Τα όσα συνέβησαν στη διαδικασία μετατροπής της ΕΑΣ Μεσσηνίας σε πρωτοβάθμιο συνεταιρισμό είναι γνωστά και αποκαρδιωτικά. Επί της ουσίας αποδείχθηκε ότι εδώ και χρόνια δεν υπήρχε "συνεταιριστικό κίνημα" αλλά ένας γραφειοκρατικός μηχανισμός που επιβίωνε με τις πάσης φύσεως επιδοτήσεις και για την ακρίβεια στο "ψείρισμα" αυτών που δικαιούνται οι αγρότες.
Αυτός ο μηχανισμός μπορούσε να αναπαράγεται στηριγμένος στα "φαντάσματα" των παλιών πιστωτικών συνεταιρισμών και την ακίνητη περιουσία των κατά τόπους Ενώσεων που συγχωνεύτηκαν σε μια, τη δεκαετία του ’80. Με εξαίρεση ορισμένους ελαιουργικούς συνεταιρισμούς που παρουσίαζαν κάποια δραστηριότητα, οι υπόλοιποι υπήρχαν μόνον για τις εκλογές και πολλοί από αυτούς τις έκαναν κυριολεκτικά στα… κομματικά γραφεία.
Εδώ και πολλά χρόνια ο μόνος δεσμός της συντριπτικής πλειοψηφίας των αγροτών με την Ενωση, ήταν η διαδικασία καταβολής των επιδοτήσεων. Μια διαδικασία που απαξίωνε ακόμη περισσότερο τη συνεταιριστική ιδέα καθώς εκείνο που έμενε στον κόσμο ήταν η παρακράτηση για τη συντήρηση ενός μηχανισμού που δεν του προσέφερε τίποτε. Αντιθέτως προσέφερε πολλά σε εκείνους που είχαν τον έλεγχο της Οργάνωσης και απολάμβαναν τις αμοιβές των θέσεων, τα προνόμια για προσλήψεις συγγενών και φίλων και τα ωφελήματα από τις σχέσεις με πολιτικούς παράγοντες σε διάφορα επίπεδα.
Η "συνεταιριστική ιδέα" ήταν… εικονική πραγματικότητα και αποκαλύφθηκε σε όλο της το μεγαλείο όταν άρχισε η εφαρμογή του νέου νόμου για τους συνεταιρισμούς. Η δύναμη την οποία εμφάνιζε η Ενωση… εξαερώθηκε σε ελάχιστο χρόνο και από τους δεκάδες χιλιάδες αγρότες δεν γράφτηκαν… ούτε 100 στο νέο συνεταιρισμό. Αντε στην πορεία να γραφτούν και μερικοί άλλοι για να σπάσει το φράγμα, αλλά ό,τι και να γίνει αποκλείεται να αποτελέσει συνεταιρισμό των αγροτών της Μεσσηνίας ικανό να παίξει ρόλο στο οικονομικό γίγνεσθαι του αγροτικού χώρου. Στην πραγματικότητα έχουμε να κάνουμε με μια μικρή οργάνωση η οποία κληρονομεί τεράστια περιουσία αλλά και ανάλογα οικονομικά προβλήματα. Ακόμη και η βιωσιμότητα του νέου σχήματος είναι υπό συζήτηση καθώς δεν έχει γίνει ψύχραιμη αποτίμηση της πραγματικής κατάστασης και τα οικονομικά στοιχεία αποτελούν αντικείμενο διαμάχης στους κόλπους των παλιών συνεταιριστών. Αξιοσημείωτο ακόμη είναι το γεγονός ότι η διαμάχη έχει ουσιαστικά ξεσπάσει ανάμεσα σε παράγοντες της Νέας Δημοκρατίας και ο "πόλεμος" διεξάγεται ακόμη και με χτυπήματα κάτω από τη μέση.
