Παρασκευή, 09 Νοεμβρίου 2012 14:50

Ο αυτόματος πιλότος βύθισε και τους τσιγγάνους στο βάλτο

Γράφτηκε από τον

 

Του Γιώργου Παναγόπουλου

 

Ο δήμαρχος Καλαμάτας συνηθίζει μέρα παρά μέρα στις συναντήσεις του με τους δημοσιογράφους να κάνει και μια διαπίστωση. Στα πλαίσια αυτής της συνήθειας προχθές σημείωσε: «Μετά το 2001 και τον Σημίτη δεν έχει υπάρξει από την Πολιτεία καμία πρωτοβουλία, καμία πολιτική για το θέμα των τσιγγάνων. Από την απουσία πολιτικής, είναι προτιμότερη ακόμα και μια λάθος πολιτική». Η συγκεκριμένη διαπίστωση του δημάρχου εκτός του ότι είναι ακριβής, υπενθυμίζει ταυτόχρονα ότι και στο θέμα των τσιγγάνων -όπως και σε πολλούς άλλους τομείς- οι μηχανές του κράτους έσβησαν λίγο μετά τις εκλογές του 2000. Μετά από εκείνες τις δραματικές εκλογές, με την οριακή επικράτηση, αλλά και όσα ακολούθησαν με το θέμα των ταυτοτήτων και κυρίως του ασφαλιστικού, ολοκληρώθηκε ένας κύκλος πολιτικών που στόχευε στην κατάκτηση αφενός του ευρωπαϊκού κεκτημένου και αφετέρου μιας διαρκούς αύξησης του βιοτικού επιπέδου όλων των πολιτών.

Από τις αρχές του 2002 ξεκίνησε η πορεία της χώρας με τον αυτόματο πιλότο που έφερε την ανώμαλη προσγείωση το 2009. Τα 7 αυτά χρόνια της ανεμελιάς, των εύκολων και φτηνών δανεικών, επενδυμένα με παχιά λόγια λαϊκισμού από όλες τις πλευρές -όπου οι μεν επανίδρυαν το κράτος και οι δε έκλαιγαν για τη χαμένη γενιά των 700 ευρώ- διόγκωσαν τα υπαρκτά προβλήματα και οδήγησαν στα αδιέξοδα που βιώνουμε πια όλοι μας. Η εμπειρία δείχνει πλέον ότι όταν αναβάλεις τη λήψη δύσκολων αποφάσεων το μέλλον σε εκδικείται απαιτώντας ακόμα πιο επώδυνες και κοστοβόρες λύσεις. Η εποχή της νέας οικονομίας δεν συγχωρεί δισταγμούς στη λήψη αποφάσεων και δεν επιτρέπει την υπεράσπιση δομών που θεωρούνται ξεπερασμένες. Πολλοί θεωρούν -και έχουν δίκιο- ότι δεν μπορούν να απεμπολήσουν δικαιώματα και κατακτήσεις χρόνων τινάζοντας στον αέρα το βιοτικό τους επίπεδο, το ζήτημα όμως είναι πόσο εφικτό είναι αυτό και βέβαια μέσα από ποια διαδικασία μπορούν να «κρατηθούν» τα ελάχιστα και να αποφευχθεί η απόλυτη εξαθλίωση. 

Ολα αυτά τα χρόνια της ανεμελιάς οι πολιτικοί προσπαθούσαν να κρατούν ικανοποιημένους τους πολίτες αναβάλλοντας τις δύσκολες αποφάσεις, επιδοτώντας ταυτόχρονα με δανεικά τη συντήρηση δομών που ήταν φανερό ότι δεν μπορούσαν να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της χαρούμενης και ανέμελης διαδρομής των φρούδων προσδοκιών η επικράτηση της ανομίας ήταν απόλυτη και σε όλα τα επίπεδα. Η διαφθορά αυτονομήθηκε και όποιος προλάβαινε ή μπορούσε «απαλλοτρίωνε» δημόσιους πόρους. Μόνο τυχαία δεν ήταν η εκτίναξη των δαπανών στον τομέα της υγείας, της πρόνοιας, της άμυνας, της παιδείας, της αυτοδιοίκησης και τόσων άλλων που  αύξαναν κάθε χρόνο το έλλειμμα μετατρέποντας σταδιακά το χρέος σε θηλιά που σήμερα πνίγει τους πάντες. Οι περισσότεροι σήμερα αντιδρούν και καλά κάνουν αλλά οι οριζόντιες και άδικες περικοπές θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν αντιδρούσαμε έγκαιρα στις σακούλες με τα φάρμακα για ένα κρυολόγημα ή στα επιδόματα τυφλότητας στους οδηγούς ταξί. Προφανώς και δεν ευθύνονται όλοι το ίδιο αλλά όλοι μας ξέραμε τι συμβαίνει, είτε συμμετείχαμε είτε όχι σε αυτό, απλώς το θεωρούσαμε πρόβλημα άλλων. 

