Μιας και όλα... ανθίζουν και, πού θα πάει, ο καιρός θα ζεστάνει, έλεγα να αρχίσω από τα πολύ παλιά. Καλαματιανό χρονογράφημα πριν από 116 χρόνια στη εφημερίδα “Φως”: «Ελεγον εις τον ρομαντικόν φίλον μου, εάν φαντασθώμεν προς στιγμήν την πόλιν μας πυκνοδασωμένην με δένδρα, εύμορφα και φυλλώματα αδρά, ώστε να ζει κανείς αμφίβιον συγχρόνως ζωήν, ζωήν αστικήν και ζωήν εξοχικήν, και εάν αναπολήσωμεν ακόμη ότι η σκηνογραφία αυτή των δενδροφυτειών θα συγκαλύψη τόσα αίσχη, και τόσα αηδίας, και την αποτρόπαιον εντύπωσιν που προξενούν τα κιόσκια και θα χύση χάριν περισσήν, οποία φαντασμαγορική εικών θα πρόκειται εις τα αδηφάγα βλέμματα. Να κάθεσαι κάτω από το δαψιλές φύλλωμα της νερατζιάς και της πορτοκαλέας και της ακακίας τον ήμερον ίσκιον, και να ροφάς αίφνης το ηδύποτόν σου και συγχρόνως τόσην νέαν ζωήν που χύνει το δένδρον το συνεχώς ανανεώνον την ατμόσφαιραν και να καθηδύνης το άπληστον βλέμμα σου, είναι μικρόν πράγμα φίλε μου;».
Και πάμε μετά από 10 χρόνια στο “Θάρρος”: «Τας ημέρας αυτάς της λαμπράς ανθήσεως των χρωμάτων και του ακμαιοτέρου βλαστήματος της φυτικής ζωής, ειμπορεί κανείς να σκεφθή τι θα ειμπορούσε να είναι η Καλαμάτα. Θεμελιωμένη επάνω εις υπόγεια ποτάμια νερών, με χώμα γόνιμον και μαλακότατον και κάτω από τον θερμότερον ελληνικόν ορίζοντα, θα ήτο απείρως εύκολον να παρουσιάζη τους δρόμους και τας πλατείας της ως πελώριους κήπους. Ειμπορούσε να είναι όλον άλσος πορτοκαλιών και χρυσών κίτρων, να αρωματίζη αιώνια τον αέρα από την άνθην των τριανταφυλλιών και να είναι όραμα απαραμίλλου καλλονής κάθε άνοιξιν. Εάν στο διάστημα αυτό της τελευταίας δεκαετίας εξωδεύοντο 20-30 χιλιάδες δραχμών και κατεβάλλετο επίσης ένα μικρόν ποσόν συντηρήσεως, η πόλις θα ήτο εξαίσιος κήπος». Κείμενα “αιωνόβια” κατά πώς φαίνεται, τα οποία θα μπορούσαν να έχουν γραφτεί σήμερα... μεταφρασμένα στη δημοτική. Αντί για δέντρα και φυτά όμως, φύτρωσαν... πολυκατοικίες - και η ατμόσφαιρα όχι μόνον ζορίζεται να... ανανεωθεί, αλλά “μυρίζει” μεγαλούπολη με τους ρύπους των χιλιάδων οχημάτων που κυκλοφορούν στους δρόμους. Τώρα θα μου πείτε, γίνεται να μην... υπάρχουν αυτοκίνητα; Ο κόσμος έχει κάνει προόδους, πάμε στο φεγγάρι και για να γλυτώσουμε μπορεί να φθάσουμε μέχρι τον Αρι. Γίνεται και θα γινόταν στο κέντρο, αν υπήρχε στοιχειωδώς αστική συγκοινωνία για τις μετακινήσεις, όπως συμβαίνει σε πάρα πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Εντάξει, μην... αντιτείνετε περιπαικτικώς ότι εδώ δεν είναι Ευρώπη, στην πόλη λειτουργούσε τραμ πριν από 100 χρόνια αλλά το “έφαγαν” τα αυτοκίνητα (και εκείνοι που το εκμεταλλεύονταν). Μια γραμμή ήταν κερδοφόρα, αυτή που ένωνε τις “δύο πόλεις” της εποχής, την Καλαμάτα με την Παραλία. Ζοριζόταν που ζοριζόταν το τραμ, δόθηκαν άδειες για λεωφορεία και η συνέχεια γνωστή.
