Δευτέρα, 26 Αυγούστου 2024 08:43

Η ιστορικός – συγγραφέας Ματούλα Τομαρά – Σιδέρη στην «Ε»: “Ενδιαφέρον πεδίο η μελέτη του Ελληνισμού της Διασποράς”

Η ιστορικός – συγγραφέας Ματούλα Τομαρά – Σιδέρη στην «Ε»: “Ενδιαφέρον πεδίο η μελέτη του Ελληνισμού της Διασποράς”

 

«Η μελέτη για τις δραστηριότητες των Ελλήνων της Διασποράς, αποτελεί πάντα ένα ενδιαφέρον πεδίο για τους ερευνητές» λέει απ’ την αρχή κιόλας της συζήτησής μας η Μεσσήνια ιστορικός, συγγραφέας και ομότιμη καθηγήτρια Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου, Ματούλα Τομαρά-Σιδέρη, η οποία επί χρόνια μελετά την ελληνική διασπορά στην Αίγυπτο.

Αφορμή για την συνέντευξη, το πρόσφατο βιβλίο της, καθώς και η αναφορά για τον καταγόμενο από την Καλαμάτα, Εμμανουήλ Μπενάκη.

Συνέντευξη στη Μαρία Τομαρά

 

-Για πολλά χρόνια διδάσκετε στο Πανεπιστήμιο και μελετάτε την Ελληνική διασπορά στην Αίγυπτο. Μιλήστε μας για το τελευταίο σας βιβλίο «Αιγυπτιώτες Έλληνες στην Αιγυπτιακή βιομηχανία, 1945-1960. Η τελευταία αναλαμπή». Σε τί ακριβώς αναφέρεστε;

 

«Μελετώ τον Αιγυπτιώτη Ελληνισμό περισσότερα από 25 χρόνια. Με ενδιαφέρουν όλες οι πτυχές των δραστηριοτήτων του εκεί.  Έχω εισαγάγει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο το μάθημα της Ιστορίας του καθώς και της ιδιαίτερα επιτυχημένης πορείας που είχαν μέχρι την οριστική φυγή τους μετά την επανάσταση του Νάσερ.

Το τελευταίο μου βιβλίο «Αιγυπτιώτες Έλληνες στην Αιγυπτιακή βιομηχανία, 1945-1960. Η τελευταία αναλαμπή» μελετά διεξοδικά την παρουσία των Ελλήνων παροίκων στην αιγυπτιακή βιομηχανία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και μέχρι την εθνικοποίηση (1945-1963). Σ’ αυτή την περίοδο σημειώνεται η τελευταία αναλαμπή της ιδιαίτερης δραστηριότητάς τους.

Η έρευνα αυτή αξιοποιεί σε σημαντικό βαθμό ανεξερεύνητα μέχρι τώρα αιγυπτιακά κρατικά αρχεία και άλλες πηγές στην αραβική γλώσσα. Η αξιοποίηση αυτών των πηγών είναι καθοριστική για την κατανόηση της εποχής και της ελληνόκτητης βιομηχανίας στην Αίγυπτο, καθώς υπερβαίνει τον διπλό περιορισμό της παροικιοκεντρικής και της ελληνοκεντρικής θεώρησης της Ιστορίας.»

 

 

Ο Ελληνισμός της Αιγύπτου γιατί είναι ελκυστικός για έναν ιστορικό;

 

«Ο Ελληνισμός της Αιγύπτου έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον ερευνητή, γιατί η συγκρότηση του νέου Ελληνισμού διαμορφώθηκε σε σημαντικό βαθμό από την οικονομική, ευεργετική και πολιτισμική επίδραση των Αιγυπτιωτών Ελλήνων. Είναι πολλά τα παραδείγματα που επιβεβαιώνουν αυτό.

Ο Αιγυπτιώτης Ελληνισμός υπήρξε φυτώριο ευεργετών. Παραδείγματα αφθονούν: Το Μετσόβειο Πολυτεχνείο είναι δημιούργημα των Αβέρωφ-Τοσίτσα και Στουρνάρη. Το θωρηκτό Αβέρωφ, που συνέβαλε καθοριστικά  στους Βαλκανικούς πολέμους, είναι ευεργέτημα του Γεωργίου Αβέρωφ. Το καλλιμάρμαρο Στάδιο επίσης. Ευεργέτημα του Αιγυπτιώτη Πανταζή Βασσάνη είναι η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων… κλπ.

