Οι δημοσκοπήσεις των προηγούμενων ημερών δείχνουν ότι το ποσοστό των αναποφάσιστων είναι σχεδόν ίσο με εκείνο του πρώτου κόμματος. Αν συνεχιστεί αυτή η τάση, εκτιμάται ότι σύντομα «πρώτο κόμμα» θα είναι όσοι δηλώνουν πως δεν γνωρίζουν τι θα ψηφίσουν στις επόμενες εκλογές. Το γεγονός αυτό είναι πρωτόγνωρο για τα ελληνικά πολιτικά χρονικά και δείχνει ότι έχουμε εισέλθει σε μια απολύτως ρευστή περίοδο, χωρίς καμία σταθερά. Τα δημοσκοπικά δεδομένα καταδεικνύουν ότι όλα μπορούν να συμβούν, ενώ η αυτοδυναμία ενός κόμματος φαντάζει από απίθανη έως αδύνατη.
Τα ποσοστά της Ν.Δ. συνεχίζουν την καθοδική τους πορεία. Η κυβέρνηση φαίνεται ανήμπορη να ξεπεράσει τα ζητήματα διαφθοράς, με την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ να εξακολουθεί να κυριαρχεί στην πολιτική ζωή. Την ίδια στιγμή, στο ήδη δυσμενές περιβάλλον προστέθηκε και η ιστορία με τα καταστήματα των ΕΛΤΑ, που δημιούργησε νέα προβλήματα, πλήττοντας ακόμη και τη συνοχή της κοινοβουλευτικής ομάδας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η υπόθεση των ΕΛΤΑ δεν έχει ακόμη αποτυπωθεί δημοσκοπικά -κάτι που αναμένεται να επιδεινώσει περαιτέρω τη θέση της κυβέρνησης.
Η Ν.Δ. αντιμετωπίζει πλέον σοβαρό πρόβλημα στην επαρχία και σε μια κοινωνική ομάδα που θεωρούνταν προνομιακός της χώρος: στους αγρότες. Οι αποκαλύψεις για τη διαχείριση των επιδοτήσεων μέσω του ΟΠΕΚΕΠΕ και η καθυστέρηση στην καταβολή τους έχουν προκαλέσει τεράστια δυσαρέσκεια. Οι έντιμοι αγρότες νιώθουν εξαπατημένοι διπλά -τόσο επειδή η κυβέρνηση επέτρεψε σε επιτήδειους να εισπράττουν χρήματα που προορίζονταν για εκείνους, όσο και λόγω των καθυστερήσεων στις δικές τους πληρωμές εξαιτίας της κακοδιαχείρισης προηγούμενων ετών. Μέσα σε αυτό το κλίμα, η κατάργηση καταστημάτων των ΕΛΤΑ στην επαρχία αποτέλεσε τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Στην υπόθεση των ΕΛΤΑ, οι κυβερνητικοί παράγοντες δεν έχασαν μόνο τους ψηφοφόρους της περιφέρειας, αλλά και όσους ζητούν πραγματικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να πάψουν οι φορολογούμενοι να χρηματοδοτούν ζημιογόνους οργανισμούς. Ο εξαναγκασμός σε παραίτηση του διευθύνοντος συμβούλου των ΕΛΤΑ και η ακύρωση, για επικοινωνιακούς λόγους, του σχεδίου εξυγίανσης του οργανισμού, έστειλαν το μήνυμα ότι οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις υπηρετούν μικροκομματικές σκοπιμότητες και δεν υπαγορεύονται από τις ανάγκες της χώρας. Με δυο λόγια, από τη συγκεκριμένη υπόθεση η κυβέρνηση βγήκε πολιτικά διπλά χαμένη.
Όλα αυτά δείχνουν πως η παρούσα κυβέρνηση έχει κλείσει τον πολιτικό της κύκλο και βρίσκεται σε φάση αποδρομής. Δεν μπορεί πλέον να έχει την πολιτική πρωτοβουλία, παρά μόνο να ακολουθεί τα γεγονότα. Η ατζέντα διαμορφώνεται ερήμην της, αποκτώντας διαρκώς αρνητικό πρόσημο. Αυτό συμβαίνει συνήθως λίγο πριν από την αλλαγή κυβερνητικού σχήματος στη χώρα. Το ερώτημα πλέον είναι πόσο θα διαρκέσει αυτή η περίοδος και αν μπορούν να ληφθούν πρωτοβουλίες που θα φρενάρουν τη φθορά. Ο κίνδυνος να σέρνεται η χώρα ουσιαστικά ακυβέρνητη μέχρι το τέλος της παρούσας κοινοβουλευτικής περιόδου είναι υπαρκτός και ταυτόχρονα εφιαλτικός.
Η χώρα δεν αντέχει μια περίοδο στην οποία η κυβέρνηση αδυνατεί να αποφασίσει ακόμη και για το αν θα κλείσει ένα κατάστημα ΕΛΤΑ στην Πέρα Παναγιά, επειδή αντιδρά ο τοπικός βουλευτής ή ο κομματικός παράγοντας. Η αδυναμία λήψης κρίσιμων αποφάσεων μπορεί να οδηγήσει τελικά στο να κλείσουν συνολικά τα ΕΛΤΑ και να προκληθεί το απόλυτο χάος στην ελληνική ύπαιθρο, με την αδυναμία καταβολής συντάξεων. Η λογική τού «άστο για αργότερα, γιατί δεν αντέχουμε τώρα πολιτικά να πάρουμε τη δύσκολη απόφαση» δεν μπορεί να αποτελεί μοντέλο διακυβέρνησης. Είναι γνωστό ότι την προηγούμενη φορά που η συγκεκριμένη συνταγή εφαρμόστηκε, οδήγησε στη χρεοκοπία και τα μνημόνια.
Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία πρέπει να μεταφράζεται σε πραγματική συμφωνία διακυβέρνησης. Οι βουλευτές της Ν.Δ. φαίνεται πως λαμβάνουν ολοένα και μεγαλύτερες αποστάσεις από τον στενό κυβερνητικό πυρήνα και δεν είναι διατεθειμένοι να στηρίξουν αποφάσεις που δυσαρεστούν την εκλογική τους βάση. Η χώρα δεν μπορεί να προχωρήσει έτσι σε μια στιγμή που υπάρχουν κρίσιμα ζητήματα στα εθνικά θέματα και στην πορεία της οικονομίας.
Το μοναδικό ισχυρό επιχείρημα της Ν.Δ. και του Κυριάκου Μητσοτάκη μέχρι τώρα ήταν αυτό της ισχυρής μονοκομματικής πλειοψηφίας και της «σταθερής κυβέρνησης». Όταν, όμως, επιδιώκεις να πας στις εκλογές με επιχείρημα τη σταθερότητα και την αποφυγή του χάους -ενώ το χάος έχει ήδη γίνει η καθημερινή κυβερνητική πραγματικότητα- τότε είναι προφανές ότι δεν υπάρχει πειστική αιτιολόγηση για τη διεκδίκηση ψήφου. Η κυβέρνηση, το τελευταίο διάστημα, δεν έχει χάσει μόνο την επαρχία και τους παραδοσιακούς της ψηφοφόρους, αλλά και το βασικό της πλεονέκτημα: το αφήγημα της κυβερνητικής σταθερότητας.
panagopg@gmail.com