Εχει γίνει πλέον φανερό ότι το παλιό σύστημα εξουσίας έχει καταρρεύσει, πλην όμως αυτό είναι που εκφράζει ουσιαστικά και το νέο σχήμα. Στη συντριπτική πλειοψηφία δεν αποτελείται από παραγωγούς οι οποίοι άκουσαν πως γίνεται συνεταιρισμός και… έσπευσαν να εγγραφούν, αλλά από συνεταιριστές που παίζουν μικρότερο ή μεγαλύτερο ρόλο για αρκετά χρόνια. Μπορεί να έγινε αλλαγή φρουράς στην κορυφή μέσα από συμμαχίες στο πλαίσιο της εν εξελίξει διαμάχης, αλλά το μεγάλο ζήτημα είναι κατά πόσον αυτοί που συμμετέχουν στην υπό νομιμοποίηση οργάνωση μπορούν να αλλάξουν τη μέχρι σήμερα πρακτική, να την βγάλουν από το τέλμα στο οποίο έχει βυθιστεί και να αξιοποιήσουν προς όφελος των παραγωγών ακόμη και τα χρηματοδοτικά προγράμματα που τρέχουν. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να αλλάξουν όλα εκείνα που έφεραν την Ενωση στη σημερινή κατάσταση. Να ρίξουν άπλετο φως στις υποθέσεις που κινούνται ακόμη στο γκρίζο έτσι ώστε να καταλογισθούν ευθύνες αν και όπου υπάρχουν. Και να αντιμετωπίζουν το νέο συνεταιρισμό ως οικονομική οργάνωση, της οποίας η επιτυχία θα εξαρτηθεί από το επιχειρηματικό σχέδιο που πρέπει να καταρτισθεί.
Σε αναμονή των εξελίξεων πάνω στα θέματα της μετεξέλιξης αλλά και της διαχείρισης των υποθέσεων που προαναφέρθηκαν, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι όλα αυτά συμβαίνουν σε μια φάση κατά την οποία ο αγροτικός χώρος έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ τη συλλογική δράση. Χωρίς αυτή δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθούν τα σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα που υπάρχουν στο χώρο και δημιουργούν μεγάλα προβλήματα τόσο στο επίπεδο της ανταγωνιστικότητας όσο και στο επίπεδο της αποφασιστικής προώθησης των προϊόντων στις αγορές.
Κλασικό είναι πλέον το παράδειγμα της παραγωγής και διαχείρισης ελαιολάδου, το οποίο πλέον απασχολεί και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθώς περιλαμβάνεται στο κείμενο εργασίας που έχει δοθεί σχετικά με την ελαιοκομία. Σύμφωνα με τα όσα έχουν μέχρι τώρα διαρρεύσει, συζητείται η παροχή οικονομικών κινήτρων ώστε να μειωθεί ο κατακερματισμός της προσφοράς του προϊόντος από τους παραγωγούς και να αυξηθεί η διαπραγματευτική τους δύναμη. Το ερώτημα επομένως είναι πώς αυτό μπορεί να γίνει στη Μεσσηνία, όταν έχουμε έναν νέο συνεταιρισμό που διαχειρίζεται ελάχιστες ποσότητες του προϊόντος, κάποιους ελαιουργικούς συνεταιρισμούς στους οποίους τα μέλη εμπορεύονται μόνοι τους το προϊόν και διάφορες άλλες συλλογικές πρωτοβουλίες ολοκληρωμένης διαχείρισης του ελαιολάδου.
Δεν χρειάζεται να αντιπαραβάλουμε την κατάσταση με αυτήν που επικρατεί στις άλλες ελαιοπαραγωγικές χώρες γιατί δεν αντέχει σε καμία σύγκριση. Οταν στην Ισπανία "γονατίζουν" τεράστιοι συνεταιρισμοί κάτω από την πίεση των αγορών, ο καθένας μπορεί να καταλάβει ποιες είναι οι επιπτώσεις απουσίας ισχυρής συνεταιριστικής οργάνωσης ή κοινοπρακτικής δράσης στη Μεσσηνία. Μπορεί κάποιοι να πανηγυρίζουν για την προοπτική καθιέρωσης του ΠΟΠ Καλαμάτα σε όλη τη Μεσσηνία, αλλά το τεράστιο ζήτημα είναι ποιοι και με ποιο τρόπο θα αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που ανοίγονται.
Εν κατακλείδι: Είναι εμφανές και το έλλειμμα πολιτικής και το έλλειμμα σοβαρότητας στη διαχείριση των υποθέσεων του αγροτικού χώρου. Και οι κοινωνικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να ανατρέψουν την κατάσταση δεν φαίνονται στον ορίζοντα. Για την ακρίβεια, δεν υπάρχει η κρίσιμη μάζα ανθρώπων με συνεργατική αντίληψη που θα μπορούσε με τη δυναμική της να σπάσει τα στερεότυπα και να προωθήσει μια διαφορετική λογική στη διαχείριση των υποθέσεων που αφορούν τους αγρότες.