Δευτέρα, 08 Αυγούστου 2016 20:03

Αδυναμία διαχείρισης του νέου επιπέδου 

Γράφτηκε από τον

Αδυναμία διαχείρισης του νέου επιπέδου 

Οσοι παίζουν ηλεκτρονικά παιχνίδια γνωρίζουν πως όταν ανεβαίνεις επίπεδο (level) αυξάνεται ο βαθμός δυσκολίας - κι έτσι ενώ προηγουμένως κέρδιζες συνεχώς, τώρα χάνεις πανεύκολα. Οχι μόνο γιατί δε γνωρίζεις τις κακοτοπιές της καινούργιας πίστας, αλλά και γιατί πρέπει να εξασκηθείς πολύ μέχρι να ανταποκριθείς στις νέες, αυξημένες απαιτήσεις.

Για πολλούς και διάφορους λόγους, μερικούς από τους οποίους θα προσπαθήσω να αναλύσω στη συνέχεια, έχω την αίσθηση ότι τις 2 τελευταίες δεκαετίες οι Ελληνες συμπεριφέρονται σαν παίκτες των ηλεκτρονικών παιχνιδιών σε νέο επίπεδο, γιατί ενώ ανέβηκαν βαθμίδα στην παγκόσμια οικονομική κατάταξη, δεν έχουν αποκτήσει την ικανότητα να τη διαχειριστούν. 

Βεβαίως αντίστοιχα προβλήματα προσαρμογής στην ψηφιακή εποχή παρουσιάζουν και οι υπόλοιπες κοινωνίες, αφού είναι αδύνατο το πέρασμα από το παλιό στο νέο να γίνει χωρίς προβλήματα, συγκρούσεις, τριβές, οπισθοδρομήσεις και συμβιβασμούς. Η προσαρμογή είναι ακόμα πιο δύσκολη για την Ευρώπη, η οποία δεν θέλει να πιστέψει ότι βιώνουμε ταυτόχρονα τη δύση της βιομηχανικής εποχής και την ανατολή της ψηφιακής εποχής των δικτύων και των υπηρεσιών. Οπως ακριβώς οι γαιοκτήμονες δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν τη δυναμική της βιομηχανικής επανάστασης, έτσι και η αστική (και κυρίως η μεσοαστική) σημερινή Ευρώπη δείχνει να μη θέλει να πιστέψει ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις στον κλάδο της Πληροφορικής μετατοπίζουν το κέντρο βάρους της οικονομικής ζωής, από τον δευτερογενή στον τριτογενή τομέα. 

Σε σχέση βέβαια με τη βιομηχανική επανάσταση, οι εξελίξεις στην Πληροφορική και στην ψηφιακή τεχνολογία είναι ραγδαίες και δεν δίνουν τη δυνατότητα στις κοινωνίες να προσαρμοστούν σχετικά ομαλά στα νέα δεδομένα. Ετσι επιχειρήσεις, εργαζόμενοι, συλλογικές οντότητες, φορείς, διανοούμενοι και πολιτικοί αισθάνονται τη γη να φεύγει κάτω από τα πόδια τους, καθώς πρέπει να κινηθούν σε ένα άγνωστο περιβάλλον, το οποίο συνεχίζει να μεταβάλλεται διαρκώς με ταχύτητα. Εξαιτίας κυρίως αυτών των δυσκολιών, που επιφέρουν μείωση του εισοδήματος (και όχι μόνο λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης, που είναι αποτέλεσμα των ανακατατάξεων στον διεθνή καταμερισμό εργασίας), η Δυτική μεσαία τάξη νοσταλγεί τον... παλιό καλό καιρό - και για το λόγο αυτό ψηφίζει συντηρητικούς πολιτικούς, που υπόσχονται πάνω κάτω επιστροφή στο παρελθόν. 

Στην Ελλάδα, σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, τόσο οι δυσκολίες προσαρμογής στην ψηφιακή εποχή των υπηρεσιών όσο και οι ανησυχίες της μεσαίας τάξης είναι ακόμα πιο έντονες, γιατί η οικονομία μέσα σε 3/4 του αιώνα διένυσε μια απόσταση που οι ευρωπαϊκές οικονομίες διένυσαν σε 4 αιώνες. Με απλά λόγια: Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η ελληνική οικονομία από αγροτική έγινε βιομηχανική - αλλά πριν προλάβουν οι πρώην κάτοικοι των χωριών και τα παιδιά τους να προσαρμοστούν στο διαμέρισμα της πολυκατοικίας, ξεκίνησε ήδη η αποβιομηχανοποίηση και το πέρασμα στην κοινωνία των υπηρεσιών. Γι' αυτό ήταν και είναι εξαιρετικά δύσκολο ο μέσος πολίτης να κατανοήσει ότι η ραγδαία βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο της παραγωγικής διαδικασίας - αλλά μεταξύ άλλων οφειλόταν στην παγκόσμια πιστωτική επέκταση (που διακόπηκε βίαια το 2008), στην εισροή ευρωπαϊκού χρήματος (που μειώθηκε εξαιτίας της εισόδου νέου χωρών στην Ε.Ε.) και στη φτηνή μαύρη εργασία των μεταναστών (που πλέον έχει περιοριστεί εξαιτίας της ύφεσης). 