Αλλά και σε ένα άλλο επίπεδο, ο Καβάφης, ο Γεώργιος Σκληρός, ο Στρατής Τσίρκας και τόσοι  άλλοι Αιγυπτιώτες του πνεύματος, είναι μερικοί από τους λόγους που κάνουν ελκυστική τη μελέτη του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού.  

 

Η Αλεξάνδρεια και το Κάιρο είναι οι δύο μεγάλες πόλεις της Αιγύπτου όπου οι Έλληνες δημιούργησαν αξιοθαύμαστες Κοινότητες. Ωστόσο, παρουσιάζουν διαφορετικά χαρακτηριστικά.  Πού αποδίδετε αυτή τη διαφορετικότητα;

 

«Η Αλεξάνδρεια είναι λιμάνι, που σημαίνει κίνηση ανθρώπων και ιδεών. Ήταν κέντρο κοσμοπολιτισμού που δέχθηκε πολλές ξένες επιρροές. Στο βάθος του Ιστορικού χρόνου, με έμβλημα την Βιβλιοθήκη, η Αλεξάνδρεια είχε την αίγλη ενός παγκόσμιου κέντρου γνώσης και πολιτισμού. Εκεί άκμασαν σπουδαίοι επιστήμονες όπως ο Ήρων  ο Αλεξανδρεύς, που ήταν μηχανικός, γεωμέτρης και ο εφευρέτης της ατμομηχανής. Να θυμηθούμε και την Υπατία, την πρώτη Αλεξανδρινή φιλόσοφο και μαθηματικό, που είχε τραγικό τέλος το 415 μ.Χ.

Το Κάιρο πάλι, ήταν η πρωτεύουσα που τόνιζε την Αιγυπτιακή ιδιοπροσωπία και ενδιαφερόταν να προβάλλει την αιγυπτιακή ταυτότητα, χωρίς ωστόσο να αντιμάχεται τις ξένες επιρροές».

 

Ποιες ήταν οι κυριότερες ασχολίες των Ελλήνων παροίκων στην Αίγυπτο;

 

«Αρχικά, τα κυριότερα προϊόντα που καλλιεργούνταν στην Αίγυπτο ήταν καπνά, κουκιά, ρύζι και ζαχαροκάλαμο. Μετά τον Αμερικανικό εμφύλιο του 1865, που είχε προκαλέσει μεγάλο κενό προμήθειας βαμβακιού στην Ευρωπαϊκή υφαντουργία, η Αίγυπτος στράφηκε προνομιακά στην παραγωγή του. Η περαιτέρω ανάπτυξη της παραγωγής του βαμβακιού έφερε στην Αίγυπτο πολλούς Έλληνες που ασχολήθηκαν αποκλειστικά με αυτό ως καλλιεργητές και ως έμποροι. Ο Κωνσταντίνος Ζερβουδάκης, Κωνσταντίνος Σαλβάγος, Ιωάννης Χωρέμης, Εμμανουήλ Μπενάκης , Θεόδωρος Ράλλης  είναι μερικοί από αυτούς που διακρίθηκαν στον πεδίο.

Το βαμβάκι εδραίωσε τη θέση του στην αγροτική οικονομία ως ο «λευκός χρυσός».

Σε αυτό τεράστια ήταν η συμβολή του Νείλου γιατί το βαμβάκι είναι φυτό εξαιρετικά υδρόφιλο. Έξυπνοι, φιλέρευνοι και δραστήριοι, οι Έλληνες πάροικοι λειτουργησαν ως πραγματικό  think tank και επινόησαν νέες ποικιλίες βάμβακος, στις οποίες συχνά έδιναν το όνομά τους. Αξίζει να αναφερθούμε στην περίπτωση της ποικιλίας «Σάκελ», δημιουργός της οποίας ήταν ο Ιωάννης Σακελλαρίδης από το Πήλιο. Η ποικιλία «Σάκελ» ήταν τόσο επιτυχημένη που υποχρέωσε την Αγγλική υφαντουργία να αλλάξει τα μηχανήματά της προκειμένου να την χρησιμοποιήσει στην παραγωγή των περίφημων Εγγλέζικων υφασμάτων από αυτή τη μακρόινη ποικιλία.

