Δευτέρα, 17 Νοεμβρίου 2025 20:42

Φιλοποίμην ο Μεγαλοπολίτης

Γράφτηκε από τον

Φιλοποίμην ο Μεγαλοπολίτης

Του Γιάννη Α. Μπίρη

Οι κάτοικοι του Αιγίου έκαναν ετοιμασίες για να θάψουν τον Άρατο με μεγάλες τιμές. Όμως και η γενέτειρά του πόλη της Σικυώνας ζήτησε να ταφεί ο Άρατος στην πατρίδα του. Μέχρι τότε η ταφή μέσα στα όρια της πόλης ήταν ιεροσυλία. Οι Σικυώνιοι κατέφυγαν στο μαντείο των Δελφών για να δουν πως θα μπορούσαν να ξεπεράσουν αυτό το εμπόδιο. Η απάντηση του Μαντείου ήταν: «όποιο μέρος θα φιλοξενούσε το σώμα του Άρατου ήταν ιερό». Συνεπώς η ταφή δεν θα ήταν ιεροσυλία. Ο Άρατος τάφηκε σε κεντρικό σημείο της πόλης της Σικυώνας, που ονομάστηκε προς τιμήν του Αράτειο. Εκεί διοργανώνονταν ετήσιες γιορτές και αποδίδονταν τιμές σ’ αυτόν.
Μετά τον θάνατο του Άρατου, σημαντικότερος ηγέτης της Αχαϊκής Συμπολιτείας αναδείχτηκε ο Φιλοποίμην ο Μεγαλοπολίτης (253 π.Χ. – 183 π.Χ.). Είχε πάρει μέρος στη μάχη της Σελλασίας. Χαρακτηριστικό της ανδρείας του ήταν ότι αν και κατά τη διάρκεια της μάχης είχε τραυματιστεί από δόρυ, αυτός συνέχισε να πολεμάει. Τότε τιμήθηκε με τον βαθμό του ιππάρχου. Το 220 π.Χ. ο Φιλοποίμην πήγε ως μισθοφόρος στην Κρήτη όπου και έμεινε για δέκα χρόνια. Εκεί αναδείχθηκε αρχηγός του μισθοφορικού στρατού και συμμετείχε στις μάχες μεταξύ των πόλεων του νησιού. Την ίδια εποχή, οι Μακεδόνες του Φίλιππου Ε´ είχαν εμπλακεί στον Πρώτο Μακεδονικό Πόλεμο (215 - 205 π.Χ.) εναντίον των Ρωμαίων, ενώ οι Αιτωλοί και οι Σπαρτιάτες είχαν συμμαχήσει με τους Ρωμαίους. Οι Αθηναίοι, οι Ηλείοι και οι Μεσσήνιοι είχαν παραμείνει ουδέτεροι. Όλες οι υπόλοιπες ελληνικές πόλεις είχαν συνταχθεί με τους Μακεδόνες. Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Καρχηδονιακού Πολέμου (218-201 π. Χ.), ο Φίλιππος Ε´ είχε συμμαχήσει με τον στρατηγό της Καρχηδόνας, Αννίβα. Το 211 π.Χ.. η Ρώμη με τη βοήθεια της Αιτωλικής Συμπολιτείας αλλά και της Περγάμου, ανέπτυξε τις λεγεώνες της στις ανατολικές ακτές της Αδριατικής, με πρόσχημα την «καταπολέμηση της πειρατείας». Ο Πρώτος Μακεδονικός Πόλεμος έληξε με τη Συνθήκη της Φοινίκης, το 205 π.Χ. Ουσιαστικά με αυτήν ξεκίνησαν οι επεμβάσεις της Ρώμης στην Ελλάδα.
Ο Φιλοποίμην είχε επιστρέψει το 210 π.Χ. στην Πελοπόννησο διατηρώντας τον βαθμό του ιππάρχου που του είχε απονεμηθεί παλιότερα, από τη μάχη της Σελλασίας. Με την εμπειρία του, αναδιοργάνωσε και αναβάθμισε τον στρατό της Αχαϊκής Συμπολιτείας, μετατρέποντάς την σε υπολογίσιμη δύναμη. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες και αντιμετώπισε τον ενωμένο στρατό Αιτωλών και Ηλείων κοντά στον ποταμό Λάρισσο. Ο στρατηγός Δαμόφαντος από την Ηλεία, επιτέθηκε στον Φιλοποίμενα αλλά αυτός κατάφερε να τον αποκρούσει και να τον σκοτώσει. Αυτή η επικράτηση των Αχαιών, έκανε το αντίπαλο στράτευμα να υποχωρήσει. Μετά τις μεγάλες επιτυχίες του Φιλοποίμενα, το 208 π.Χ. του απονεμήθηκε ο τίτλος του στρατηγού της Αχαϊκής Συμπολιτείας.
