Κυριακή, 19 Ιανουαρίου 2025 20:58

Η Ακαδημαϊκός Χρύσα Μαλτέζου

Γράφτηκε από τον

Η Ακαδημαϊκός Χρύσα Μαλτέζου

Του Γιάννη Α. Μπίρη

Αναφερόμενοι στη βενετοκρατία στην Ελλάδα αλλά και γενικότερα στη θαλασσοκράτειρα Βενετία του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, συνειρμικά έρχεται πάντοτε στο νου η μεγάλη Ελληνίδα Ιστορικός και Βυζαντινολόγος, Χρύσα Μαλτέζου. Με το επιστημονικό έργο της, σφράγισε τις βυζαντινές και μεταβυζαντινές σπουδές και άφησε σημαντικό αποτύπωμα στην επιστημονική συγκρότηση της ιστορίας της λατινοκρατίας/βενετοκρατίας στην Ελλάδα με έμφαση στην Ιστορία της Βενετίας. Με βαθειά γνώση των αρχειακών πηγών και των πεπραγμένων κατά την βενετική κυριαρχία, η «σιδηρά» πανεπιστημιακή Ιστορικός και Ακαδημαϊκός συνοδευόταν από την αναγνώριση και τον σεβασμό, αποτέλεσμα της αυστηρής αλλά και ακριβοδίκαιης κρίσης της. Κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η διαρκής επιθυμία για γνώση αλλά και η προθυμία να τη μεταδώσει. Η πραγματικά μεγάλη επιστήμων, έφυγε ξαφνικά. Απλά και περήφανα. Έτσι όπως της άρμοζε.
Είχα την τιμή να την γνωρίσω πριν από δεκαπέντε χρόνια, όταν τότε διηύθυνε το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών στη Βενετία.    Το τέλος του 2009, ως πρόεδρος τότε του Συλλόγου Φίλων Κάστρου Μεθώνης, της ζήτησα να διοργανώσει μια επιστημονική διημερίδα στη Μεθώνη και να «κατεβάσει» εκεί όλο το απαραίτητο επιστημονικό δυναμικό του Ινστιτούτου για μια άρτια επιστημονική παρουσίαση της βενετικής Μεθώνης. Αφού βεβαιώθηκε για τη σοβαρότητα της πρότασης, οργάνωσε και επιμελήθηκε μια άρτια επιστημονική συνάντηση, στις 19-20 Μαρτίου 2010, την μοναδική που είχε γίνει μέχρι τότε στη Μεθώνη. Δυο χρόνια μετά και πάλι με δική της φροντίδα εκδόθηκαν από το Ινστιτούτο τα Πρακτικά της Διεθνούς Επιστημονικής Συνάντησης «De Veneciis ad Mothonam. Έλληνες και Βενετοί στη Μεθώνη τα χρόνια της βενετοκρατίας».

Η γνωριμία της τότε, με συνεπήρε. Συνέχισα να παρακολουθώ διακριτικά τα γραφόμενά της που πάντοτε δικαίωναν την εικόνα που είχα σχηματίσει για αυτήν. Μια άξια και ακριβοδίκαιη επιστήμων Ιστορικός και Βυζαντινολόγος.

Η επιστημονική διαδρομή της είναι εντυπωσιακή.
Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1941 και τελείωσε εκεί το Αβερώφειο Γυμνάσιο. Με υποτροφία από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών, ανέβηκε στην Αθήνα και σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μια νέα υποτροφία, από τη γαλλική κυβέρνηση αυτή τη φορά, την έστειλε για σπουδές στο Πανεπιστήμιο Μεσογειακών Σπουδών του Aix-en-Provence. Η Ακαδημία Αθηνών της χορήγησε με τη σειρά της υποτροφία για μετεκπαίδευση στο Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας. Πήρε δίπλωμα από το Corso di Perfezionamento του Πανεπιστημίου της Πάντοβας και πτυχίο από τη Σχολή Παλαιογραφίας, Αρχειονομίας και Διπλωματικής των Κρατικών Αρχείων της Βενετίας!
Και η συνέχεια ήταν εντυπωσιακή. Από το 1969 έως το 1979 ήταν ερευνήτρια στο Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και από το 1980 έως το 1994 διευθύντριά του. Παράλληλα από το 1977 μέχρι το 1982, η Χρύσα Μαλτέζου εργάστηκε ως ειδική συνεργάτης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης με αντικείμενο τη Βυζαντινή Ιστορία και την Ιστορία της λατινοκρατίας στον ελληνικό χώρο και συνεργάστηκε με το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών στο Ρέθυμνο, για τη μελέτη της βενετοκρατίας και των σχέσεων της Βενετίας με τον ελληνικό κόσμο. Το 1982 τιμήθηκε με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για τη συμβολή της στη διάσωση και επιστημονική εκμετάλλευση του Ιστορικού Αρχείoυ των Κυθήρων.
Το 1982 ήταν πια καθηγήτρια της Μεσαιωνικής Ιστορίας και ταυτόχρονα διευθύντρια του Τομέα Αρχαίας και Μεσαιωνικής Ιστορίας και πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας, στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Αυτά μέχρι το 1994. Πολυδιάστατη και πολυπράγμων, η Χρύσα Μαλτέζου από το 1987 ήταν και assistant fellow στο κέντρο βυζαντινών σπουδών του Dumbarton Oaks Center στην Ουάσιγκτον. Το 1995 διορίστηκε καθηγήτρια Ιστορίας της βενετοκρατίας στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Το 1998 η Ακαδημία Αθηνών την εξέλεξε διευθύντρια του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας. Στη θέση αυτή, διαδεχόμενη επάξια τους προηγούμενους διευθυντές του Ινστιτούτου,    τη Σοφία Αντωνιάδη (1955-1966), τον Μανούσο Μανούσακα (1966-1982) και τον Νικόλαο Παναγιωτάκη (1989-1997), παρέμεινε μέχρι το 2012. Το 2003 η πολιτεία την τίμησε για την επιστημονική προσφορά της, με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής. Το 2012 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού (1453-1821). Το 2013 εκδόθηκε αφιερωματικός τόμος προς τιμή της. Έλαβε μέρος σε πολλά ελληνικά και διεθνή συνέδρια και διοργάνωσε επίσης πολλά από αυτά.
Στο διεθνές συνέδριο «Φράγκοι και Βενετοί στη Μεσσηνία» που διοργάνωσε η Μητρόπολη Μεσσηνίας στην Καλαμάτα, το 2019, την συνάντησα και πάλι. Εκεί είχα παρουσιάσει το χαμένο στον χρόνο «κάστρο στο Γρίζι». Στο τέλος της παρουσίασής μου, η Ακαδημαϊκός πήρε το λόγο και με λόγο μεστό επιβράβευσε τον μόχθο του «καστρολόγου-ιατρού». Λίγο καιρό αργότερα, εν μέσω πανδημίας ήρθε η «οίκοθεν» βράβευσή μου από την Ακαδημία Αθηνών για τα «κάστρα και οχυρά στη Μεσσηνία». Στην παρουσίαση του βιβλίου στο Hilton, ήταν εκεί, στο πάνελ, παρουσιάζοντας την βιβλιοκρισία της που συνοδευόταν από επαινετικά λόγια για τον συγγραφέα, κάτι που είχε καταθέσει και στο προλογικό σημείωμά της στην έκδοση.
Με ιδιαίτερο σεβασμό, υποκλίνομαι δημόσια μπροστά στην τεράστια απώλεια. Αθάνατη.