Η ακρίβεια πλήττει κάθε ελληνικό νοικοκυριό, κάθε μικρή και μεσαία επιχείρηση. Οι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι έχουμε μπει σε μία νέα περίοδο οικονομικής κρίσης και κρατούν στάση αναμονής. Καταλαβαίνουν ότι δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις και δεν πρόκειται να σταματήσει η ακρίβεια «με ένα νόμο κι ένα άρθρο». Πλήρωσαν ακριβά δίδακτρα και έμαθαν ότι το διεθνές περιβάλλον είναι... ξεροκέφαλο και δεν καταλαβαίνει ούτε από «περήφανα» δημοψηφίσματα ούτε από νταούλια και ζουρνάδες.
Το μακροπρόθεσμο συμφέρον των πολιτών είναι συνδεδεμένο με τις στρατηγικές επιλογές της χώρας και όχι με τον ΕΝΦΙΑ και τις περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Για να υπάρχει περιουσία, εισόδημα και ζωή, χρειάζεται πλαίσιο ελευθερίας και δημοκρατίας, το οποίο δεν διασφαλίζεται από τυχοδιωκτικές συμμαχίες με ανελεύθερα καθεστώτα και αμφιλεγόμενους ηγέτες. Το μάθημα της περασμένης περιόδου έχει κάνει τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών σοφότερη. Υπάρχει όμως ένα ισχυρό ποσοστό που σε κάποιες μετρήσεις φτάνει ακόμα και το 40%, το οποίο αναζητεί δικαιολογίες, ψάχνει συνωμοσίες και φλερτάρει διαρκώς με τον ανορθολογισμό και τις αυταπάτες.
Βρισκόμαστε ακόμα στη φάση του σοκ από την αύξηση του κόστους ζωής. Οι πολίτες κρατούν στάση αναμονής και κανείς δεν γνωρίζει πού θα οδηγηθούν τα πράγματα. Θα υπάρξει σταθεροποίηση και σταδιακή απορρόφηση των ανατιμήσεων; Θα υπάρξει ραγδαία επιδείνωση που θα επιτείνει τα αδιέξοδα και θα διογκώσει τις αντιδράσεις μέσα από ακραίες συμπεριφορές; Κανείς δεν γνωρίζει, είναι όμως προφανές ότι υπάρχει κίνδυνος για βουτιά σε ανορθολογισμούς που θα βάλουν σε περιπέτειες τη χώρα και τους πολίτες.
Οι πολίτες, παρότι βιώνουν το πρόβλημα της ακρίβειας, στη συντριπτική τους πλειοψηφία δείχνουν πολιτική ωριμότητα. Οι απεργιακές κινητοποιήσεις της Τετάρτης ήταν κατώτερες των προσδοκιών των διοργανωτών αλλά και του μεγέθους των προβλημάτων που καταγράφονται στην κοινωνία. Η μειωμένη συμμετοχή σε απεργία και συγκεντρώσεις πιστοποιεί, για μία ακόμα φορά, το πρόβλημα που υπάρχει στις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Συνδικαλιστικές ηγεσίες με προσωπική και κομματική ατζέντα έχουν εδώ και χρόνια απολέσει την αξιοπιστία τους. Οι εργαζόμενοι σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα έχουν πάρει αποστάσεις και θεωρούν ότι δεν τους αφορούν οι κινητοποιήσεις που αποφασίζονται, γι’ αυτό και δεν συμμετέχουν.
