Βεβαίως υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι πήραν το δρόμο για το χωριό, αλλά αυτό δεν μεταφράζεται σε αύξηση του αριθμού των απασχολουμένων. Εκείνο το οποίο φαίνεται όμως είναι πως σταθεροποιήθηκε από το 2012 ο αριθμός των απασχολουμένων στη γεωργία. Πράγμα που σημαίνει ότι έχει ανακοπεί σημαντικά ο ρυθμός εγκατάλειψης του πρωτογενούς τομέα και οι όποιες διαφορές καλύπτονται από ένα μικρό αριθμό ανθρώπων που επέστρεψαν στην ενασχόληση με τη γη.
Το ερωτηματικό που υπάρχει είναι αν η μικρή αυτή διαφοροποίηση σε σχέση με το παρελθόν συνιστά την αρχή μίας πορείας ή απλώς ένα παράπλευρο αποτέλεσμα της μνημονιακής πολιτικής που έχει οδηγήσει τη χώρα σε βαθύτατη οικονομική κρίση. Δεν θα μπορούσε να απαντήσει κάποιος μετά βεβαιότητας. Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυξάνεται ο αριθμός των ανθρώπων που βλέπουν τη γεωργία ως έναν τρόπο αναπλήρωσης εισοδήματος, ειδικά αυτών που βρίσκονται κοντά στις ιδιοκτησίες τους και αυτή η δραστηριότητα είναι εφικτή χωρίς μεγάλο κόστος.
Και παλαιότερα έχουμε γράψει ότι η επιστροφή στο χωριό δεν είναι μια απλή μετακίνηση που λύνει τα ζητήματα, αντιθέτως τα περιπλέκει. Με τη μνημονιακή πολιτική ουσιαστικά έχει καταρρεύσει το "κοινωνικό κράτος", η ζωή στο χωριό δυσκολεύει όλο και περισσότερο για τον κόσμο της ανάγκης. Μια οικογένεια που θα μετακινηθεί για τέτοιους λόγους, καλείται να αντιμετωπίσει νέα προβλήματα και πολλές φορές από το μηδέν. Ουσιαστικά μέχρι σήμερα εκείνοι που επιστρέφουν είτε είναι νέοι άνθρωποι που διαθέτουν περιουσία και αποφασίζουν να ασχοληθούν με αυτή, είτε συνταξιούχοι που δυσκολεύονται στα αστικά κέντρα, διαθέτουν σπίτι στο χωριό και τη δυνατότητα να ασχοληθούν με την οικιακή οικονομία περιορίζοντας το κόστος ζωής.
Η επιστροφή στο χωριό μόνο για λόγους επιβίωσης, ασφαλώς και δεν συνιστά αλλαγή στην ίδια τη γεωργία. Αποτελεί ένα κοινωνικό φαινόμενο το οποίο ενδεχομένως ενταθεί όσο βαθαίνει η κρίση και μεγαλώνουν τα αδιέξοδα, αλλά δεν αλλάζει τα πράγματα στη γεωργία και το χωριό γενικότερα. Από την άλλη πλευρά η εντονότερη ενασχόληση με τη γεωργία ανθρώπων που διαθέτουν περιουσία και την αξιοποιούν ως συμπληρωματικό εισόδημα, επίσης δεν συνιστά αλλαγή στον πρωτογενή τομέα.
Η ενασχόληση με τη γεωργία και την κτηνοτροφία από την αρχή απαιτεί ασφαλώς κεφάλαια και ρίσκο καθώς η κερδοφορία ούτε εξασφαλισμένη είναι, ούτε και σταθερή καθώς πολλά πράγματα εξαρτώνται τόσο από τον καιρό και τις συνθήκες καλλιέργειας όσο και από την κατάσταση που διαμορφώνεται κάθε φορά στην αγορά. Χωρίς καμία αμφιβολία υπάρχουν περιπτώσεις επιτυχημένης ενασχόλησης με τη γεωργία, αλλά αυτό δεν αποτελεί τον κανόνα. Η υπερπροβολή τέτοιων περιπτώσεων βοηθά στην ενθάρρυνση ορισμένων νέων ανθρώπων για την ενασχόληση με καινοτομικές δράσεις στο χώρο της γεωργίας, ταυτοχρόνως όμως δημιουργεί και πλασματική εικόνα αλλά και ψευδαισθήσεις σε εκείνους οι οποίοι δεν έχουν επίγνωση των πραγμάτων.
Με μια γρήγορη "επισκόπηση" κάποιων προγραμμάτων που μπορεί να έχουν σχέση με τη γεωργία εύκολα μπορεί να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να περιμένει κανένας πολλά από αυτά. Το ΕΣΠΑ για παράδειγμα απαιτεί ίδια συμμετοχή, το Ταμείο Αγροτικής Επιχειρηματικότητας είναι στα ζητούμενα, το κεφάλαιο "νέοι αγρότες" δεν αφορά όλους.
Ως εκ τούτου η υπόθεση (επι)στροφή στη γεωργία αποτελεί κενό γράμμα εφόσον δεν υποστηρίζεται από ένα γενναία χρηματοδοτούμενο πρόγραμμα ανασυγκρότησης της πρωτογενούς παραγωγής, ένα σχέδιο ενίσχυσης της οικογενειακής γεωργίας που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής (και όχι μόνο) γεωργίας και κίνητρα για την οργάνωση συνεταιρισμών σε όλα τα επίπεδα. Μόνο σε μια τέτοια κατεύθυνση μπορεί να υπάρξει ουσιαστική αύξηση της απασχόλησης στη γεωργία και στήριξη της κοινωνίας στην ύπαιθρο.
Στον αντίποδα μιας τέτοιας πολιτικής υπάρχει η "επιχειρηματική γεωργία". Το ενδιαφέρον τόσο των τραπεζών όσο και επενδυτών για τη γεωργία είναι κάτι παραπάνω από εμφανές σε τομείς που απαιτούν ένταση κεφαλαίου και διασφαλίζουν κέρδη μέσα από μεγάλες συμφωνίες. Το ενδιαφέρον είναι εμφανές στον τομέα των θερμοκηπιακών καλλιεργειών μεγάλης κλίμακας, αν και εκφράζονται πολλές ενστάσεις από ειδικούς για το μέλλον τέτοιων εγχειρημάτων. Ενώ είναι βέβαιο ότι θα ενταθούν το ενδιαφέρον και οι πρωτοβουλίες για παραδοσιακά προϊόντα που μπορούν να "σταδιοδρομήσουν" στις διεθνείς αγορές, όπως είναι το ελαιόλαδο και οι ελιές.
Η συζήτηση είναι μόλις στην αρχή, το πρόβλημα είναι μεγάλο και πολύπλευρο, πέρα από τις διακηρύξεις και τις υποσχέσεις όλα θα κριθούν στην πράξη. Με κρίσιμο ζήτημα την ενεργοποίηση των αγροτών και των οργανώσεών τους, καθώς οι "από μηχανής θεοί" μάς έχουν τελειώσει και τίποτε δεν μπορεί πλέον να αφεθεί στην τύχη του. Γιατί τότε θα έχει τη χειρότερη.
Ηλίας Μπιτσάνης