Και όμως, ο άνθρωπος αυτός υπήρξε ιδιαιτέρως σημαντικός στον χειρισμό του Κυπριακού. Αν είχε καταφέρει να πείσει τις πολιτικές ηγεσίες, πρωτίστως της Κύπρου και δευτερευόντως της Ελλάδος, να μην απορρίπτουν, για λόγους επιδείξεως κομματικού «πατριωτισμού» με το βλέμμα στραμμένο στις κάλπες, όλες τις ευκαιρίες για σταδιακή προοδευτική λύση, σήμερα τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα. Και δεν θα είχαμε φθάσει στην νέα «εισβολή» του Ερντογάν στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου. Διότι απλούστατα θα είχε ήδη περάσει υπό την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αλλά χάθηκαν επτά ευκαιρίες, λόγω της γοητείας που ασκούσαν πάντοτε στις μάζες οι «πλειοδότες», οι «υπερπατριώτες», έναντι των ρεαλιστών.
Αμέσως μετά την εισβολή του «Αττίλα», που ακολούθησε το προδοτικό πραξικόπημα της Χούντας του Ιωαννίδη κατά του Μακαρίου στην Κύπρο, και την Μεταπολίτευση στην Ελλάδα, η επίσημη ελληνική πολιτική εγκλωβίσθηκε σε μια ακριβοπληρωμένη ανοησία. Στην θεωρία του Γεωργίου Μαύρου, που ήταν αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών στην «κυβέρνηση εθνικής ενότητας» του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ότι «ο χρόνος εργάζεται υπέρ ημών». Στα φληναφήματα κατά τα οποία το καθεστώς των κατεχομένων θα κατέρρεε από οικονομική ασφυξία. Μου ανεβαίνει η πίεση κάθε φορά που τον θυμάμαι να μου εξηγεί, στο ιδιαίτερο πολιτικό γραφείο του, με έπαρση, την άποψή του. Κατά την οποία, οι Τουρκοκύπριοι θα παρακαλούσαν να επιστρέψουν στην Κυπριακή Δημοκρατία, επειδή θα πεινούσαν. «Είναι ανίκανοι να εκμεταλλευθούν ακόμη και τους πλουσίους πορτοκαλεώνας τους οποίους άφησαν οπίσω τους οι διωχθέντες Ελληνοκύπριοι» επέμενε.
Η μαύρη αλήθεια είναι ότι δεν ευθύνεται μόνον ο Γεώργιος Μαύρος για το γεγονός ότι πορευθήκαμε, Αθήνα και Λευκωσία, σε πείσμα της κοινής λογικής. Οι ευθύνες επιμερίζονται σε πολλούς. Όχι μόνον μετά την εισβολή, αλλά και πριν από αυτήν. Ιδίως όμως μετά από αυτήν. Όταν κάναμε πως δεν αντιλαμβανόμεθα την ισχύ του αξιώματος «μακάριοι οι κατέχοντες». Όταν αρνούμεθα να παραδεχθούμε ότι ο χρόνος οδηγεί, νομοτελειακώς και επωδύνως, στην παγίωση και την βήμα προς βήμα «νομιμοποίηση» των τετελεσμένων.
Πάλι καλά που μετά τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος ενέταξε την Ελλάδα στην ΕΟΚ, εις πείσμα των λαϊκιστών, η κυβέρνηση Σημίτη πέτυχε να εγκριθεί το 2003 η ένταξη και της Κύπρου στην Ένωση.
giorgis@massavetas.gr