Παρασκευή, 20 Ιανουαρίου 2012 15:56

Το ελαιόλαδο και οι στρατηγικές των πολιτικών τού χθες

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)



Του Γιώργου Παναγόπουλου

Η πολιτική εδώ και χρόνια χαρακτηρίζεται από τη βολική μεταβίβαση ευθυνών. Για όλα κάποιος άλλος κάτι πρέπει να κάνει, κάποια μέτρα πρέπει να λάβει, κάποια άλλη πολιτική να ασκήσει. Αυτός ο κάποιος άλλος είναι κατά βάση το κράτος «πατερούλης» που διοικείται από τον πρωθυπουργό, τους υπουργούς και τους βουλευτές. Αυτοί είναι οι βασικοί υπεύθυνοι για ό,τι κακό συμβαίνει στην οικονομία, τη χώρα και την κοινωνία - και εννοείται ότι όλα τα καλά προκύπτουν είτε τυχαία είτε από τη δουλειά των υπολοίπων. Η συγκεκριμένη αντίληψη είναι κυρίαρχη στους πολίτες, γιατί με βάση αυτή τη θεωρία διαιωνιζόταν το συγκεκριμένο πολιτικό προσωπικό, το οποίο μέχρι πρόσφατα μοίραζε δανεική ευημερία.

Το πολιτικό προσωπικό για χρόνια παρίστανε τον «πατερούλη», φροντίζοντας την εκλογική του πελατεία είτε με διορισμούς και ανάθεση εργολαβιών στο Δημόσιο είτε με δανειακές διευκολύνσεις του τραπεζικού συστήματος. Σε αυτό το πλαίσιο αναπτύχθηκαν οι βαρύγδουπες υποσχέσεις για «εθνικές πολιτικές» για προϊόντα και... κλάδους ενδιαφέροντος. Μέσα από αυτές τις αντιλήψεις οδηγηθήκαμε αφενός στην ανυπαρξία οποιασδήποτε πολιτικής και αφετέρου στην ύπαρξη δεκάδων άχρηστων φορέων και οργανισμών που υποτίθεται ότι στήριζαν τον έναν ή τον άλλο τομέα. Μέσα από την αγάπη και την προστασία των πατερούληδων οικοδομήθηκε ένα σύστημα απαγορεύσεων και κλειστών - προστατευόμενων επαγγελμάτων.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των «εθνικών πολιτικών» το βιώνουμε σήμερα σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Αυτό το σύστημα όμως χρεοκόπησε, όχι γιατί άσκησε λάθος «εθνικές πολιτικές», αλλά γιατί δεν μπορούν να ασκηθούν «εθνικές πολιτικές» σε μια ανοιχτή και ελεύθερη οικονομία. Στην κλειστή οικονομία μπορούν να ασκηθούν τέτοιες πολιτικές, αλλά τα επιτεύγματα των χωρών με τις κλειστές οικονομίες είναι γνωστά... και δε νομίζουμε ότι υπάρχουν πολλοί που τα θαυμάζουν κι επιθυμούν να κατακτήσουν το επίπεδο διαβίωσης των πολιτών τους. Στην ελεύθερη οικονομία ο παρεμβατισμός μέσω «εθνικών πολιτικών» δημιουργεί απλώς γραφειοκρατία και ενισχύει τα συστήματα διαπλοκής και  διαφθοράς.

Ολες τις τελευταίες ημέρες -λόγω της συγκυρίας των τιμών- ακούμε από διάφορους τη γνωστή βαρύγδουπη καραμέλα περί ανάγκης άσκησης «εθνικής πολιτικής» για το ελαιόλαδο. Δεν ξέρουμε τι εννοεί ο καθένας από αυτούς που πιπιλίζουν τη μεγάλη αυτή ιδέα, αλλά σε γενικές γραμμές ζητούν από το κράτος -προφανώς μέσω κάποιου δημόσιου φορέα που θα δημιουργήσει- να φροντίσει να  τυποποιήσει και να βρει τρόπο να βάλει το λάδι σε αγορές, έτσι ώστε να ανέβει η τιμή του! Αλλοι πάλι, πιο φιλελεύθεροι, δεν θέλουν να παρέμβει το κράτος στη διακίνηση, αλλά να τους δώσει δανεικά, με μηδενικά επιτόκια, για να παραστήσουν αυτοί τους εμπόρους και να βγάλουν ένα σχεδόν σίγουρο εισόδημα από τη διαμεσολάβηση. Είναι προφανές ότι όλα αυτά όχι απλά δεν συνιστούν πολιτικές που μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση του εισοδήματος των ελαιοπαραγωγών, αλλά φλερτάρουν με τη γελοιότητα.