Στη Σπάρτη, μετά την ήττα στη μάχη της Σελασσίας, επικράτησε η παρακμή. Η πόλη είχε πια διοικητή της έναν «Επιστάτη» από τη Βοιωτία, τον Βραχύλλη. Τότε όμως εξαγόρασε τη βασιλεία της Σπάρτης κάποιος τυχοδιώκτης, ο Λυκούργος. Αφού αυτός επιβλήθηκε στους Σπαρτιάτες πέθανε. Τον διαδέχθηκε ο ανήλικος γιος του Πέλοπας, τον οποίο ανέλαβε να επιτροπεύει, κάποιος επίσης τυχοδιώκτης, ο Μαχανίδας, που εξελίχθηκε σε τύραννο της Σπάρτης.
Το 207 π.Χ. ο Φιλοποίμην, σε μια μάχη με τους Σπαρτιάτες στην περιοχή της Μαντίνειας, κατάφερε να σκοτώσει τον Μαχανίδα, που δρώντας ως σύμμαχος των Αιτωλών, είχε γίνει μάστιγα για τις πόλεις-συμμάχους της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Τον Μαχανίδα διαδέχθηκε με ανάλογους άνομους τρόπους διαδοχής, ο επίσης τυχοδιώκτης και παραβατικός Νάβις. Αυτός, κατόρθωσε να συνάψει συμμαχία με την Κρήτη και να οχυρώσει τη Σπάρτη, που έγινε για δεκαπέντε χρόνια το ορμητήριό του για τις επιδρομές του. Ταυτόχρονα διέλυσε τον κοινωνικό ιστό της Σπάρτης, εξόρισε τους πλούσιους Σπαρτιάτες και μοίρασε τις περιουσίες τους, σε παράνομους φίλους του.
Μετά το πάθημα του Μαχανίδα στη Μαντίνεια από τον Φιλοποίμενα, ο Νάβις ήταν προσεχτικός και απέφευγε επιδρομές μακριά από τη Σπάρτη. Βέβαια, παρά τη γενική ειρήνη, δεν έλειψαν οι μικροεπιδρομές των Σπαρτιατών στη Μεσσηνία για λάφυρα. Σε μια τέτοια επιδρομή, οι Σπαρτιάτες έφτασαν στις Θαλάμες, στη δυτική πλευρά της οροσειράς του Ταΰγετου, κατέβηκαν στις Φαρές (τη σημερινή Καλαμάτα) και έφτασαν μέχρι τον Πάμισο. Οι Μεσσήνιοι κατάφεραν όμως να οργανωθούν, να τους αποκρούσουν και να τους καταδιώξουν μέχρι τη Λακωνία. Οι Σπαρτιάτες κράτησαν όμως τα κλοπιμαία.
Το 201 π.Χ., ο Φίλιππος Ε´, δεν υπάκουσε στη Συνθήκη ειρήνης της Φοινίκης, του 205 π.Χ. Η Άβυδος, πόλη της Τρωάδας της Μυσίας στη Μικρά Ασία, είχε μπει στο στόχαστρό του. Οι Ρωμαίοι τον ειδοποίησαν να πάψει τις επιθέσεις εναντίον των Ελλήνων αλλά αυτός, αφού κυρίευσε την Άβυδο, πληροφορήθηκε ότι η Ρώμη κήρυξε πόλεμο εναντίον του. Κατά τον Δεύτερο Μακεδονικό Πόλεμο (200 - 196 π.Χ.), η Αιτωλική Συμπολιτεία παρέμεινε σύμμαχος της Ρώμης. Την ακολούθησε και ο Νάβις με τους Σπαρτιάτες. Οι Αιτωλοί ήταν όμως δυσαρεστημένοι από τη μοιρασιά, αφού ήθελαν να τους επιστραφούν παλιότερες δικές τους περιοχές, που μετά τη Συνθήκη της Φοινίκης, είχαν περάσει στην δικαιοδοσία του Φίλιππου Ε´. Γι’ αυτό απέστειλαν και πρέσβεις στη Ρώμη για να διαμαρτυρηθούν, χωρίς να καταφέρουν κάτι.