Οι Έλληνες πολίτες αν ήθελαν να ρίξουν τον καπιταλισμό και να αποχωρήσει η χώρα από την Ε.Ε. θα το έκαναν με την ψήφο τους στις εκλογές, δεν θα περίμεναν την 24ωρη απεργία. Αν ήθελαν να φωνάξουν τα συνθήματα ενός κόμματος, θα συμμετείχαν στις εσωκομματικές εκλογές και τις κομματικές του συγκεντρώσεις, δεν θα πήγαιναν κουτοπόνηρα στην ουρά μιας πορείας, να παραστήσουν τους αγανακτισμένους εργαζόμενους για να προωθήσουν την κομματική ατζέντα. Η προσπάθεια προώθησης κομματικής ατζέντας μέσα από απεργιακές συγκεντρώσεις είναι θλιβερή και υπονομεύει την προσπάθεια διεκδίκησης δίκαιων αιτημάτων.
Απεργίες με ξεκάθαρα αιτήματα, ρεαλιστικά και υλοποιήσιμα, είναι βέβαιο ότι θα οδηγούσαν σε μεγαλύτερη συμμετοχή και πίεση για ουσιαστικά μέτρα ελάφρυνσης. Η επαναστατική γυμναστική όμως, για να κρατιέται σε φόρμα ο κομματικός στρατός, ενδεχομένως να συσπειρώνει οπαδούς αλλά οδηγεί σε συγκεντρώσεις «αραία αραία, να φαινόμαστε καμιά σαρανταρέα». Η συνέχιση αυτής της πρακτικής είναι επιζήμια για τα συμφέροντα των εργαζόμενων, αλλά και για την ορθολογική πολιτική συζήτηση που έχει ανάγκη η χώρα.
Το πού θα οδηγηθεί η συγκεκριμένη κρίση έχει να κάνει τόσο με αυτά που θα συμβούν σε διεθνές επίπεδο, όσο και με τις ειδικότερες εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις. Η σύγκρουση Δύσης – Ρωσίας όλα δείχνουν ότι εντείνεται, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν θα τελειώσει σύντομα. Η Ε.Ε. προχωρά με ταχύτατο ρυθμό στην απεξάρτησή της από τους ρωσικούς ενεργειακούς πόρους, με τεράστιο οικονομικό κόστος. Η χώρα μας οφείλει να ακολουθήσει τις κεντρικές επιλογές των συμμαχιών στις οποίες συμμετέχει, αν θέλει να παραμείνει στον δυτικό πολιτισμό προσδοκώντας ασφάλεια και οικονομική ευημερία.
Το πολιτικό προσωπικό που αντιλαμβάνεται ότι η προοπτική της χώρας βρίσκεται εντός της Ε.Ε. οφείλει να δράσει με αντίληψη εθνικής υπευθυνότητας. Η χώρα χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο δράσεων σε οικονομικό και θεσμικό επίπεδο, που θα περιορίζει κινδύνους και θα αξιοποιεί ευκαιρίες. Η συμφωνία, για παράδειγμα, στην αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κατά προτεραιότητα, προκειμένου να κατακτηθεί μέσα στην επόμενα χρόνια η ενεργειακή αυτονομία της χώρας, είναι ένας εθνικός στόχος απολύτως εφικτός.
Το να επενδυθούν πόροι από το Ταμείο Ανάπτυξης για τη δημιουργία δικτύων διασύνδεσης είναι μια επιλογή που δεν μπορεί να περιμένει. Καλές οι αναπλάσεις σε βιοκλιματικά πεζοδρόμια, αλλά θα ήταν χρησιμότερο να μπορεί το κάθε νοικοκυριό να αποκτήσει ενεργειακή αυτονομία. Η αλλαγή στρατηγικής για τους λιγνίτες ήταν αναγκαία στην παρούσα συγκυρία, αλλά θα βοηθήσει οριακά. Χρειάζεται αναπροσαρμογή στρατηγικής και μεγάλη πολιτική συμφωνία για το πώς η χώρα θα έχει επαρκή και φτηνή ενέργεια την επόμενη δεκαετία. Η χώρα χρειάζεται ολοκληρωμένο σχέδιο υπεύθυνων πολιτικών, που θα εμπνέουν και θα κινητοποιούν θετικά τους πολίτες.
panagopg@gmail.com