Το διαχρονικό πρόβλημα της επιχειρηματικής δράσης στη χώρα είναι ότι ήταν προσανατολισμένη στις δουλειές με το κράτος και στο εύκολο μεταπρατικό κέρδος. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι οι περισσότεροι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνταν στο εμπόριο αγροτικών προϊόντων ασχολούνται με την μεταπώληση χύμα των προϊόντων και πολύ μικρό μέρος αυτών το διοχετεύουν στην αγορά ως τελικό προϊόν. Οι επιχειρηματίες, όταν δεν έκαναν απευθείας δουλειές με το κράτος (προμήθειες κ.λπ.), περίμεναν από το κράτος να τους βρει τους πελάτες -το περίφημο "να ανοίξει αγορές"- και να πάνε αυτοί μετά να πουλήσουν, χωρίς μεγάλο ρίσκο και με εξασφαλισμένο κέρδος.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον λειτουργίας είναι απολύτως φυσιολογικό να υπάρχει τραγικό έλλειμμα ανταγωνιστικότητας, ενώ το μάρκετινγκ και η διαφήμιση να περιορίζεται στα κινητά τηλέφωνα, στις τράπεζες και στον ΟΠΑΠ. Επιχειρήσεις οι οποίες ενδιαφέρονταν για μια αγορά περιορισμένη όπως η ελληνική, ήταν απολύτως λογικό να ασχοληθούν περισσότερο με τη δημιουργία εναρμονισμένων πρακτικών, δημιουργώντας καρτέλ, παρά να αναπτύξουν ανταγωνισμό βλέποντας το μεγάλο πεδίο σε Ευρώπη και Βαλκάνια. Το να ελέγξεις και να κυριαρχήσεις σε μια μικρή αγορά δεν χρειάζεται εξειδίκευση αλλά καλό νταραβέρι με μηχανισμούς στο μικρόκοσμο του Κολωνακίου. Αυτό συνέβαινε και εξακολουθεί να συμβαίνει, γιʼ αυτό και παρατηρείται το φαινόμενο να μειώνονται τα πάντα σε επίπεδο κόστους και αγοραστικής δύναμης, αλλά τα περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες να μην ακολουθούν την ίδια τάση, και αν δεν αυξάνονται, να παραμένουν σε τιμές προ κρίσης.
Η κρίση έχει αναδείξει όλες τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας. Στις διαπιστώσεις εύκολα όλοι συμφωνούν και υπερθεματίζουν. Τα δύσκολα ξεκινούν όταν τεθεί το ζήτημα των αλλαγών. Εκεί οι περισσότεροι «αντιστέκονται» ζητώντας να ξεκινήσουν από αλλού και κυρίως κάποιοι άλλοι να «πληρώσουν». Εδώ που έχουν φτάσει πλέον τα πράγματα δεν υπάρχει επιστροφή. Θα προχωρήσουμε μπροστά κάνοντας αυτά που θεωρούνται αυτονόητα στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στο δρόμο που έχουμε επιλέξει δεν υπάρχει περίπτωση το λάδι, που μας αφορά και τοπικά, να το πουλήσει σε καλύτερες τιμές κρατική εταιρεία εμπορίας μέσω διακρατικών συμβάσεων. Επιπρόσθετα, επειδή οι κρατικά προσανατολισμένες ιδιωτικές επιχειρήσεις χρεοκόπησαν μαζί με το κράτος, είναι καιρός να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Οι τράπεζες μετά την ανακεφαλαιοποίησή τους -γιατί χωρίς αυτό δεν πάμε πουθενά- να αρχίσουν να χρηματοδοτούν πραγματικές επιχειρηματικές ιδέες και κανονικές επιχειρήσεις, με κανόνες οικονομίας και όχι γνωριμίας. Ο εξαγωγικός προσανατολισμός με ανταγωνιστικά τελικά προϊόντα να αποτελεί το βασικό ζητούμενο για τις επιχειρήσεις αγροτικών προϊόντων και τροφίμων. Οι επιχειρήσεις να αναζητήσουν ανθρώπους εξειδικευμένους -από αυτούς που φεύγουν μαζικά για την Ευρώπη- που γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν και όχι ξαδέρφια και κουμπάρους της οικογενειακής λογικής στελέχωσης, κάτι που επικρατεί στην πρακτική των περισσοτέρων. Eτσι θα αναπτυχθούν νέες δυναμικές εταιρείες που θα προωθήσουν τα ποιοτικά προϊόντα στο ράφι των καταστημάτων και το πιάτο των καταναλωτών. Χωρίς σύγχρονες επιχειρήσεις δεν υπάρχει αγροτικό εισόδημα και χωρίς ιδιωτική πρωτοβουλία δεν υπάρχει οικονομία και ευημερούντες πολίτες αλλά απελπισμένοι και εξαθλιωμένοι που θα ψάχνουν σωτηρία στην ελεημοσύνη και θα ελπίζουν σε ανύπαρκτους σωτήρες.
panagopg@gmail.com