Με αφορμή αυτό σκέφθηκα να επαναλάβω ένα παλαιότερο κείμενο το οποίο εντελώς συμπτωματικά αφορά αυτούς τους δύο πόλους και τη σχέση μεταξύ τους.
Η πόλη θα πρέπει να έχει ισορροπία. Σχετική πάντα, αλλά η εποχιακή... ταλάντωση για πολλούς αποτελεί πρόβλημα που δεν φαίνεται και βεβαίως δεν ξεπερνιέται εύκολα. Αλλοτε βουλιάζει η Παραλία, άλλοτε η παλιά πόλη. Ως συνάρτηση της εποχής αλλά και των δραστηριοτήτων οι οποίες αναπτύσσονται. Πριν η πόλη ενιαιοποιηθεί οικιστικά είχε αναπτυχθεί έντονη αντιπαλότητα ανάμεσα στην Παραλία και την Καλαμάτα, όπως αναφέρονταν σε αντιδιαστολή, και γι' αυτό το “π” κεφαλαίο, ως οικισμός δηλαδή και όχι ως η ζώνη δίπλα στη θάλασσα. Υπήρξε μάλιστα κατά το παρελθόν “κίνημα” απόσχισης που σταμάτησε με άνωθεν επεμβάσεις και αστυνομικές απαγορεύσεις των συγκεντρώσεων. Η ιστορία έχει πάντα ενδιαφέρον και ιδού η αποσχιστική πρόσκληση όπως δημοσιεύτηκε στο “Θάρρος” (7//9/1923):
«Η εκλεγείσα προσωρινή επιτροπή υπό των κατοίκων της Παραλίας απηύθυνε προσκλήσεις προς πάντας τους κατοίκους αυτής, δι' ών καλούνται όπως την προσεχή Κυριακήν και ώραν 4 μ. μ. προσέλθουν εις τον εν Παραλία ναόν της Αναλήψεως και συντρέξουν τον αγώνα όπως η Παραλία αποτελέση ιδίαν Κοινότητα, καταστή δε ούτω δυνατή η εκτέλεσις καλλωπιστικών έργων και διαφόρων άλλων πρώτης ανάγκης, άνευ των οποίων η πρόοδος του τόπου καθίσταται αδύνατος. Εις την επιβλητικήν ταύτην συγκέντρωσιν θα κληθούν όπως παραστούν και αι αρχαί, εν δε των μελών της επιτροπής θέλει εκθέσει τους λόγους οίτινες επιβάλλουν όπως η Παραλία αποτελέση ιδίαν Κοινότητα. Εις την εορτήν ταύτην κρατεί σκέψις όπως αναπτυχθή ολόκληρον το πρόγραμμα των έργων, θα εκτεθούν δε και αι κρατούσαι σκέψεις περί του τρόπου ασφαλεστέρας επιτυχίας του σκοπού δι' ου και μόνον θα καταστή δυνατόν όπως η Παραλία παύση να είναι διαρκώς περγνωρισμένη. Εις τους προσκεκλημένους υπό των Παραλιωτών μετά την λήξιν της εορτής θα προσφερθούν αναψυκτικά, η δε Φιλαρμονική θα ανακρούση διάφορα εμβατήρια. Ως πληροφορούμεθα η συνέλευσις των κατοίκων της Παραλίας θα εκλέξη επιτροπήν ήτις μεταβαίνουσα εις Αθήνας θα ενεργήσει δι' όλα τα αφορώντα την Παραλίαν ζητήματα». Ομιλητής επρόκειτο να είναι ο Γεώργιος Κορφιωτάκης, γόνος παλιάς καλαματιανής οικογένειας με ακίνητη περιουσία στην Παραλία, αλλά κατά πώς μας πληροφορεί η “Σημαία” (11/9/1923) «επειδή δεν εζητήθη η άδεια της Στρατιωτικής Διοικήσεως, η σύσκεψις εματαιώθη, καθ' όσον ημποδίσθη διά Στρατιωτικής Δυνάμεως». Ενώ σε άλλο κείμενο κάνει γνωστό ότι «η Κοινότης Παραλίας θα εξικνείται προς βορράν μεν μέχρι του Κήπου της Εδέμ, ανατολικώς δε μέχρι Γιαννιτσανίκων» - και ως εκ τούτου θα είχε τόσα έξοδα που δεν θα μπορούσε να είναι βιώσιμη.
