Τριάντα χρόνια μετά, το όραμα της σύγχρονης κοινοτικής ψυχιατρικής περίθαλψης με εύκολα προσβάσιμες υπηρεσίες ψυχικής υγείας για όλους παραμένει μετέωρο. Στο νομό έναν χρόνο πριν, η Κινητή Μονάδα Ψυχικής Υγείας Ενηλίκων και Παίδων του Νοσοκομείου Μεσσηνίας ήρθε να απαντήσει σε μια τεράστια ανάγκη: το δικαίωμα προστασίας από κινδύνους ψυχικής υγείας, το δικαίωμα σε διαθέσιμη, προσβάσιμη, αποδεκτή και καλής ποιότητας φροντίδα και το δικαίωμα στην ελευθερία, την ανεξαρτησία και την ένταξη στην κοινότητα.
Όμως η πραγματικότητα διαψεύδει καθημερινά τις υψηλές προσδοκίες. Οι πάσχοντες συχνά εγκαταλείπονται σε έναν λαβύρινθο διαδικασιών και “κακοποιούνται” κατά την πορεία της θεραπείας, καθώς πολλές μονάδες ψυχικής υγείας που έχουν δημιουργηθεί λειτουργούν υποστελεχωμένα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι και το Κέντρο Ψυχικής Υγείας Καλαμάτας. Όπως όλες οι υποστελεχωμένες μονάδες, που χωρίς κεντρικό συντονισμό, έλεγχο και αξιολόγηση, κατακερματισμένες μέσα στο… διαλυμένο τοπίο της δημόσιας υγείας, αντιμετωπίζουν παράλληλα μια κοινότητα η οποία έχει χάσει τα παλαιότερα δίκτυα συνοχής της. Γίνεται βίαιη και στρέφεται εναντίον των πιο αδύναμων μελών της: των παιδιών, των γυναικών, των ψυχικά πασχόντων…
Κι ενώ το υπουργείο Υγείας στοχεύει με νομοθετική πρωτοβουλία στην ολοκλήρωση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης 25 χρόνια μετά από την ψήφιση του προηγούμενου νόμου, η μεταφορά ψυχικά ασθενών μετά από εισαγγελική παραγγελία για ακούσια νοσηλεία εξακολουθεί να γίνεται με περιπολικά της Αστυνομίας και συνοδεία ένστολων σαν να είναι κρατούμενοι, ακόμα και αν είναι παιδιά ή έφηβοι. Δηλαδή, οι ψυχικά ασθενείς αντιμετωπίζονται ως επικίνδυνοι για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια και η μεταγωγή τους γίνεται με περιπολικό και… χειροπέδες, αν και η χώρα μας έχει ήδη καταδικαστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για αυτή την απαράδεκτη πρακτική, που αποτελεί παραβίαση της προσωπικής ελευθερίας και ασφάλειας των πασχόντων.
Η αξία πάντως μιας Κινητής Μονάδας Ψυχικής Υγείας για τη φροντίδα των ψυχικά ασθενών στην κοινότητα παραμένει αδιαμφισβήτητη, αλλά όχι αρκετή με δεδομένες τις αναπάντητες ανάγκες του συνόλου.