Σάββατο, 27 Οκτωβρίου 2012 13:10

Επιστροφή στον συνεργατισμό για το ελαιόλαδο

Γράφτηκε από τον

Κάθε πρωτοβουλία ευπρόσδεκτη όπως λένε και ως εκ τούτου η σκέψη που διατύπωσε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Αθ. Τσαυτσάρης για τη δημιουργία ενός "άτλαντα" με τα ποιοτικά ελληνικά ελαιόλαδα που θα διανεμηθεί ανά τον κόσμο και σε εστιατόρια της Γερμανίας, έχει το δικό της ενδιαφέρον. Αυτό και ορισμένες άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες που ανακοινώθηκαν μετά τη συζήτηση που είχε με τον ευρωβουλευτή των Γερμανών Φιλελευθέρων Γ. Χατζημαρκάκη, ακόμη και αν δεν γίνονται για επικοινωνιακούς λόγους, σε καμία περίπτωση δεν ακουμπούν την καρδιά του προβλήματος.

Το πρόβλημα του ελληνικού ελαιολάδου δεν είναι να… βρει το δρόμο για το εξωτερικό, άλλωστε έχει φθάσει μέσω μικροπαραγωγών ουσιαστικά, στις πλέον "περίεργες" αγορές. Στη Γερμανία εν προκειμένω το ελληνικό ελαιόλαδο φθάνει με πολλούς και διάφορους τρόπους, ακόμη και απ’ ευθείας στους εστιάτορες από παραγωγούς. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα ορισμένοι παραγωγοί που μένουν σε χώρες της Ευρώπης, άρχισαν να προωθούν μέρος της οικογενειακής παραγωγής σε ένα δίκτυο γνωστών (αλλά… εμφιαλωμένο και όχι με το ντενεκέ). Το ελαιόλαδο φθάνει και από συνεταιρισμούς οι οποίοι διαπιστώνουν ότι ορισμένες φορές "κατεβαίνουν" ανεξήγητα από το ράφι των πολυκαταστημάτων παρά το γεγονός ότι εισπράττουν τα εύσημα για την ποιότητα του προϊόντος. Οι λόγοι μπορεί να είναι πολλοί, από τη "μίζα" που πρέπει να πληρωθεί για να μπει στο ράφι, μέχρι τις εμπορικές σκοπιμότητες των επιχειρήσεων καθώς προωθούν πλήθος τροφίμων και όχι μόνον ελαιόλαδο.

Το πρόβλημα με το ελληνικό ελαιόλαδο στο εξωτερικό δεν είναι κυρίως να το γνωρίσουν οι καταναλωτές αλλά το δίκτυο για να φθάσει σε αυτούς. Συνδέσμους και δίκτυα διαθέτουν πολλοί μικροί τυποποιητές αλλά αυτά επαρκούν ουσιαστικά για να μην κλείσουν οι επιχειρήσεις και όχι για να γίνει μαζική προώθηση του προϊόντος.

Δίκτυο σε κλίμακα που να διεκδικεί μερίδιο στην αγορά μπορούν να έχουν μόνον μεγάλες επιχειρήσεις και εδώ επιστρέφουμε στο "αρχέγονο" ζήτημα του "μεγέθους". Το διαρθρωτικό πρόβλημα της ελληνικής παραγωγής ελαιολάδου είναι γνωστό και χωρίς να αντιμετωπιστεί αυτό, το μόνο που μπορεί να φιλοδοξεί κάποιος είναι καλύτερη θέση του ελληνικού ελαιολάδου σε… γκουρμέ καταστήματα για λίγους. Εκατοντάδες χιλιάδες παραγωγοί, αμέτρητα ελαιοτριβεία, πλήθος μικρών (για τα δεδομένα της παγκόσμιας αγοράς) τυποποιητικών επιχειρήσεων συνθέτουν έναν κλάδο σε αποσάθρωση που δεν μπορεί να αντέξει στην αρένα του ανταγωνισμού. Και με δεδομένο αυτό το περιβάλλον, αποκτά πολύ μεγαλύτερη αξία η εμπορική δραστηριότητα πολλών τυποποιητών που καταφέρνουν να "χωθούν" σε δύσκολες αγορές. Οταν μάλιστα κανένας δεν ρισκάρει μεγάλη επένδυση σε αυτό τον τομέα και η πάλαι ποτέ κραταιά "Ελαιουργική" κατέρρευσε για λόγους τους οποίους κανένας δεν μπήκε στον κόπο να ερευνήσει σε βάθος και να ενημερώσει τους παραγωγούς.

