Η Ελένη Φιλίνη δεν χρειάζεται συστάσεις. Η ηθοποιός, τραγουδίστρια και χορεύτρια του κινηματογράφου, του θεάτρου και της τηλεόρασης μεσουρανεί στο ελληνικό καλλιτεχνικό στερέωμα εδώ και δεκαετίες. Εχοντας ρίζες από την Δημητσάνα και τα Καλάβρυτα, σπούδασε στη Δραματική Σχολή Θεοδοσιάδη και την Σχολή Αθηνών. Εκανε τα πρώτα της βήματα στην τηλεόραση τη δεκαετία του 1980. Η πρώτη της τηλεοπτική εμφάνιση ήταν στη σειρά «Λούνα Παρκ» ενώ φοιτούσε ακόμα στη Δραματική Σχολή. Εχει συμμετάσχει σε πολλές τηλεοπτικές σειρές και κινηματογραφικές ταινίες, έχοντας αποκτήσει πολλούς θαυμαστές. Η ίδια μίλησε στην «Ε» μεταξύ άλλων για τα πρώτα της βήματα στο καλλιτεχνικό στερέωμα, για τις συνεργασίες της με σημαντικά ονόματα στον χώρο της υποκριτικής αλλά και για τη δραματική της εμπειρία από τον σεισμό του 1986 στην Καλαμάτα.
– Θέατρο, χορός, τραγούδι… Πότε ανακαλύψατε αυτό το πολύπλευρο ταλέντο σας;
Ξεκίνησα με τον χορό στα εννιά μου. Μετά ακολούθησε η Δραματική και το Ωδείο. Ηξερα τι ήθελα να κάνω από πολύ μικρή, αυτός ο χώρος είναι η ανάσα μου. Πιστεύω δε ότι ο καλλιτέχνης είναι πολυδιάστατος, επομένως θέατρο, χορός, τραγούδι είναι ένα για εμένα. Ασχολήθηκα με την υποκριτική όταν κατάλαβα ότι ο χορός θα είχε κάποτε ημερομηνία λήξης. Το ξεκίνημα έγινε όταν με είδαν σε κάποιες επιδείξεις. Ηθελαν κορίτσια για πασαρέλα, με πήραν, κάναμε πρόβες και αμέσως μπήκα και στην τηλεόραση. Πρέπει να πω ότι έκανα τηλεόραση πριν ακόμα τελειώσω το σχολείο. Ουσιαστικά δούλευα από τα 15 μου. Το πρωί πήγαινα σχολείο και το βράδυ χόρευα επαγγελματικά.
– Τι σημαίνει το θέατρο για εσάς;
Το θέατρο είναι ζωή, είναι ανάγκη έκφρασης και ψυχανάλυση. Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς αυτό.
– Είχατε κάποια πρότυπα από πλευράς τραγουδιού και ηθοποιίας από μικρή ηλικία;
Από πολύ μικρή εκδήλωσα καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα, όπως κάνουν συνήθως τα κορίτσια. Μου άρεσαν η Σίρλεϊ ΜακΛέιν, η Μπάρμπρα Στρέιζαντ και η Λίζα Μινέλι.
– Λένε ότι η ομορφιά είναι διαβατήριο, ανοίγοντας πόρτες. Αρκεί αυτή για μια επιτυχημένη καριέρα;
Μια καλή εμφάνιση είναι κάτι θετικό, αν και όταν ξεκίνησα εγώ την δεκαετία του ‘80 ήταν δύσκολα τα πράγματα. Αν ήσουν κάπως σουλουπωμένος, έπρεπε να αποδείξεις ότι έχεις ταλέντο, εισπράττοντας κάποιου είδους αμφισβήτηση από ορισμένους. Σήμερα είναι το αντίθετο, με μια καλή εμφάνιση ανοίγουν οι πόρτες. Αυτή όμως δεν αρκεί αν δεν έχει κάποιος έστω και λίγο ταλέντο.
– Ποια συνεργασία ξεχωρίζετε μεταξύ των σημαντικότατων μεγάλων ονομάτων με τα οποία έχετε δουλέψει;
Η πρώτη μου δουλειά στο θέατρο ήταν στο πλευρό του Ντίνου Ηλιόπουλου και γι’ αυτό αισθάνομαι πολύ τυχερή. Επειτα, μπορώ να πω μεταξύ άλλων την «Εθνική Ελλάδος» της ηθοποιίας. Επαιξα με τους Φωκά, Παπαγιαννόπουλο, Κομνηνό, Μουστάκα, Βουτσά, Βλαχοπούλου, Ρουσσέα, Ρίζο, Πιατά, Σκουρολιάκο, Πάρλα, Τζιβιλίκα, Αλιφέρη, Ρηγόπουλο, Ζουγανέλη, Διαμαντόπουλο, Φυσούν, Κωνσταντίνου και πολλούς άλλους. Ο καθένας στα πρώτα μου χρόνια ως ηθοποιός ήταν δάσκαλος. Αποκόμισα πολλά πράγματα.
– Είχαν άλλη ποιότητα οι ηθοποιοί αυτοί σε σχέση με τους νέους της εποχής μας;
Σαφώς και είχαν. Νομίζω πως κι η δική μου γενιά, κοντά τους, ήταν διαφορετική. Ημασταν πολύ συνεσταλμένοι και με σεβασμό απέναντί τους. Σήμερα έχει χαθεί σε πολλές περιπτώσεις ο σεβασμός, ας αφήσουμε κατά μέρος το επάγγελμα. Οταν περπατάς ή οδηγείς, βλέπεις να υπάρχει μια αγένεια γύρω σου. Πιστεύω ότι είναι θέμα παιδείας, αφού τη βάση την παίρνουμε απ' το σπίτι μας. Μετά έρχεται το σχολείο και οι παρέες.