Το λάδι, όπως και κάθε δραστηριότητα, δεν χρειάζονται μια ειδική πολιτική από το κράτος, αλλά την άρση όλων των περιορισμών και των εμποδίων που βυθίζουν κάθε προσπάθεια και υπονομεύουν την παραγωγή σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Τι να την κάνουμε την «εθνική πολιτική», όταν όποιος θέλει παίρνει ένα φορτηγάκι, βάζει πάνω ένα πλαστικό βυτίο και μαζεύει λάδι παριστάνοντας τον έμπορο; Αν δεν μπορείς μέσα από έναν φορολογικό μηχανισμό να ελέγχεις την επιχειρηματική δράση με βάση τους γενικούς κανόνες, τότε δεν μπορείς να ασκήσεις καμιά ειδική πολιτική. Οταν δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις τις εναρμονισμένες πρακτικές στα ράφια του λιανεμπορίου, που φουσκώνουν τις τιμές στα προϊόντα και ανοίγουν την ψαλίδα μεταξύ καταναλωτή και παραγωγού, δεν πρόκειται να βάλεις το λάδι στο ράφι του πολυκαταστήματος όσες ειδικές πολιτικές και να ασκήσεις. Οταν η τράπεζα δίνει δάνειο με βάση το ποιος την παίρνει τηλέφωνο ή έχει την άκρη... και όχι με βάση το ποιος διαθέτει εχέγγυα και επιχειρηματική φερεγγυότητα, στρεβλώνεις τον ανταγωνισμό επιβραβεύοντας αυτόν που κάνει αρπαχτή. Οταν για χρόνια χρηματοδοτείς έμμεσα ή άμεσα συνεταιρισμούς με ελλείμματα και βάσιμες υποψίες κακοδιοίκησης και άρα κακοδιαχείρισης, δεν στηρίζεις το προϊόν και τον αγρότη, αλλά το μαύρο χρήμα της συναλλαγής.

Η εθνική πολιτική που χρειαζόμαστε είναι φανερό ότι πρώτα και κύρια πρέπει να αφορά τη λειτουργία της αγοράς. Οταν κατακτήσουμε ως ελεύθερη οικονομία τα αυτονόητα του ανεπτυγμένου κόσμου, τότε θα μπορεί ίσως να γίνει -πάνω σε μια ορθολογική πλέον βάση- και η συζήτηση μέτρων για τη στήριξη προϊόντων όπως το ελαιόλαδο. Σε μια αγορά όπου επικρατεί η απόλυτη ανομία, όμως, δεν μπορείς να εφαρμόσεις κανένα μέτρο και καμία πολιτική. Αυτό είναι το συνολικό πρόβλημα που επηρεάζει τα πάντα. Σε κάθε περίπτωση πάντως, αυτό που έχει ανάγκη το ελαιόλαδο δεν είναι η επίκληση της ανάγκης ύπαρξης μιας εθνικής πολιτικής. Από ευχές χορτάσαμε.

Χρειάζεται κυρίως η συνειδητοποίηση -από παραγωγούς και επιχειρηματίες- της ανάγκης συνεργασίας και ανάπτυξης κοινών δράσεων, που θα στοχεύουν αφενός στη διασφάλιση της υψηλής ποιότητας και αφετέρου στη δημιουργία ενός δυνατού προϊόντος, με αναγνωρίσιμο όνομα στη διεθνή αγορά. Η προσπάθεια αυτή προφανώς και δεν θα είναι εύκολη, αλλά είναι η μόνη μεγάλη τοπική πολιτική που θα λάβει εθνική διάσταση. Μπορεί δηλαδή να επιτευχθεί από τα κάτω και να επιβληθεί ως εθνική πολιτική, αφού το κράτος πια θα έχει να προωθήσει ένα συγκεκριμένο προϊόν ποιότητας με όνομα, σχήμα, χρώμα και αναγνωρίσιμη ταυτότητα. Αυτά μέχρι τώρα φάνταζαν αδύνατα γιατί οι περισσότεροι περίμεναν από το βουλευτή και τον υπουργό να διαμορφώσει την τιμή του προϊόντος! Τώρα όλο και περισσότεροι αντιλαμβάνονται  ότι θα πρέπει να αναλάβουν δράση συνεργασίας αν θέλουν να έχουν προοπτική - και αυτό είναι το μόνο παρήγορο και συνάμα ελπιδοφόρο.

Υ.Γ. Η «εθνική πολιτική» του Τατούλη για το ελαιόλαδο κινείται στα γνωστά μεγαλεπήβολα ανούσια «...και από τηγανίτα τίποτα». Αυτό όμως που προκαλεί εντύπωση -δείχνοντας ταυτόχρονα τον τριπολιτσιώτικο μεγαλοϊδεατισμό- είναι η εξαγγελία δημιουργίας  brand name «Πελοπόννησος» για το ελαιόλαδο. Για όσους δεν κατάλαβαν, ο Τριπολιτσιώτης Τατούλης δεν γνωρίζει ότι το πλέον αναγνωρίσιμο brand name σε ελαιόλαδο αυτή τη στιγμή στον κόσμο  είναι το «Καλαμάτα» και θέλει να επενδύσει στη δημιουργία ενός νέου, του... «Πελοπόννησος». Γιατί όχι και «Τριπολιτσά» που είναι άλλωστε και το κέντρο του... κόσμου; Αντιλαμβάνεται λοιπόν εύκολα ο καθένας γιατί έχουν αποτύχει όλες οι «εθνικές» στρατηγικές των πολιτικών τού χθες.
panagopg@gmail.com

Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 20 Ιανουαρίου 2012 22:35

NEWSLETTER