Καταλαβαίνουμε τώρα ότι οι πάροικοι Έλληνες έμποροι συνέβαλαν τα μέγιστα στην ανάπτυξη της παραγωγής και εξαγωγής του Αιγυπτιακού βαμβακιού, φέρνοντας σημαντικά εισοδήματα στην Αιγυπτιακή οικονομία.

Αλλά και στην βιομηχανία οι Αιγυπτιώτες Έλληνες είχαν σημαντική παρουσία από τις αρχές του 20ου αιώνα και έπειτα, ιδιαίτερα μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.

Υπήρξαν διορατικοί και καινοτόμοι. Ενίοτε εγκαινίασαν νέους κλάδους βιομηχανικής δραστηριότητας, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην εκβιομηχάνιση της Αιγύπτου. Μηχανουργία, οινοπνευματοποιία, σοκολατοποιία, σιγαρετοβιομηχανία, ναυσιπλοΐα, οδοποιία, χαρτοποιία είναι μερικά από τα παραδείγματα που αναλύω στο βιβλίο μου για την ελληνόκτητη βιομηχανία την περίοδο 1945-1963. Η διάκρισή τους στη βιομηχανία αντιπροσωπεύει την τελευταία αναλαμπή του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού, μέχρι την εθνικοποίηση του Νάσερ και την οριστική φυγή από την Αίγυπτο.

 

Οι Έλληνες της Αιγύπτου ανήκουν στην Ελληνική αστική τάξη;

 

«Εκτός από τους επιχειρηματίες Έλληνες, στην Αίγυπτο έζησε και πρόκοψε και μέγα πλήθος εργατών, τεχνιτών και υπαλλήλων. Ωστόσο, οι μεγάλοι Έλληνες επιχειρηματίες υπήρξαν ηγετικές μορφές για την ηγεμονία της αστικής τάξης. Τότε ήταν η εποχή του αστικού μετασχηματισμού της Ελλάδας που γινόταν με πολλούς κόπους. Αυτό οφειλόταν στο ότι η Ελλάδα ανήκε στην περιφέρεια του παγκόσμιου καταμερισμού της εργασίας, κάτι που δυσκόλευε την ανάπτυξή της και διαιώνιζε αρχαϊκές δομές στο οικονομικό, κοινωνικό και νοοτροπικό πεδίο.

Η Έλλάδα ήταν μια εξαρτημένη, βασικά αγροτική οικονομία και κοινωνία, με χαμηλά επίπεδα εκχρηματισμού και αλφαβητισμού. Όσο για το νοοτροπικό πεδίο, αρκεί να θυμηθούμε πόσο χαμηλή ήταν τότε η ηλικία γάμου και τεκνοποιίας του Ελληνικού πληθυσμού και πόσο υψηλή ήταν η θνησιμότητα, ιδιαίτερα η βρεφική και η παιδική.

Οι Αιγυπτιώτες Έλληνες μέσω του ευεργετισμού υπηρέτησαν τον αστικό μετασχηματισμό και εκσυγχρονισμό της Ελληνικής κοινωνίας. Υπηρέτησαν την υγεία, την παιδεία, το πολιτισμό. Ίδρυσαν νοσοκομεία ( Ερυθρός Σταυρός, Ευαγγελισμός), χρηματοδότησαν την ίδρυση του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και του Παντείου πανεπιστημίου, έφτιαξαν Μουσεία (Μουσείο Μπενάκη) και Ωδεία (Ωδείο Αθηνών) κλπ.».

 

Οι Έλληνες της Αιγύπτου υπηρετούσαν την πολιτική;

 

«Αυτονόητα και υπηρετούσαν την πολιτική, αφού ήταν η κυρίαρχη τάξη που ανέδειξε την αστική τάξη και οργάνωσε την νεοελληνική αστική κοινωνία. Αρκεί να αναφέρουμε την περίπτωση του Εμμανουήλ Μπενάκη, στενό συνεργάτη του Ελευθερίου Βενιζέλου, που έγινε ο πρώτος Υπουργός Οικονομίας στην Ελλάδα και Δήμαρχος Αθηναίων.

