Με διαφορετικό ενδιαφέρον κάθε φορά: Στην αρχή για την... αλλεργία που έπιανε τους περισσότερους ιδιοκτήτες όταν μάθαιναν ότι δεν θα μπορούν να τα κατεδαφίσουν για να δώσουν τα οικόπεδα αντιπαροχή. Στη συνέχεια για τις αντιδράσεις σχετικά με την κήρυξη του Ιστορικού Κέντρου. Μετά τους σεισμούς, για την προστασία από την επιδρομή της μπουλντόζας. Λίγο αργότερα για το πακέτο χρηματοδοτήσεων προκειμένου να διευκολυνθεί η ανακατασκευή τους. Για τα ερείπια που κρέμονταν και σε πολλές περιπτώσεις κρέμονται ακόμη. Ακολούθησε η εισβολή τους στην καθημερινή μας ζωή ως χρηστικών και αξιοπρόσεκτων κτηρίων.
Και η συνειδητοποίηση της ανάγκης να περισωθεί ο κτηριακός πλούτος. Για να φθάσουμε σταδιακά σε ένα σημείο όπου από το σύνολο των κτηρίων και τη διάταξή τους, αναδύεται σταδιακά η Καλαμάτα του αστικού μετασχηματισμού στα τέλη του 19ου αιώνα. Με τις πληγές από τον πολιτισμό του τσιμέντου. Που στέρησε από την πόλη από τεράστιας αξίας κτήρια, όπως αυτό στη θέση του οποίου ορθώνεται σήμερα το κτήριο της Εθνικής Τράπεζας.
Ετσι φθάσαμε πλέον σε ένα κομβικό σημείο για την πόλη και το Ιστορικό Κέντρο, το οποίο δεν οριοθετείται γύρω από την πλατεία 23ης Μαρτίου αλλά καλύπτει μια ευρύτερη περιοχή με έντονα τα ίχνη του οικιστικού ιστού του παρελθόντος.
Το πρώτο κέντρο της νεότερης πόλης αναπτύχθηκε στην περιοχή γύρω από τη Φραγκόλιμνα. Οχι τυχαίως βεβαίως, καθώς εκεί υπήρχε η πρώτη πλατεία που είχε "αποκτηθεί" με την επίχωση της λίμνης που βρισκόταν στο σημερινό παρκάκι. Αρχοντικά, τράπεζες, υπηρεσίες αναπτύχθηκαν στο λόφο που ορθωνόταν πάνω από το Νέδοντα. Ο οποίος όταν φούσκωνε το χειμώνα, περνούσε σύρριζα από τους Αγίους Αποστόλους και στη συνέχεια από το σημείο που βρίσκονται σήμερα τα σκαλιά του Αγ. Νικολάου. Στην περιοχή γύρω από τους Αγ. Αποστόλους ένα πλήθος από παράγκες αποτελούσε το "εμπορικό κέντρο", χώρο συναλλαγής και παζαριού με καταστήματα στεγαζόμενα σε παραπήγματα.
Ο αστικός εκσυγχρονισμός της πόλης ήρθε να αλλάξει πλήρως τη μορφή της και ολοκληρώθηκε τεχνικά με το σχέδιο πόλης του 1905: Η κοίτη του Νέδοντα περιορίστηκε με διαδοχικές εκβαθύνσεις και στο χώρο που "απελευθερώθηκε" ξεφύτρωσαν ιδιοκτησίες. Τα παραπήγματα κάηκαν από μεγάλες πυρκαγιές και άνοιξε η Υπαπαντής. Η Αριστομένους εξέφρασε την ανάγκη σύνδεσης της πόλης με το ραγδαία αναπτυσσόμενο λιμάνι. Ετσι δημιουργήθηκαν οι άξονες πάνω στους οποίους αποτυπώθηκε ο πλούτος και η κοινωνική διαστρωμάτωση της εποχής. Τα κτήρια με πανσπερμία επιρροών αντανακλούν τις προτιμήσεις και τις εμπειρίες των ιδιοκτητών τους, αλλά και το πλήθος των τεχνικών που απασχολήθηκαν με την κατασκευή τους.
