Αλλά αυτό δεν αλλάζει, για εμάς, την ουσία της επίσκεψης του νέου Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας Μανουέλ Μακρόν. Το πόσο «ψαχνό» περιέχει η επίσκεψή του και οι συνομιλίες με την ελληνική κυβέρνηση, το προσδιορίζει καθαρότατα ο ίδιος με την συνέντευξη που έδωσε στην «Καθημερινή»
«Η Γαλλία επιθυμεί από καιρό την οικοδόμηση μιας σχέσης άμυνας που να επιτρέπει στην Ελλάδα την ανάπτυξη των απαραίτητων μέσων για την προστασία των συμφερόντων της. Οι πολεμικές μας αεροπορίες εξοπλίστηκαν από κοινού με τα πολεμικά αεροσκάφη Mirage. Επίσης, στο επίπεδο του Πολεμικού Ναυτικού, οι σχέσεις είναι στενές. Ολα αυτά δημιουργούν ισχυρούς δεσμούς, που επιθυμώ να αξιοποιηθούν. Κάτι τέτοιο όμως απαιτεί, επίσης, από την πλευρά της Ελλάδας τη βούληση για πλήρη ένταξη στο πλαίσιο της Ευρώπης της Αμυνας. Αυτό περνά μέσα από την επιλογή εξοπλισμών που επιτρέπουν τη στήριξη μιας αληθινής ευρωπαϊκής βιομηχανικής βάσης στον τομέα της άμυνας».
Τίποτε βεβαίως από αυτά δεν είναι προς κακοφανισμό. Ετσι συνέβαινε πάντα. Και έτσι θα συμβαίνει στο διηνεκές. Εκείνοι που κυβερνούν κάθε χώρα ενδιαφέρονται να «πουλήσουν» τα προϊόντα και τις υπηρεσίες της στους άλλους. Να στηρίξουν την οικονομία τους.
Το ίδιο είχε συμβεί και όταν, αμέσως μετά την κατάρρευση της δικτατορίας, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υποδεχόταν τον φίλο του Ζισκάρ Ντ’ Εσταίν. Ενώ εδώ μιλούσαμε για επίσκεψη που υπογραμμίζει τη φιλία των δυο ανδρών, ο γαλλικός Τύπος έγραφε το αυτονόητο: «Το ταξίδι στην Ελλάδα γίνεται για τα μάτια της Πεσινέ». Της εταιρείας δηλαδή που εκμεταλλευόταν τα κοιτάσματα βωξίτη στη χώρα μας. Το ίδιο και όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου υποδεχόταν τον Φρανσουά Μιτεράν. Το ίδιο και όταν ο Αλέξης Τσίπρας πήγε στην Κίνα συνοδευόμενος από στρατιά επιχειρηματιών. Και πολύ καλά έκανε. Αν ο ηγέτης μιας χώρας δεν ξέρει να τα βγάζει πέρα και ως πωλητής, τότε υπάρχει μέγα πρόβλημα.
Σημασία λοιπόν δεν έχει μόνον τι «ψητό» θα μας πουλήσει ο Μακρόν. Αλλά τι είδους αντισταθμιστικά οφέλη θα εξασφαλίσουν οι δικοί μας σε αυτό το παζάρι.
Γ.Π. ΜΑΣΣΑΒΕΤΑΣ