φαινόμενα αυτά, να εστιάσουμε στη διερεύνηση των δυνατοτήτων τροποποίησής τους και στην πρόληψη του φαινομένου.