Κρατήθηκαν όρθια για ολόκληρες δεκαετίες. Οχι όμως και η οικονομία της πόλης που πέρασε διαδοχικές κρίσεις και αλλαγές. Ετσι τα διατηρητέα έχασαν την παλιά τους αίγλη, αλλά και την οικονομική τους αξία όπως την όριζαν οι νόμοι της κτηματαγοράς εκείνη την εποχή. Η δεκαετία του ’60 ήταν καταλυτική για την τύχη τους: Δεκάδες κτήρια παραδόθηκαν στην αντιπαροχή του τσιμέντου, τερατουργήματα φύτρωσαν ακόμη και στην καρδιά του Ιστορικού Κέντρου.
Ενα σύστημα μέτρων στα μέσα της δεκαετίας του ’80 με κυριότερα την
οριοθέτηση του Ιστορικού Κέντρου και την καταγραφή των διατηρητέων, έπαιξε τεράστιο ρόλο στη συγκράτηση αυτής της πορείας και την αναστροφή της αντίληψης για τα διατηρητέα και την αξία τους. Μια νέα πολιτισμική αντίληψη δημιουργήθηκε σε ευρύτατα στρώματα της πόλης, κάνοντας πραγματοποιήσιμα τα σχέδια για διατήρηση των κτηρίων που είχαν ξεφύγει από την επιδρομή της μπουλντόζας. Ακολούθησε ο σεισμός, που πλήγωσε τα κτήρια, και μια βασανιστική διαδικασία ανακατασκευής τους. Το "σύνθημα" δόθηκε από το δήμο με αγορές και επισκευές κτηρίων, πολλοί ιδιοκτήτες θέλησαν ή πείσθηκαν για την αναγκαιότητα και δεκάδες κτήρια στέκονται σήμερα όρθια ζωντανεύοντας τη μνήμη μιας ιστορικής εποχής για τη νεότερη πόλη. Η δυναμική των αρχικών μέτρων όμως, το μεράκι και το πάθος σε ορισμένες περιπτώσεις, εξαντλήθηκαν μετά τα πρώτα χρόνια. Κτήρια του δήμου παραμένουν ακόμη ερείπια περιμένοντας την επισκευή τους. Διατηρητέα ιδιωτών έχουν εγκαταλειφθεί πλήρως, κυρίως σε περιοχές που δεν εμφανίζουν σήμερα εμπορική αξία. Ενας αριθμός αξιόλογων κτηρίων κινδυνεύει να χαθεί οριστικά, εφόσον δεν υποστηριχθεί με ένα σύστημα μέτρων η ανακατασκευή τους.
Τα παραπάνω αποτελούν σκέψεις διατυπωμένες από αυτή εδώ τη στήλη εδώ και 5 και πλέον χρόνια. Τότε προτείνονταν και κάποια μέτρα για τη διάσωση των διατηρητέων και στην ακροτελεύτια παράγραφο διατυπώνονταν η άποψη ότι «πολλά θα μπορούσαν ακόμη να καταγραφούν. Εκείνο το οποίο όμως επείγει είναι μια σοβαρή συζήτηση όλων των δυνάμεων του Δημοτικού Συμβουλίου για το κρίσιμο αυτό ζήτημα. Μια συζήτηση που έχει διακοπεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια, απ’ όταν πλέον ο δήμος είχε αποκτήσει άλλους προσανατολισμούς». Αυτή η συζήτηση που δεν έγινε ποτέ, μήπως πρέπει να γίνει τώρα που όλοι έχουν ξετρελαθεί με την ιδέα να γίνουμε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, η μοναδική ίσως που έχει εγκαταλείψει τα διατηρητέα στην τύχη τους;
Ηλίας Μπιτσάνης