– Προτείνετε σε νέους ν’ ακολουθήσουν επαγγελματικά την υποκριτική τέχνη;
Σίγουρα αν αγαπούν το θέατρο, τους προτρέπω να το ακολουθήσουν. Σήμερα έχει κορεστεί σαν επάγγελμα, καλό θα είναι να έχουν και κάτι άλλο στα χέρια τους για τα δύσκολα, που δυστυχώς μας περιτριγυρίζουν.
– Πόσο σημαντική είναι η εργατικότητα στην επιτυχία; Αρκεί για να φτάσει κανείς στο επίπεδο που επιθυμεί;
Σίγουρα η δουλειά μας δεν έχει ωράρια, δεν έχει ρεπό, δεν έχει προγραμματισμό, είμαστε στην μάχη ανά πάσα στιγμή, «ετοιμοπόλεμοι» θα έλεγα. Ξέρω ότι οι παλιότεροι ηθοποιοί δεν έκαναν ποτέ διακοπές, είναι αλήθεια αυτό. Το θέατρο είναι ζωή και δεν σταματάει. Οσο αντέχεις, αυτό προχωράει.
– Το τραγούδι πώς προέκυψε;
Το τραγούδι προέκυψε εντελώς ξαφνικά πριν από δώδεκα χρόνια. Με κέρδισε όμως από την πρώτη στιγμή, με κέρδισε αυτή η αμεσότητα με τον κόσμο. Στο θέατρο είμαι ρόλος, στο τραγούδι είμαι η Ελένη, νιώθοντας πιο κοντά με τον κόσμο, σαν μια αγκαλιά. Αυτή η αμεσότητα είναι που με έχει κάνει να αγαπήσω το τραγούδι ιδιαίτερα.
– Υπάρχει κάποιος ρόλος στην καριέρα σας που να τον έχετε ξεχωρίσει παραπάνω από τους υπόλοιπους;
Δεν μπορώ να πω πως κάποιος ήταν πιο ξεχωριστός από τους υπόλοιπους. Είμαι από τους ανθρώπους που ό,τι κάνω το αγαπώ και το υποστηρίζω. Το ελάττωμά μου, αν μπορώ να το πω έτσι, είναι πως δεν μπορώ να κάνω αγγαρεία. Δεν μπορώ να υποστηρίξω κάποιο ρόλο με το ζόρι, γι’ αυτό και ό,τι έχω κάνει το αγάπησα εξίσου πολύ.
– Είστε υπέρ των remake στις ελληνικές σειρές ή θεωρείτε πως πρέπει να μένουν στην εκδοχή που τις είχαμε αφήσει;
Κάτι που είχε επιτυχία παλιότερα για εμένα είναι ευχάριστο να δω τη συνέχεια του. Επιπλέον σε πολλές περιπτώσεις η επιτυχία αυτή συνεχίζεται, δείχνοντας πως η διαδικασία αυτή αρέσει στον κόσμο. Προσωπικά η σειρά που θα ήθελα με κάποιο τρόπο να δω εκ νέου στην τηλεόραση, με νέα επεισόδια, προσαρμοσμένη στο σήμερα, είναι το "Ορκιστείτε παρακαλώ": η ελληνική κωμική σειρά αυτοτελών επεισοδίων που προβλήθηκε από το 1982 έως το 1987 στην ΕΡΤ.
– Υπάρχει κάποια δραματική εμπειρία που σας σημάδεψε στα πρώτα χρόνια της καριέρας σας εκτός του χώρου σας;
Εφόσον η συνέντευξη αφορά εφημερίδα της Καλαμάτας, μου ήρθε στο μυαλό αυτόματα ο σεισμός του 1986 στην πόλη σας. Η πρώτη φορά που ήρθα στην Καλαμάτα συνδυάστηκε με μια δυσάρεστη εμπειρία. Μαζί με άλλους ηθοποιούς είχαμε φτάσει εδώ με στρατιωτικό ελικόπτερο, με σκοπό να προσφέρουμε βοήθεια στους πληγέντες. Εκείνη τη μέρα φέραμε πράγματα από την Αθήνα για να δώσουμε σε όσους είχαν ανάγκη. Οι εικόνες που είχα αντικρίσει στους δρόμους δεν περιγράφονται με λόγια, ήταν συγκλονιστικές, ιδίως αυτές των πεσμένων κτηρίων. Εύχομαι να μην ζήσει κανείς ποτέ παρόμοια κατάσταση. Η Καλαμάτα γενικότερα είναι από τις ωραιότερες πόλεις της Ελλάδας και σίγουρα της ταιριάζουν οι πιο όμορφες αναμνήσεις.
– Τι είναι αυτό που σας κάνει να ταξιδεύετε νοερά ώστε να ξεφύγετε από τους ρυθμούς της καθημερινότητας;
Αν κάτι με κάνει να ξεφεύγω αυτό είναι το σινεμά. Μπορεί σε ένα κενό να πάω να δω δύο ταινίες συνεχόμενες και μετά να βγω. Κάθε βδομάδα η αποσυμπίεσή μου είναι ο κινηματογράφος και εννιά στις δέκα φορές θα πάω μόνη μου, γιατί θέλω απόλυτη προσήλωση. Μόνο στο σινεμά και στη θάλασσα θέλω να πηγαίνω μόνη μου.