Η αντιμετώπιση του προβλήματος με τους τσιγγάνους είναι ενδεικτική. Μια στρατηγική επίλυσης ενός προβλήματος που παρόλες τις αδυναμίες της εκπονήθηκε από το γραφείο του τότε πρωθυπουργού, αφέθηκε στην τύχη της, εκφυλίστηκε και στο τέλος μετατράπηκε σε μεγαλύτερο πρόβλημα. Αντί δηλαδή να υπάρξουν διορθώσεις και ανατροπές σε ένα πρόγραμμα που προέβλεπε τη στεγαστική αποκατάσταση και την ένταξη μιας κοινωνικής ομάδας, τα πάντα μπήκαν στον αυτόματο πιλότο. Στην πορεία του χρόνου τα πάντα εγκαταλείφθηκαν και σάπισαν όπως οι εγκαταστάσεις της Μπιρμπίτας στο βάλτο, ενώ οι «δράσεις» περιορίστηκαν στη χορήγηση επιδομάτων. Ο αυτόματος πιλότος αλλά και τα επιδόματα οδήγησαν σταδιακά τη συγκεκριμένη ομάδα στη συναλλαγή και την απόλυτη ανομία, με αποτέλεσμα να φτάσουμε σε ακραίες καταστάσεις με περίπολα και τάγματα εφόδου. 

Ολα αυτά τα χρόνια το τοπικό πολιτικό προσωπικό και ειδικότερα όσοι υπηρετούσαν την αυτοδιοίκηση έκαναν ότι δεν έβλεπαν και δεν άκουγαν. Πότε άραγε ανακάλυψαν ότι η Μπιρμπίτα λεηλατήθηκε ή ότι η κατάσταση με τους τσιγγάνους είναι εκτός ελέγχου; Και έβλεπαν και ήξεραν, απλώς δεν ήθελαν να μπλέξουν γι' αυτό και ανέβαλαν τις αποφάσεις για το μέλλον, προκειμένου να αντιμετωπίσει κάποιος άλλος το πρόβλημα. Η εναλλαγή όμως σε καρέκλες και ρόλους των ίδιων ανθρώπων οδηγούσε το πρόβλημα ξανά και ξανά μπροστά τους αλλά η αντιμετώπιση ήταν κάθε φορά η ίδια: «ας το δουν οι άλλοι». Η επίλυση του προβλήματος με τους τσιγγάνους δεν έχει να κάνει πλέον με τη στέγασή τους και με το αν η Μπιρμπίτα θα λειτουργήσει ως κατασκήνωση ή θα κοπεί σε οικόπεδα και θα δοθεί ως ιδιοκτησία σε τσιγγάνους, όπως προτείνει εσχάτως ο δήμαρχος Καλαμάτας. Η συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα χρειάζεται πλέον πολλά περισσότερα για να επιτευχθεί η κοινωνική της ένταξη και να αποφευχθεί η απόλυτη περιθωριοποίηση και εξαθλίωσή της. Οσο δεν εκπονούνται και δεν εφαρμόζονται ολοκληρωμένες στρατηγικές τόσο θα βυθιζόμαστε βαθύτερα στα αδιέξοδα του βάλτου που δημιουργήσαμε. 

 

Υ.Γ. Είναι πράγματι συγκινητικές πρωτοβουλίες όπως αυτή των γιατρών στα δημόσια νοσοκομεία να εξετάζουν δωρεάν, χωρίς δηλαδή επιβάρυνση, τους άπορους και τους ανασφάλιστους. Η κρίση αποτελεί ευκαιρία για να ξαναπάρουμε τα πράγματα από την αρχή και να βρούμε το φως το αληθινό σε πολλά πράγματα. Δεν μπορεί να έχουμε ένα από τα πιο ακριβά παγκοσμίως συστήματα δημόσιας υγείας και ταυτόχρονα την υψηλότερη κατά κεφαλήν ιδιωτική δαπάνη για να αγοραστούν ουσιαστικά οι ίδιες υπηρεσίες. Κάτι δεν πήγαινε καλά εδώ και χρόνια, κάποιοι δεν το έβλεπαν, οι περισσότεροι αδιαφορούσαν και αρκετοί βολεύονταν. Η προσαρμογή γίνεται με άγαρμπο και βάρβαρο τρόπο, αλλά όταν το θηρίο το αφήνεις και μεγαλώνει στη συνέχεια καταπίνει τα πάντα στο πέρασμά του. Η επίδειξη ευαισθησίας και προσφοράς οφείλει και πρέπει να είναι διαρκής και υπεύθυνη αλλιώς δείχνει φτηνό συνδικαλιστικό τερτίπι που στοχεύει στην υπεράσπιση διαβρωμένων δομών και χρεοκοπημένων πρακτικών. 

 

panagopg@gmail.com