Το 199 π.Χ. ο Φιλοποίμην πήγε ξανά στην Κρήτη, αφού η πόλη της Γόρτυνας του ζήτησε βοήθεια. Παρέμεινε εκεί μέχρι το 193 π.Χ. πολεμώντας και πάλι ως μισθοφόρος. Τότε ο Νάβις πολιορκούσε για μεγάλο χρονικό διάστημα τη Μεγαλόπολη. Ο Φιλοποίμην γύρισε στην Πελοπόννησο. Επιτέθηκε στη Λακωνία και παρόλο που έπεσε σε ενέδρα κατάφερε και πάλι να νικήσει τους Σπαρτιάτες.
Η επαμφοτερίζουσα στάση του Νάβι απέναντι στους Ρωμαίους και τους Μακεδόνες και η έλλειψη πολεμιστών έκανε τον πόλεμο αμφίρροπο. Ο Φίλιππος Ε´ κάλεσε τον Νάβι να συμμαχήσει μαζί του, παραχωρώντας του το Άργος. Ο Νάβις κατέλαβε όμως το Άργος μόνος του και δεν συμμάχησε με τους Μακεδόνες. Τότε η Αχαϊκή Συμπολιτεία συμμάχησε με τη Ρώμη και το καλοκαίρι του 197 π.Χ. οι Ρωμαίοι κατανίκησαν τον Φίλιππο Ε´ που το 196 π.Χ. υποχρεώθηκε να συνάψει ταπεινωτική ειρήνη με τους Ρωμαίους. Αφού με την ειρήνη αποδυναμώθηκαν οι Μακεδόνες, μοναδικός διαιτητής των αντιδικιών μεταξύ των ελληνικών πόλεων ήταν πια η Ρώμη. Τότε και οι Μεσσήνιοι ζήτησαν την επιστροφή από την Αχαϊκή Συμπολιτεία, της Πύλου και της Ασίνης (της σημερινής Κορώνης). Τότε ο Ρωμαίος στρατηγός Τίτος Κουίνκτιος Φλαμινίνος έφτασε στην Κόρινθο κατά τη διάρκεια των Ισθμίων και ανακήρυξε «ελεύθερους», χωρίς φρουρά και φόρους, όσους υπόκεινταν μέχρι τότε στο μακεδονικό βασίλειο, δηλαδή τους Κορίνθιους, τους Φωκείς, τους Λοκρούς, τους Ευβοείς, τους Αχαιούς της Φθιώτιδας και τους Θεσσαλούς. Όλοι απέκτησαν και το δικαίωμα της αυτοδιοίκησης. Στη διακήρυξη δεν συμπεριλήφθηκαν οι Αιτωλοί, οι Αχαιοί, οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες, επειδή αυτοί δεν υπόκεινταν στη μακεδονική δυναστεία. Στο συνέδριο της Κορίνθου ανακοινώθηκε από τους Ρωμαίους:
«Η Σύγκλητος της Ρώμης και ο Τίτος Κουίνκτιος Φλαμινίνος, ύπατος στρατηγός αυτής, τους την Ασίαν και Ευρώπην κατοικούντας Έλληνας αφήνουσιν, ίνα είναι ελεύθεροι, αφρούρητοι, αφορολόγητοι, μεταχειριζόμενοι τους ιδικούς των νόμους…».
Ο Ρωμαίος ύπατος-στρατηγός Τίτος Κουίνκτιος Φλαμινίνος έγινε αντικείμενο θαυμασμού και εκτίμησης από τους Έλληνες. Μεταξύ των άλλων διευθετήσεων που πρόσφεραν οι Ρωμαίοι στις ελληνικές πόλεις, ήταν και η επανάκτηση τη Πύλου και της Ασίνης από τους οι Μεσσήνιους, χωρίς αυτοί να υποχρεωθούν να μπουν ξανά στην Αχαϊκή Συμπολιτεία.
Οι Ρωμαίοι αποχώρησαν από την Ελλάδα στο τέλος του 194 π.Χ., χωρίς να αφήσουν πίσω τους φρουρές. Αν όμως εμφανίζονταν κρούσματα απειθαρχίας και διχόνοιας τόνισαν ότι θα επανέλθουν.