Οι επισημάνσεις αυτές δεν είναι καινούργιες, χρειάζεται όμως να γίνουν πάλι προκειμένου να σταματήσουν οι βλακωδώς επαναλαμβανόμενες μεγαλοστομίες τόσο για την ποιότητα του προϊόντος όσο και για το ρόλο που μπορεί να παίξει στην ανάκαμψη της οικονομίας. Μελέτες επί μελετών από τράπεζες, υπουργεία και ιδρύματα ανακυκλώνουν επισημάνσεις και δυνατότητες, δεν απαντούν όμως τι μπορεί και τι πρέπει να γίνει.

Για να είμαστε σαφείς: Τη μεγέθυνση του κλήρου ειδικά στην ελαιοκαλλιέργεια, θα πρέπει να την ξεχάσουμε με βάση τη μορφή που έχει σήμερα η καλλιέργεια και τις κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν στις ελαιοπαραγωγικές περιοχές. Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει επιχειρηματικά μόνον σε περιοχές όπου οι διαθέτοντες σχετικά κεφάλαια θα καλλιεργήσουν εντατικούς ελαιώνες με πλήρη εκμηχανισμό της καλλιεργητικής διαδικασίας και συγκομιδής. Κάποιες απόπειρες γίνονται σε άλλους νομούς, είναι ενωρίς όμως για να εξαχθούν συμπεράσματα αν αυτές οι απόπειρες θα μείνουν πειράματα ή υπάρχει το περιθώριο να κυριαρχήσουν σε μια διαδικασία.

Ετσι θα χρειαστεί να επιστρέψουμε στις αρχές του συνεργατισμού αν θέλουμε να μειωθεί κατ’ αρχήν το κόστος παραγωγής και να αυξηθεί το όφελος για τους παραγωγούς. Με μορφές που αγκαλιάζουν όλες τις φάσεις της παραγωγής, την κοινή διαπραγμάτευση για την πώληση της παραγωγής και την τυποποίηση του προϊόντος. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες που αρχίζει να γίνεται εμφανής ο κίνδυνος εγκατάλειψης της καλλιέργειας. Και αν κάποτε φάνταζε υπερβολή, τα νέα μέτρα που προωθούνται και η αλλαγή στον τρόπο καταβολής των επιδοτήσεων που θα έχει ως συνέπεια τη δραματική μείωση, σήμερα κάνουν ευδιάκριτο αυτόν τον κίνδυνο και φρενάρουν ακόμη και την επιθυμία για επιστροφή στο χωριό.

Από εκεί και ύστερα… σκοτάδι, καθώς δεν φαίνεται στον ορίζοντα (προς το παρόν τουλάχιστον) κανένα ενδιαφέρον για επενδύσεις στον τομέα της τυποποίησης και εμπορίας ελαιολάδου με στόχο τις εξαγωγές. Οι ιδιώτες δεν θεωρούν κερδοφόρο τον τομέα και μάλιστα σε συνθήκες γιγάντωσης των ισπανικών επιχειρήσεων που κυριαρχούν πλέον στον κόσμο απλώνοντας δίκτυα και στη Βόρεια Αφρική για την παραγωγή ελαιολάδου με το μικρότερο δυνατό κόστος. Ενώ οι συνεταιριστικές οργανώσεις έχουν επιλέξει μοναχικούς δρόμους προσπαθώντας να πουλήσουν το δικό τους ελαιόλαδο ως "το καλύτερο του κόσμου", για να κάνουν τελικά… μια τρύπα στο νερό.

Στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης ουδείς ασχολείται με τέτοια θέματα και ως εκ τούτου μένουν ενέργειες εντυπωσιασμού σαν αυτή που έγινε η αιτία για το σημερινό σημείωμα. Δυστυχώς πραγματικό σχέδιο δεν φαίνεται στον ορίζοντα για κανέναν τομέα της οικονομίας. Και ανάπτυξη με… έξυπνες ιδέες, όπως τις χαρακτηρίζουν ορισμένοι, δεν μπορεί να γίνει.