Με δανεικά, επιδοτήσεις και μαύρη εργασία μεγάλωσαν παράλληλα -και εκσυγχρονίστηκαν τεχνολογικά- οι ελληνικές επιχειρήσεις, και μάλιστα χωρίς το μετεμφυλιακό δίχτυ προστασίας των δασμών και των προνομίων. Ετσι δεκάδες ελληνικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα βρέθηκαν με κεφαλαιουχικό εξοπλισμό που συχνά θα τον ζήλευαν και οι πιο ανεπτυγμένες οικονομίες του πλανήτη, αλλά με ανθρώπινο κεφάλαιο που ελάχιστα διαφέρει από αυτό των πιο υπανάπτυκτων χωρών. 

Η κατάσταση αυτή μάλιστα επιδεινώνεται τώρα συνεχώς, καθώς στην ανελαστική ελληνική αγορά εργασίας οι επιχειρηματίες προτιμούν να συμπιέσουν το κόστος σε βάρος της ποιότητας, κι έτσι συνεχίζουν την παραγωγική τους διαδικασία με φθηνούς εργαζόμενους αντί να προσλάβουν νέους με διδακτορικά και ξενόγλωσσα πτυχία. Τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα στον δημόσιο τομέα, γιατί εκεί οι κάτοχοι διδακτορικού πρέπει να περιμένουν να συνταξιοδοτηθεί ο απόφοιτος της δευτεροβάθμιας που είναι προϊστάμενος, προκειμένου να μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν αποδοτικά τους υπολογιστές του γραφείου τους. 

Τον εφιάλτη συμπληρώνουν οι ψηφιακά αναλφάβητες ελίτ, οι οποίες αρνούνται να παραδώσουν τη διαχείριση των οντοτήτων που διοικούν, υπερπροβάλλοντας την απειρία των νεότερων. Για παράδειγμα, πολιτικοί που δεν μπορούν να στείλουν ούτε email, προσπαθούν να συνεχίσουν την καριέρα τους θεωρώντας ότι η διαχείριση της πληροφορίας και η διοίκηση εξακολουθεί να γίνεται από κομματάρχες και παράγοντες, όπως τη δεκαετία του 1950. 

Σε κάθε περίπτωση, θα ήμουν αφελής αν πίστευα ότι η Ελλάδα έγινε… Αμερική κι ότι οι επόμενες προεκλογικές εκστρατείες θα γίνουν στο Twitter ή ότι η επόμενη Google θα γεννηθεί στην κοιλάδα των Τεμπών. Πιστεύω όμως αταλάντευτα ότι δεκάδες ελληνικές επιχειρήσεις (και πιθανόν ολόκληρη η ελληνική οικονομία) δεν θα μπορέσουν να επιβιώσουν στο σημερινό παραγωγικό επίπεδο, γιατί το ανθρώπινο κεφάλαιο που διαθέτουν δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες και τις ιδιαιτερότητες της σύγχρονης εποχής. Σε κάθε περίπτωση, κανένας δεν μπορεί να προβλέψει πόσες επιχειρήσεις θα καταφέρουν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα - ούτε αν η ελληνική οικονομία θα κατορθώσει σύντομα να εκμεταλλευτεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της γεωπολιτικής της θέσης και του κλίματος, ώστε να προσφέρει υπηρεσίες υψηλής ποιότητας για να κατακτήσει μια ακόμα καλύτερη θέση στην παγκόσμια κατάταξη. 

Το μόνο σίγουρο είναι ότι όποιος επιχειρήσει να... επιστρέψει στο παρελθόν, είτε είναι επιχείρηση είτε κράτος, το μόνο που θα καταφέρει είναι να δει από μακριά και χαμηλά την πλάτη των ανταγωνιστών του. 

Θανάσης Λαγός

Εmail: lathanasis@yahoo.gr

 

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 08 Αυγούστου 2016 17:26