Οι Αιγυπτιώτες Έλληνες υπήρξαν οργανικοί διανοούμενοι της αστικής τάξης, μερικοί μάλιστα και της διεθνούς. Υπηρέτησαν τον αστικό μετασχηματισμό της Ελλάδας και συνέβαλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση της σύγχρονης Ελληνικής πραγματικότητας».

 

Θα μπορούσατε να κάνετε μία ιδιαίτερη αναφορά για τον Εμμανουήλ Μπενάκη που ήταν από την Καλαμάτα;

 

«Ο Εμμανουήλ Μπενάκης μετά το τέλος των σπουδών του στο Μάντσεστερ ήλθε στην Αλεξάνδρεια, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο βάμβακος.  Έγινε συνέταιρος του οίκου Σκυλίτση, ενώ ο γάμος του με την Βιργινία Χωρέμη ενίσχυσε την κοινωνική του θέση, όπως φαίνεται και από την ίδρυση του εμπορικού οίκου Χωρέμη-Μπενάκη. Με την ευφυΐα του, την εργατικότητά και την τιμιότητά του κέρδισε την εμπιστοσύνη του εμπορικού κόσμου και της διεθνούς κοινωνίας της Αλεξανδρείας.

Διετέλεσε μέλος της Επιτροπής των Επιλέκτων και Δημοτικός Σύμβουλος στην Αιγυπτιακή Δημαρχία, καθώς και Πρόεδρος της Διεθνούς Λέσχης Μωχάμετ Άλη στην Αλεξάνδρεια.

Τον Ιανουάριο 1901 με δική του πρωτοβουλία ιδρύθηκε το Ελληνικό Εμπορικό Επιμελητήριο Αλεξανδρείας. Την ίδια χρονιά εξελέγη Πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι τον Μάρτιο του 1911, μια και από το 1910 είχε πρακτικά εγκατασταθεί στην Ελλάδα.

 Σταθερός υποστηρικτής και συνεργάτης του Ελευθερίου Βενιζέλου,  το 1910 εξελέγη βουλευτής Αττικοβοιωτίας με το κόμμα των Φιλελευθέρων και από 1 Ιανουαρίου 1911 ανέλαβε υπουργός Γεωργίας, Εμπορίου και Βιομηχανίας.

Στις 10 Φεβρουαρίου 1914 εξελέγη Δήμαρχος Αθηναίων και εργάστηκε για την αναμόρφωση της πρωτεύουσας.

Είχε σταθερή και συνεχή ανθρωπιστική και ευεργετική δραστηριότητα τόσο στην Αλεξάνδρεια, όπου ίδρυσε το Μπενάκειο Ορφανοτροφείο Θηλέων και το Μπενάκειο Οικονομικό Συσσίτιο, όσο και στην Αθήνα όπου εγκαταστάθηκε αργότερα.

Την εποχή της Μικρασιατικής καταστροφής του 1922 δαπάνησε μεγάλα ποσά υπέρ των προσφύγων. Την ίδια χρονιά ενίσχυσε τους συμπολίτες του πλουτίζοντας την πόλη με το Πρακτικό Λύκειο Καλαμάτας. Προέβη στην επέκταση της Βιβλιοθήκης της Βουλής δημιουργώντας την νέα πτέρυγα της Μπενακείου Βιβλιοθήκης. Ενίσχυσε οικονομικά την Εθνική Πινακοθήκη.  Το 1924 συμμετείχε στην Ιδρυτική Επιτροπή για τη δημιουργία τού Κολλεγίου Αθηνών και το 1925 ίδρυσε τη Σχολή Νοσοκόμων του Νοσοκομείου «Ερυθρός Σταυρός».

Τον Απρίλιο του 1927 ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Παύλος Κουντουριώτης, εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη της πατρίδας για το σύνολο της ευεργετικής του δραστηριότητας , ιδιαιτέρως δε για τη συνεισφορά του στην ανέγερση του κτηρίου του Κολλεγίου και του Νοσοκομείου Εκπαιδεύσεως του Ερυθρού Σταυρού, τα οποία αποκάλεσε «Ιδρύματα μεγάλου Εθνικού προορισμού», απένειμε στον Εμμανουήλ Μπενάκη τον τίτλο του Εθνικού Ευεργέτη».