Ομως οι κάθε κατηγορίας “παράγοντες” της εξουσίας διατείνονται ότι είμαστε ευρωπαϊκή πόλη. Εστω και αν το πράσινο στον αστικό ιστό είναι στα χαμηλότερα ευρωπαϊκά επίπεδα και οι λιγοστές νεραντζιές τέτοια εποχή θυμίζουν την άνοιξη και ταξιδεύουν τη μνήμη. Γιατί και η μνήμη έχει μυρουδιές, και οι μυρουδιές μνήμη. Αλλά ευρωπαϊκή πόλη σημαίνει, μεταξύ ορισμένων άλλων, αστική συγκοινωνία (φυσικά όχι υποχρεωτικά λεωφορεία - και μάλιστα από εκείνα που δεν κυκλοφορούν κατά κανόνα) και περιορισμό στο ελάχιστο δυνατόν της κίνησης αυτοκινήτων στο κέντρο. Και η πόλη του μέλλοντος τέτοια θα είναι. Με τη μόνη διαφορά πως το κρίσιμο σημείο βρίσκεται στο ερώτημα: πότε, πώς και με ποίους τρόπους θα συνειδητοποιηθεί η αναγκαιότητα αυτή, ως όρος ποιότητας ζωής κατοίκων και επισκεπτών. Αλλά και ως “όχημα” για την Καλαμάτα της νέας εποχής που διαφέρει πολύ και σε ό,τι αφορά τις μετακινήσεις.
Τώρα θα μου πείτε ότι κάποτε, ίσως, μπορεί, θα δούμε, εάν και εφόσον. Ορισμένοι βλέπουν... ονειροπαρμένους όταν εκφράζουν τέτοιες αντιλήψεις. Ας αφήσουμε λοιπόν τα όνειρα και τους ονειροπαρμένους κι ας πάμε στα ορατά δια γυμνού οφθαλμού: Πράσινο “είδος εν ανεπαρκεία” στους δημόσιους χώρους, ατμοσφαιρικοί ρύποι, αλλά και με τα οχήματα στο κέντρο τι γίνεται; Εδώ δεν βλέπουμε όνειρο, αλλά μια πραγματικότητα η οποία μόνον σε “πολιτισμό” δεν παραπέμπει. Υπάρχουν φαινόμενα τα οποία έχουν καταγραφεί αμέτρητες φορές, το Διαδίκτυο είναι γεμάτο από φωτογραφίες στις οποίες θα ταίριαζε το αυτοκόλλητο που έγραφε παλαιότερα “είμαι γαϊδούρι, παρκάρω όπου θέλω”.
Το “σουξέ” της κυκλοφοριακής τραγωδίας εδώ και κάποιο καιρό, είναι η νησίδα της Βασιλέως Γεωργίου. Στην οποία κατασκευάστηκαν και ορισμένες διαβάσεις προκειμένου είτε να διασχίσουν οι πεζοί και τα δύο ρεύματα χωρίς κίνδυνο να σκοντάψουν, είτε να περνούν καροτσάκια με μωρά ή αμαξίδια με άτομα που έχουν κινητικά προβλήματα. Ξεπερνάμε το γεγονός ότι σε ορισμένες από αυτές απέναντι δεν υπάρχει ράμπα και ως εκ τούτου έχει γίνει... μισή (ή καθόλου) δουλειά. Το ζήτημα είναι ότι αυτές οι διαβάσεις έχουν γίνει χώρος διέλευσης δικύκλων και σε ορισμένες περιπτώσεις αυτοκινήτων, όπως γίνεται με ορισμένους που κατεβαίνουν είτε με μικρό όχημα, είτε με αγροτικό ή τζιπ από τη Βύρωνος. Γιατί να κάνουν οι άνθρωποι ολόκληρο γύρο με δύο φανάρια, όταν έχουν την ευκολία; Προσφάτως έζησα και το κωμικοτραγικό, κύριος με βέσπα και κράνος, πολύ ευγενικός στη διάβαση δίπλα στην Αριστοδήμου, δεν έπεσε πάνω μου. Σταμάτησε πάνω στη διάβαση και πριν τη νησίδα, μισό μέτρο από εκεί που στεκόμουν, και μου είπε “περάστε κύριε”! Αντε μετά να τσακωθείς μαζί του όταν σου κάνει τη χάρη, καθώς βρίσκεται σε αμηχανία αφού στέκομαι στη μέση του “τραπεζίου” και δεν είναι καθόλου βέβαιος ότι χωράει να περάσει δίπλα μου.
