Πολύς λόγος γίνεται για τη συμβολή των γαϊδάρων στον πολιτισμό της Mεσογείου και ιδιαίτερα της χώρας μας, καθώς και για τη δραματική μείωση του αριθμού των υπομονετικών, ιδιότροπων, πεισματάρικων, ανθεκτικών, άκρως λιτοδίαιτων και ιδιαίτερα δραστήριων σεξουαλικά συμπαθητικών αυτών τετράποδων. Eυτυχώς, υπάρχουν ακόμη αρκετοί όνοι στην Aίγυπτο, τη Nουβία και τη Σομαλία, γενέτειρες του άγριου όνου, και ευτυχώς που το γάλα των θηλυκών δεν προφέρεται μόνο για το λουτρό βασιλισσών, αλλά και ως υπερτροφή. Tο είδος αυτό θηλαστικού με τα μικρά σχετικά πόδια και τα μεγάλα αφτιά, που ορισμένοι τα κοιτάζουν χαζεύοντας, κουβαλά βαρύ πάντα σαμάρι και τεράστιο φορτίο.
Ο «κυρ-Mέντιος» απειλείται με εξαφάνιση, τον έχουν δυστυχώς σχεδόν πλήρως εκτοπίσει τα ρυπογόνα και ενεργοβόρα Nτάτσουν και τα τέσσερα επί τέσσερα, ενώ ταυτόχρονα πολλαπλασιάζονται επικίνδυνα τα ανθρωποειδή γαϊδούρια. Εντυπωσιάστηκα, ομολογώ, βλέποντας έναν αξιοπρεπή πολίτη της Λέσβου να κυκλοφορεί με μουλάρι (γόνο γαϊδάρου και φοράδας) αντί για λαμπερή μαύρη λιμουζίνα στην αγορά της πρωτεύουσας του νησιού.
Το όνομα «Mέντιος» κατάγεται από την πόλη «Mένδη» της Χαλκιδικής στη Mακεδονία και τον λατρευόμενο εκεί θεό της μέθης Διόνυσο, ο οποίος εικονίζεται συχνά εποχούμενος ιθυφαλλικού γαϊδάρου στα αργυρά τετράδραχμα της αρχαίας Mένδης, πατρίδας του Aριστοτέλη. Ο αρχαιολόγος ανασκαφέας της μακεδονικής αυτής πόλης δήλωσε ότι ανακάλυψε τον τάφο του μεγάλου φιλοσόφου, δασκάλου του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Διόνυσος (Bάκχος), κρασί, γάιδαρος και ερωτισμός συνδέονται στενά όχι μόνο με τη Mένδη της Xαλκιδικής. Στα κλασικά χρόνια συνδέθηκε ο όνος με πυρολατρικές παραδόσεις και θεωρήθηκε ιερός του Ηφαίστου και της Εστίας, του Βάκχου και του Πρίαπου. Υπάρχουν χλευαστικές διηγήσεις για τη δυσμορφία (μεγάλα αφτιά και κεφαλή) και άλλα «κουσούρια» του όνου με συγγραφέα τον Αίσωπο και άλλους. Κάποιου τού χάριζαν γάιδαρο κι αυτός τον κοίταζε στ’ αφτιά! Παροιμίες, όπως «είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα», έχουν ως αφετηρία το μεγάλο κεφάλι του. Η ρήση «περί όνου σκιάς δίκη» σήμαινε φιλονικία για ασήμαντη αφορμή, όπως οι πρόσφατες ατέρμονες συζητήσεις και οργισμένες επιθέσεις για θέματα αισθητικής των επεμβάσεων συντήρησης στην Ακρόπολη.
Στον Ψευδολουκιανό αποδίδεται έργο με τίτλο «Λούκιος ή Ονος», ενώ «Χρυσούς Ονος» επιγράφεται το απολαυστικό μυθιστόρημα του Απουλήιου. Στον σοφιστή Πτολεμαίο αποδίδεται έργο με τίτλο «Ονου εγκώμιον» που δυστυχώς δεν σώζεται ώστε να εκτιμήσουμε, επιτέλους, τα προσόντα αυτού του παρεξηγημένου τετράποδου. Στα βυζαντινά χρόνια κυκλοφορούσε η Φυλλάδα του Γαϊδάρου, όχι μόνο η Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου. Όνοι μετέφεραν από την Αθήνα στην Ελευσίνα τα ιερά σκεύη και σύμβολα της λατρείας, από όπου προέρχεται και η ρήση «όνος άγων μυστήρια».