Το 195 π.Χ., δώδεκα χρόνια μετά την ανάληψη της εξουσίας του, ο Νάβις, στηριζόμενος στη συμμαχία του με τους Ρωμαίους, πολιόρκησε και κατέλαβε για λίγο τη Μεσσήνη. Οι Μεσσήνιοι ζήτησαν βοήθεια από την Αχαϊκή Συμπολιτεία. Ο στρατηγός της Συμπολιτείας Κυκλιάδας, δήλωσε κώλυμα. Και ο αναπληρωτής του όμως, ο Λύσιππος, δεν ανταποκρινόταν στις παρακλήσεις των Μεσσηνίων, επειδή πίστευε ότι αφού ο Νάβις είχε καταλάβει τα τείχη της Μεσσήνης, θα ήταν μάταιος κόπος η εκστρατεία για την απελευθέρωση των Μεσσηνίων.
Τότε όμως εμφανίστηκε «προ των τειχών» ο «τελευταίος των Ελλήνων», ο Μεγαλοπολίτης στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας Φιλοποίμην, που έσωσε την πόλη. Και μόνο το άκουσμα του ερχομού του, έτρεψε σε φυγή τον Νάβι και τον στρατό των ληστών του. Ετσι ελευθερώθηκε και πάλι η Μεσσήνη.
«...ήδη δ’ αυτού πλησίον όντος, ακούσας ο Νάβις
ούχ υπέστη, καίπερ εν τη πόλει στρατοπεδεύων, αλλ’
υπεκδύς δια πυλών ετέρων κατά τάχος απήγαγε την
δύναμιν, ευτυχία χρήσεσθαι δοκών ει διαφύγοι·
και διέφυγε, Μεσσήνη δ’ ελευθέρωτο»
[Πλούταρχος, “Βίοι παράλληλοι: Φιλοποίμην - Τίτος” (Φιλοποίμην: 12, 6)]
Ο Φιλοποίμην και οι Αχαιοί ανάγκασαν τη Σπάρτη να προσχωρήσει στην Αχαϊκή Συμπολιτεία. Οι Αιτωλοί που αισθάνονταν όμως «ριγμένοι», αποκήρυξαν την ειρήνη των Ρωμαίων και συμμάχησαν με τον Νάβι. Το 191 π.Χ. ο Νάβις επιχείρησε να καταλάβει κάποιες παράλιες λακωνικές πόλεις, αλλά ηττήθηκε και πάλι από το Φιλοποίμενα. Τότε ζήτησε τη συνδρομή των Αιτωλών. Όταν αυτοί έφτασαν όμως στη Λακωνία, προσπάθησαν να καταλάβουν τη Σπάρτη και σκότωσαν τον Νάβι. Λίγο αργότερα, οι Σπαρτιάτες αποστάτησαν ξανά και ο Φιλοποίμην αναγκάστηκε να επέμβει. Επιτέθηκε στη Σπάρτη, γκρέμισε τα τείχη της και επέβαλλε τους νόμους της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ζητήσουν οι Σπαρτιάτες βοήθεια από τους Ρωμαίους.
Το 183 π.Χ., ο Φιλοποίμην έγινε εβδομήντα ετών και εξελέγη στρατηγός των Αχαιών για όγδοη φορά. Κι ενώ από το 190 π.Χ., η Αχαϊκή Συμπολιτεία περιλάμβανε πια ολόκληρη την Πελοπόννησο, στη Μεσσηνία, ένας εχθρός του Φιλοποίμενα, ο αριστοκράτης Δεινοκράτης, έπεισε τους Μεσσήνιους να ξεσηκωθούν και να αποχωρήσουν από την Αχαϊκή Συμπολιτεία. Εκείνη την εποχή ο Φιλοποίμην βρισκόταν στο Άργος. Όταν έφτασε εκεί η είδηση της ανταρσίας στη Μεσσηνία, αν και με πυρετό, ο Φιλοποίμην ξεκίνησε για τη Μεγαλόπολη όπου έφτασε σε μία μέρα. Από εκεί αμέσως με ένα σώμα εθελοντών ιππέων, βάδισε προς τη Μεσσήνη και αφού συνάντησαν τις δυνάμεις του Δεινοκράτη αρχικά τους έτρεψαν σε φυγή. Ξαφνικά όμως, εμφανίστηκε ακόμη ένα σώμα πεντακοσίων Μεσσηνίων. Ο Φιλοποίμην είδε ότι κινδύνευαν να