Η υπόθεση έμεινε στην επικαιρότητα για πολύ καιρό μέχρι που έσβησε καθώς υπήρξε κατηγορηματική άρνηση στην ικανοποίηση αυτού του αιτήματος, ενόψει βεβαίως και των σοβαρών προβλημάτων που θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν. Στον πυρήνα της αντίθεσης δεν ήταν ένας “συναισθηματικός τοπικισμός” αλλά η αίσθηση ότι ο Δήμος Καλαμάτας είχε “ρίξει” την Παραλία και δεν αντιμετώπιζε τα σοβαρά της προβλήματα έτσι ώστε να αναπτυχθεί σαν περιοχή οικιστικά και εμπορικά. Ετσι παρέμεινε σαν περιοχή “αναψυχής” για τους Καλαματιανούς αλλά και τους εκ θαλάσσης επισκέπτες που δεν ήταν λίγοι, είτε περιηγητές, είτε ναυτικοί όπως φαίνεται από προγενέστερο δημοσίευμα του “Θάρρους” (10/5/1913) για την... Κυριακή αργία: «Το ζήτημα της λειτουργίας των εν Παραλία καταστημάτων εκάστην Κυριακήν, προκληθέν λόγω απαγορευτικής διατάξεως του κ. Αστυνομικού Διευθυντού θα λυθή δι' επεμβάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου. Οι εν Παραλία ιδιοκτήται καταστημάτων παρεπονέθησαν δικαιότατα διά την αυστηράν εφαρμογήν του νόμου περί Κυριακής αργίας, ενώ είναι γνωστόν ότι μόνον η Κυριακή είναι διά τους πλείστους όσους αυτών ημέρα εργασίας, πράγμα το οποίον αναγνωρίζων ο προηγούμενος Διευθυντής κ. Φλώρος είχεν επιτρέψει την λειτουργίαν αυτών καθ' όλην την Κυριακήν».
Αξιοσημείωτη είναι η επιστολή “Παραλιώτη” λίγα χρόνια αργότερα (“Σημαία” 8/8/1926): «Πόλις ως η προμηνυομένη μεγάλη πόλις της Παραλίας “Αι Νέαι Καλάμαι” δεν δύναται να χαρακτηρισθή τοιαύτη χωρίς πλατείαν. Και εις το τελευταίον χωρίον ο εισερχόμενος θα ζητήση την πιάτσα, όπως και εις τας μαγαλουπόλεις ή τα καρτιέ. Υπήρχεν μια τοιαύτη χρησιμοποιηθείσα διά την ανέγερσιν τελωνειακού καταστήματος. Οι άρχοντες ανεγνώρισαν την ανάγκην και εψήφισαν κατά το έτος 1917 τον σχηματισμόν τοιαύτης εις το τέρμα της οδού Φαρών με εκατέρωθεν των πλευρών αυτής δύο τετράγωνα τα οποία ενούμενα με την έμπροσθέν των προκυμαίαν συμποσούνται εις τετράγωνον εκ 11.140 τετραγωνικών μέτρων εντός του οποίου δύναται να σχηματισθεί εξαίρετον ωραίον πάρκον, το οποίον κείμενον εις το μέτωπον του λιμένος και της πόλεως Παραλίας θα γίνη στολισμός όχι μόνον της Παραλίας αλλά και της Καλαμάτας, αφ' ου δεχθώμεν ότι αι Καλάμαι άνευ της Παραλίας είναι απλούν χωρίον αντλούσα παρ' αυτής την μείζονα αξία της [...] Διά να μην πάσχωμεν δε πάντοτε τα του Επιμηθέως, όπερ συμβαίνει εις την επάνω πόλιν, μιμούμενοι τους προγόνους μας πρέπει να μη αφήσωμεν και νυν τον αποφασισθέντα και ψηφισθέντα μοναδικόν αυτόν χώρον της πλατείας κατειλημμένον από παράγκας πλαισιωμένας με ψαθωτά υπόστεγα κατά σύστημα χωρικόν προς γενικήν ασχήμιαν και οικοδομηθή, μεταμελούμενοι δε αργότερον σκεπτόμεθα περί ρυμοτομίαν».
