Η συμφωνία ΔΕΗ - Motor Oil προβλέπει τη δημιουργία ενός ακόμα φωτοβολταϊκού πάρκου 100 μεγαβάτ στη Δυτική Μακεδονία και αποκλειστική συνεργασία των δύο εταίρων για παραγωγή “πράσινου” υδρογόνου στην Ελλάδα.
Συγκεκριμένα και σύμφωνα με την energypress.gr:
“Δύο έργα, ένα φωτοβολταϊκό 100 μεγαβάτ με ηλεκτρολύτη στην Πτολεμαΐδα και μια «δίδυμη» επένδυση στη Μεγαλόπολη, θα είναι τα πρώτα projects της συμφωνίας ΔΕΗ - Motor Oil. H παραγωγή του πράσινου υδρογόνου θα γίνεται είτε σε μονάδες γειτνιάζουσες με τα δύο φωτοβολταϊκά, είτε στις ίδιες τις εγκαταστάσεις της Motor Oil στους Αγ. Θεοδώρους, εφόσον το σενάριο αυτό κριθεί ότι είναι οικονομικότερο. Ταυτόχρονα, οι δύο συνέταιροι δεσμεύονται από συμφωνία αποκλειστικότητας. Απαγορεύεται δηλαδή η συνεργασία με τρίτο επενδυτή για παραγωγή πράσινου υδρογόνου στην Ελλάδα ή το εξωτερικό.
Τα παραπάνω είναι, σύμφωνα με τις πληροφορίες, μερικά από τα πιο βασικά σημεία της στρατηγικής συμφωνίας των δύο ενεργειακών ομίλων, μέσω της οποίας σηκώνεται και επίσημα η αυλαία του πράσινου υδρογόνου στην Ελλάδα. Αξιοποιώντας η Motor Oil τις άφθονες ποσότητες ανανεώσιμης ενέργειας της ΔΕΗ που μέχρι το 2026 θα φτάνουν τα 9,1 GW, θα παράγει πράσινο υδρογόνο στις εγκαταστάσεις της, από τις οποίες και θα το διανέμει πανελλαδικά μέσω του δικτύου διανομής της (πρατήρια, βυτιοφόρα, κλπ). Σε αυτό το σενάριο, η ΔΕΗ θα πουλά την απαιτούμενη ποσότητα παραγωγής ρεύματος από ΑΠΕ στον πετρελαϊκό όμιλο, τα διυλιστήρια του οποίου θα παράγουν υδρογόνο. Στην ουσία, ο πετρελαϊκός όμιλος βάζει το knowhow, το refinery και το trading, και η ΔΕΗ την πρώτη ύλη, δηλαδή την ενέργεια από ΑΠΕ, από την οποία και παράγεται το πολλά υποσχόμενο πράσινο καύσιμο.
Στόχος της συνεργασίας, όπου ο ένας ενεργειακός όμιλος αλληλοσυμπληρώνει τον άλλο, είναι μια σειρά από έργα παραγωγής και αποθήκευσης πράσινου υδρογόνου, κυρίως στα λιγνιτικά πεδία της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης, διευκολύνοντας την ενεργειακή μετάβαση της Ελλάδας σε ένα περιβάλλον καθαρών μηδενικών εκπομπών άνθρακα (Net Zero). Τα πρώτα βήματα αυτού του σχεδίου έγιναν πέρυσι, όταν ΔΕΗ και Motor Oil κατέθεσαν στην Κομισιόν πρόταση να ενταχθούν στην λίστα των PCI τα δύο πρώτα φωτοβολταϊκά με ηλεκτρολύτη.
ΤΑ ΣΕΝΑΡΙΑ
Στο ερώτημα πόσο μεγάλες θα είναι αυτές οι μονάδες και τι ύψους επένδυση συνεπάγεται, η απάντηση βρίσκεται στο κόστος των ηλεκτρολυτών μέσω των οποίων παράγεται το υδρογόνο: Σε τεχνικό επίπεδο, οι ΑΠΕ παράγουν υδρογόνο μέσω της ηλεκτρόλυσης, όπου το νερό χωρίζεται σε υδρογόνο και οξυγόνο. Στη συνέχεια το υδρογόνο μπορεί να αποθηκευτεί και να χρησιμοποιηθεί για να ξαναπαραχθεί ηλεκτρική ενέργεια, όταν το σύστημα την έχει ανάγκη. Στην ουσία οι μονάδες αυτές, εκτός του ότι θα παράγουν ενέργεια που θα εγχέεται στο δίκτυο φυσικού αερίου, θα μπορούν να λειτουργούν και ως «μπαταρίες». Κλειδί ωστόσο για όλα τα παραπάνω είναι η ανταγωνιστικότητα των τιμών. Προς το παρόν τα κόστη παραμένουν μεγάλα, ωστόσο τεχνολογικές εξελίξεις όπως η μαζική παραγωγή ηλεκτρολυτών, μπορούν να τα κατεβάσουν, οδηγώντας σε οικονομίες κλίμακας και κάνοντας πιο εφικτές τις συγκεκριμένες επενδύσεις.
Η ΔΙΑΝΟΜΗ
Το άλλο σενάριο, εφόσον κριθεί οικονομικότερο, θέλει η παραγωγή του πράσινου υδρογόνου να γίνεται στις εγκαταστάσεις της Motor Oil, δηλαδή στα διυλιστήρια του πετρελαϊκού ομίλου. Όσο για τη διανομή, ρόλο-κλειδί παίζει και εδώ η Motor Oil, εν προκειμένω το πανελλαδικό της δίκτυο σε πρατήρια και ειδικά βυτιοφόρα οχήματα. Στοιχεία, που μαζί με τις διυλιστηριακές δυνατότητες του πετρελαϊκού ομίλου έπαιξαν το ρόλο τους για να κλειδώσει η συνεργασία των δύο πλευρών και η δημιουργία κοινοπραξίας της οποίας η Motor Oil θα έχει το 51%, ενώ η ΔΕΗ το 49%.
Το «πράσινο υδρογόνο» αποτελεί μια τεράστια ευκαιρία για την ενεργειακή μετάβαση και μέρος της λύσης για την επίτευξη του στόχου της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050. Συμβάλει στην περαιτέρω ενίσχυση και εξάπλωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στην απελευθέρωση από τη χρήση άνθρακα, σημαντικών κλάδων της οικονομίας, όπως η βαριά βιομηχανία και οι μεταφορές.
Κρίσιμος είναι ο ρόλος του και για τις νέες μονάδες φυσικού αερίου που σχεδιάζονται. Τα χαμηλά επίπεδα εκπομπών CO2 που απαιτεί η Κομισιόν στο πλαίσιο του νέου Taxonomy, προκειμένου το φυσικό αέριο να χαρακτηρίζεται ως πράσινο, μπορούν να ξεπεραστούν έπειτα από πρόσμιξη του τελευταίου με υδρογόνο".