περικυκλωθούν και διέταξε την υποχώρηση των στρατιωτών του. Ο ίδιος έμεινε πίσω για να τους καλύψει και να δώσει στους άνδρες του χρόνο να διαφύγουν. Αν και κανείς από τους εχθρούς δεν τολμούσε να τον αντιμετωπίσει σε μάχη σώμα με σώμα, σταδιακά αποχωρίστηκε από το κύριο σώμα των υποχωρούντων στρατευμάτων του, και τελικά βρέθηκε μόνος ανάμεσα σε αρκετούς ιππείς του εχθρού. Στην προσπάθειά του να ξεφύγει, εξασθενημένος και κουρασμένος από τον πυρετό, έπεσε από το άλογό του, τραυματίστηκε από την πτώση, έμεινε αναίσθητος στο έδαφος και αιχμαλωτίσθηκε από τους Μεσσήνιους. Ο στρατηγός, που μόλις πριν λίγα χρόνια είχε ελευθερώσει τη Μεσσήνη από τους Σπαρτιάτες του Νάβι, καταδικάστηκε να πεθάνει εκεί με δηλητήριο, αιχμάλωτος του αχάριστου Δεινοκράτη, στο σκοτεινό υπόγειο του Θησαυρού:
«...ειπόντως δέ τ ’ ανθρώπου διαπεφευγέναι τους πολλούς,
ενέπνευσε τη κεφαλή, και διαβλέψας πράως προς τον άνθρωπον,
“ευ έχει” είπεν “ει μη πάντα κακώς πεπράχαμεν”, άλλο
δε μηδέν ειπών μηδέ φθεγξάμενος εξέπιε, και πάλιν εαυτόν
απέκλινεν, ου πολλά πράγματα τω φαρμάκω παρασχών, άλλ’
αποσβεσθείς ταχύ δια την ασθένειαν»
[Πλούταρχος, “Βίοι παράλληλοι: Φιλοποίμην - Τίτος” (Φιλοποίμην: 20, 3)]
Όταν η είδηση του θανάτου του Φιλοποίμενα έφτασε στη Μεγαλόπολη, συγκεντρώθηκαν οι άρχοντες και εξέλεξαν νέο στρατηγό τον Λυκόρτα και αποφάσισαν την επίθεση και εισβολή στη Μεσσηνία. Ήθελαν να τιμωρήσουν παραδειγματικά τους Μεσσήνιους για τη δολοφονία του Φιλοποίμενα. Την εισβολή ακολούθησαν φοβερές σφαγές και καταστροφές. Ο Δεινοκράτης αυτοκτόνησε. Ο νεοεκλεγής στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας, Λυκόρτας ο Μεγαλοπολίτης, πατέρας του ιστορικού Πολύβιου, έφτασε στη Μεσσήνη, επιτέθηκε στους Μεσσήνιους και τους ανάγκασε να παραδοθούν. Οι Μεσσήνιοι συνθηκολόγησαν και φυσικά παρέδωσαν τη σωρό του Φιλοποίμενα αλλά και όσους τον καταδίκασαν σε θάνατο. Η Μεσσηνία για ακόμα μια φορά επανήλθε στην Αχαϊκή Συμπολιτεία. Η σορός του Φιλοποίμενα αποτεφρώθηκε και μεταφέρθηκε στη γενέτειρά του, Μεγαλόπολη. Μαζί με την υδρία με την τέφρα που μετέφερε ο νεαρός Πολύβιος, πήγαν στη Μεγαλόπολη και οι Μεσσήνιοι αιχμάλωτοι.
Ο Φιλοποίμην πέθανε πριν λυθεί και το πρόβλημα με τη Σπάρτη, που μετά την επέμβασή του εκεί, οι Σπαρτιάτες είχαν ζητήσει την επίλυση της διαφοράς από τους Ρωμαίους. Οι Σπαρτιάτες κατάφεραν τελικά να εκδιώξουν τους Αιτωλούς και για ασφάλεια, μπήκαν κι αυτοί στην Αχαϊκή Συμπολιτεία.

[Φωτογραφία: William Rainey, «Ο Φιλοποίμην στη φυλακή». Έγχρωμη λιθογραφία, Λονδίνο 1910.
Εικονογράφηση από το βιβλίο «Βίοι Πλούταρχου», για αγόρια και κορίτσια, όπως τα αφηγήθηκε ο W.H. Weston»]