Ζητώντας να αναλάβει τα έξοδα το Λιμενικό Ταμείο όπως έγινε και σε άλλες πόλεις (Γύθειο, Βόλος κλπ.) ο επιστολογράφος σημειώνει ότι «αφού μάλιστα και ως παρόδιον το Λιμενικόν Ταμείον της σχηματισθησομένης πλατείας είναι υπόχρεον διά την δαπάνην της κατασκευής της. Αμα δε είδομεν εν τοις εφημερήσι περί καταστροφής και οικοδομήσεως των πλατειών προσήλθον εις τον κ. Δήμαρχον και ενεχείρισα τον φάκελλον με όλα τα αφορώντα την πραγματοποίησιν του σχηματισμού της πλατείας της πόλεως “Αι Νέαι Καλάμαι” και τον κάλεσα ν’ αναλάβη την προς τούτο πρωτοβουλίαν συντρέχοντες και ημείς ως παρόδιοι εκ του νόμου υπόχρεοι εις την περί τούτου δαπάνην. Αλλ' ατυχώς μετά πολλής απορίας και λύπης μας ηκούσαμεν ότι ο φάκελλος απωλέσθη». Αλλά όπως τόνιζε ο επιστολογράφος, «παρακολούθημα της πλατείας είναι και η ανάγκη αγοράς τροφοπωλείων και κρεοπωλείων όπως γένηται πρόβλεψις από τούδε αυτής. Οποίον θέαμα οικτρόν προσδίδει σήμερον να γίνωνται τα σφάγια εντός της άνω πλατείας εις διάφορα αυτής μέρη εμπρός της προκυμαίας κρεμάμενα εις δένδρα κατά τρόπον πρωτοπλαστικόν».
Το αίτημα ήταν σαφές: Πλατεία και Αγορά, γιατί έτσι θα έπαιρνε ζωή η Παραλία ως ξεχωριστός οικισμός και όχι ως “οικισμός αναψυχής” για την Καλαμάτα. Αλλά ούτε πλατεία έγινε, ούτε φυσικά συγκροτημένη Αγορά. Ο χώρος που προοριζόταν για πλατεία οικοπεδοποιήθηκε και η εμπορική δραστηριότητα συγκεντρώθηκε στην Καλαμάτα, όπως και η ψυχαγωγική στη διάρκεια του χειμώνα. Ο χαρακτήρας της γειτονιάς χάθηκε, καθώς μια τεράστια περιοχή έμεινε για δεκαετίες “κέντρο” και δεν έγινε “απόπειρα” για κάτι τέτοιο ούτε με το μετασεισμικό σχέδιο. Και αυτό παρά το γεγονός ότι επιχειρήθηκε η δημιουργία “κέντρων” στην ανατολική και τη δυτική πλευρά της πόλης, τα οποία όμως δημιουργήθηκαν σε δημόσια γη και με “παραπλανητικό” σχεδιασμό αποκατάστασης σεισμοπλήκτων. Ετσι η ισορροπία Κέντρου και Παραλίας (με την ευρεία έννοια και των δύο) στο πέρασμα του χρόνου όχι μόνον δεν επιτεύχθηκε, αλλά δημιουργήθηκε “χάσμα” κι έντονη “ταλάντωση” ζωής και κίνησης, αναλόγως της εποχής και των δραστηριοτήτων που αναπτύσσονται κάθε φορά. Φυσιολογικό σε ένα βαθμό, αλλά με τον τρόπο αυτό η πόλη λειτουργεί με... φεγγάρια και με όποια προβλήματα συνεπάγεται αυτό. Η αναζήτηση μέτρων και δραστηριοτήτων που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν προσφέροντας καλύτερη ισορροπία και περισσότερους επισκέπτες, είναι μια υπόθεση που κάποτε θα πρέπει να αρχίσει να συζητείται σε διαφορετική βάση.
Σε αυτό το σημείωμα, ως επίλογο, κρατώ δύο μεγάλες επεμβάσεις που θα συνέβαλλαν σε αυτή την ισορροπία αλλά και στην αύξηση της επισκεψιμότητας στην πόλη: Το πάρκο αναψυχής του Νέδοντα και την ριζική αλλαγή χρήσης στη Ναυαρίνου. Με έναν “κρίκο” από τα παλιά: Ενα μέσο σταθερής τροχιάς που θα συνέδεε τις περιοχές των δύο αυτών μεγάλων επεμβάσεων.