Τα “ευρωπαϊκά” της κυκλοφοριακής αγωγής φυσικά είναι ατελείωτα και ενίοτε... ανατολίτικα. Εκεί που στέκεσαι στην Αριστομένους ή την Παραλία και προσπαθείς να απολαύσεις τον πολύβουο καφέ, εκεί που πολεμάς να σε πάρει ο ύπνος (βράδυ ή μεσημέρι δεν έχει σημασία) σε κάποιο σημείο της πόλης, νάσου το κινητό σκυλάδικο. Ανοίγουν τα ηχεία, σιέται ο τόπος, κάνει ο μάγκας το κομμάτι του στην γκόμενα ή δεν ξέρω κι εγώ που, τα νεύρα σου τσατάλια και ο κάγκουρας ανενόχλητος κάνει 2-3 επαναλήψεις για να εμπεδώσεις το ασύδοτον του πράγματος. Και ποιος να τον ενοχλήσει; Η Δημοτική Αστυνομία μαζεύει πρόστιμα από την ελεγχόμενη στάθμευση, από τα πλεονάζοντα τραπεζοκαθίσματα και απ' όπου αλλού μπορεί να εισρεύσει ακόπως χρήμα στο δημοτικό ταμείο. Η... κανονική Αστυνομία ούτε έχει προσωπικό για αστυνόμευση, ούτε και κυνηγάει κανέναν από πίσω αν δεν τυγχάνει κακοποιόν στοιχείον ή δεν παραβιάζει κάτι... εκτός προγράμματος ελέγχων. Προσπερνάω το γεγονός ότι δεν έχω ακόμη καταλάβει ποια είναι η αρμοδιότητα του καθενός και ως εκ τούτου από... ποιον θα πρέπει να ζητήσω ρέστα. Η γραφειοκρατία ως συνήθως είναι το καταφύγιο εκείνων που θέλουν να αποφύγουν τις ευθύνες - και όταν γράφεις κάτι, σου απαντούν ως “αναρμόδιοι” για τη διαμαρτυρία σου. Μετά αναρωτιέσαι... ευρωπαϊκώς “ποιος κυβερνάει αυτή την πόλη”.
Οχι, δεν κάνω πλάκα, ούτε ειρωνεύομαι στην αδιαφορία, ούτε έχω “κολλήματα” με τα όσα τραγικά συμβαίνουν στην καθημερινότητά μας. Απλώς θεωρώ ότι αυτός που “κυβερνάει την πόλη” οφείλει να μην κρύβεται πίσω από την “αναρμοδιότητα”, αλλά να εγκαλεί όποιον νομίζει ότι έχει την αρμοδιότητα - για να βελτιωθεί η εικόνα και η ποιότητα ζωής στην πόλη. Και δεν οφείλει απλώς, έχει υποχρέωση να προστατεύσει τα αυτονόητα δικαιώματα των πολιτών αντί να τους υποδεικνύει εμμέσως να τρέχουν αυτοί, με καταγγελίες και μηνυτήριες αναφορές, να διορθώσουν τα στραβά του δημόσιου χώρου και της ζωής στην πόλη.