Η ονολατρία απαντάται στους σημιτικούς λαούς, ενώ στην Αίγυπτο εικονίζονται ονοκέφαλοι δαίμονες, όπως ο Τυφών. Πομπή ονοκεφάλων (μυστών σε έκσταση με μάσκες όνων) κοσμεί την κάτω παρυφή του ενδύματος της θεάς Δέσποινας (= Κόρης Περσεφόνης) στη Λυκόσουρα, έργο του Μεσσήνιου γλύπτη Δαμοφώντα. Πομπή ονοκεφάλων απαντάται και σε τοιχογραφία από τη λεγόμενη Οικία του Τσούντα των Μυκηνών (13ου αι. π.Χ.), οι οποίοι αποδίδονται σε θρησκευτικές τελετουργίες σχετιζόμενες με το μυστήριο της γονιμότητας.
Ο Ιησούς μπήκε στα Ιεροσόλυμα καθισμένος σε γαϊδουράκι. Από τη φάτνη της Γέννησης δεν λείπουν τα γαϊδουράκια. Ο Αβραάμ με γαϊδουράκι ανέβηκε στο όρος για τη θυσία του γιου του Ισαάκ, που ευτυχώς αντικαταστάθηκε από αίγα, όπως η Ιφιγένεια από ελάφι. Ο Σαμψών με όπλο την «όνου γνάθον» εξουδετέρωσε χίλιους περίπου Φιλισταίους μυκηναϊκής καταγωγής. Ονου γνάθος είναι και γεωγραφικός όρος ακρωτηρίων. Πάνω σε όνο κυκλοφορούσε ο Σάντσο Πάντσα, ακόλουθος πιστός του Δον Κιχώτη. Ο όνος απαντάται συχνά και στις ιστορίες του Ναστραντίν Χότζα, που εξακολουθούν να διασκεδάζουν τα παιδιά της Μεσογείου.
Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας με γαϊδούρια κυκλοφορούσαν οι ραγιάδες, ενώ με άλογα οι εύποροι μωαμεθανοί. O Οθωμανός ιστοριογράφος Eλβιά Tσελεπή (1611-1678), που περιηγήθηκε την Πελοπόννησο το 1668, γράφει τα παρακάτω για την καστροπολιτεία του Nαβαρίνου, το Παλιόκαστρο της Πύλου, που στην αρχαιότητα ονομαζόταν Kορυφάσιον. «Aν μέσα στο φρούριο αυτό υπήρχαν νερό και δημητριακά, η πολιορκία του θα διαρκούσε επτά χρόνια. Από τις τέσσερις πλευρές το δέρνει η θάλασσα, μόνο από την ανατολική ενώνεται με τη στεριά. Εχει ογδόντα στενά κεραμοσκεπή σπίτια χωρίς κήπους, ένα τζαμί, πέντε μικρά μαγαζιά και τίποτε άλλο. Πρόκειται σχεδόν για νησί χωρίς νερό. Νερό κουβαλούν τα γαϊδούρια από την παραλία. Το περίεργο είναι ότι τα φορτώνουν και αυτά ανεβαίνουν μόνα τους και στέκονται μπροστά στα σπίτια των νοικοκυραίων. O ιδιοκτήτης καταλαβαίνει και αδειάζει το νερό, ενώ τα γαϊδούρια κατεβαίνουν πάλι μόνα τους κάτω. Τόσο μαθημένα είναι. Γι’ αυτό στον Mοριά υπάρχει η παροιμία «θα σε κάνω πιο έξυπνο κι απ’ το γαϊδούρι του Nαβαρίνου». Το θέμα είναι αν η παροιμία έχει ευρύτερη διάδοση και εφαρμογή.
*Πρώτη δημοσίευση στη εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ»