Στον Ακράγαντα της Μεγάλης Ελλάδας, τον 5ο αιώνα π.Χ., γεννήθηκε ο Εμπεδοκλής, ένας φιλόσοφος που είδε τον κόσμο ως αέναη μεταβολή ανάμεσα στη Φιλότητα και το Νείκος, την αγάπη και τη σύγκρουση. Για εκείνον, τίποτα δεν διαρκεί αιώνια. Όλα ενώνονται και διαλύονται, γεννιούνται και χάνονται μέσα σ’ έναν κύκλο, που καθιστά τη ζωή και τον θάνατο αναπόσπαστα μέρη του ίδιου ρυθμού της φύσης. Η φράση που διασώζει ο Διογένης Λαέρτιος για τους Ακραγαντίνους -«ζουν μέσα στην πολυτέλεια σαν να επρόκειτο να πεθάνουν αύριο, αλλά οικοδομούν σαν να επρόκειτο να ζήσουν για πάντα»- συνοψίζει το ελληνικό μέτρο ανάμεσα στην απόλαυση του παρόντος και τη φροντίδα για το μέλλον. Είναι η αντίληψη ότι η αληθινή αιωνιότητα δεν βρίσκεται στην εξουσία ούτε στη ματαιοδοξία, αλλά στα έργα που αντέχουν στον χρόνο.
Οι αρχαίοι Έλληνες του Ακράγαντα ζούσαν γνωρίζοντας ότι η φθορά είναι αναπόφευκτη. Η αλήθεια αυτή δεν τους οδηγούσε στην παραίτηση, αλλά στη δημιουργία έργων που αντέχουν στον χρόνο. Οι ναοί τους, οι πόλεις τους, οι στοχασμοί τους γεννήθηκαν από την επίγνωση της θνητότητας -όχι από την αυταπάτη της αιωνιότητας. Ο πολιτικός και ο πολίτης ήταν φορείς μιας κοινής μοίρας. Να παραδώσουν κάτι καλύτερο στους επόμενους, όχι να εξαντλήσουν ό,τι παρέλαβαν. Αυτή η στάση του αρχαίου κόσμου έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη νοοτροπία της σημερινής πολιτικής τάξης.
Οι σύγχρονοι πολιτικοί μοιάζουν να έχουν πειστεί ότι θα κυβερνούν αιώνια. Συμπεριφέρονται σαν να τους ανήκει ο χρόνος, σαν να μπορούν να παγώσουν τη ροή του, ενώ στην πραγματικότητα είναι περαστικοί. Όταν ολόκληρη η πολιτική δραστηριότητα περιστρέφεται γύρω από την επανεκλογή, τότε η σκέψη στενεύει και το όραμα χάνεται. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με ορίζοντα τετραετίας, οι υποδομές καθυστερούν, οι μεταρρυθμίσεις θυσιάζονται στην επικοινωνία. Έτσι, η χώρα κυβερνάται από ανθρώπους που δεν πιστεύουν στην αιωνιότητα των έργων, αλλά μόνο στη διάρκειά τους μέσα στα δελτία ειδήσεων.
Ειδικά στη σημερινή Μεσσηνία η πολιτική ζωή έχει υποταχθεί στον εκλογικό κύκλο. Οραματίζονται την επόμενη κάλπη, όχι την επόμενη γενιά. Δεν οικοδομούν θεσμούς, απλώς στήνουν μηχανισμούς. Δεν φροντίζουν την πόλη, αλλά το προφίλ τους. Και καθώς αναλώνονται σε μικροπολιτικές ισορροπίες, χάνουν τη μοναδική μορφή αιωνιότητας που μπορεί να αποκτήσει ο άνθρωπος: την υστεροφημία.
Οι Έλληνες του Ακράγαντα οικοδομούσαν με την πεποίθηση ότι τα έργα τους θα μιλούν όταν οι ίδιοι θα έχουν σιωπήσει. Οι σημερινοί πολιτικοί, αντίθετα, φοβούνται τη σιωπή και κυνηγούν τον θόρυβο. Δεν φροντίζουν την υστεροφημία τους, γιατί δεν πιστεύουν σε αυτήν. Αρκούνται στο πρόσκαιρο χειροκρότημα της επικαιρότητας.
Ανάμεσα στον Εμπεδοκλή του Ακράγαντα και στους πολιτικούς των ημερών μας απλώνεται ένα χάσμα πολιτισμού: Εκείνοι ζούσαν σαν να πέθαιναν αύριο και οικοδομούσαν για την αιωνιότητα. Αυτοί κυβερνούν σαν να ζουν για πάντα και χτίζουν έργα που καταρρέουν πριν καν τελειώσει η θητεία του
