Με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των πανελλαδικών εξετάσεων για μια ακόμα χρονιά σημαντικό μέρος των σχολίων εστιάζεται στη βάση εισαγωγής. Τα προσβλητικά σε πολλές περιπτώσεις σχόλια για τους μαθητές της «λευκής κόλλας» και το εξυπνακίστικο ύφος, ακόμα και σε τοπικό επίπεδο, αναμφίβολα φτιάχνουν κλίμα αλλά σε καμιά περίπτωση δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Η όλη συζήτηση είναι υποκριτική γιατί αποκρύπτει ότι οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι διαγωνισμός για την κατάληψη θέσεων, δεν είναι εξέταση για αξιολόγηση γνώσεων. Τα παιδιά αυτά έχουν απολυτήριο λυκείου με το οποίο μπορούν να εγγραφούν σε πολλά πανεπιστήμια της Ε.Ε. και της Αμερικής αλλά και σε όλα τα κολέγια και τα παραρτήματα πανεπιστημίων που λειτουργούν στο κέντρο της Αθήνας. Σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική το απολυτήριο λυκείου εξασφαλίζει αυτόματα την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά μόνο στην Ελλάδα γίνονται εξετάσεις για να επιλεγούν αυτοί που θα εγγραφούν στην Ιατρική, στη Νομική και στο Πολυτεχνείο εξεταζόμενοι στα ίδια θέματα με αυτούς που θα πάνε για ιχθυοκαλλιέργειες και τουριστικά επαγγέλματα.
Το έργο με τη βάση εισαγωγής το έχουμε ξαναδεί πριν από χρόνια και είναι φανερό ότι στήνεται ξανά επικοινωνιακό παιχνίδι με τα απαξιωτικά σχόλια που αποκρύπτουν ότι το φαινόμενο το δημιουργεί το ίδιο το σύστημα και όχι η αμάθεια των παιδιών. Το πρόβλημα δεν είναι ο τρόπος που μπαίνουν τα παιδιά στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ αλλά ότι η δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι μονοδιάστατα προσανατολισμένη στις πανελλαδικές εξετάσεις. Το πρόβλημα δεν είναι με τι βαθμό μπαίνει κάποιος σε ένα τμήμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αλλά τι δουλειά γίνεται μέσα σε αυτό το τμήμα και τελικά σε τι τίτλο σπουδών οδηγεί και αν τελικά το πτυχίο αντιστοιχίζεται στην αγορά εργασίας. Η απόρριψη από το σύστημα των ελληνικών πανελλαδικών δεν αποτέλεσε εμπόδιο για χιλιάδες νέους να λάβουν πτυχία σε χώρες του εξωτερικού και να ασκούν σήμερα στη χώρα μας με ιδιαίτερη μάλιστα επιτυχία από το επάγγελμα του γιατρού και του δικηγόρου μέχρι του γεωπόνου και του γυμναστή. Είναι λοιπόν καιρός να σταματήσει η υποκριτική συζήτηση για τον τρόπο εισαγωγής και να απελευθερώσουμε τόσο το λύκειο όσο και την ανώτατη εκπαίδευση από το συγκεκριμένο βραχνά.
Οι αλλαγές στην εκπαίδευση είναι πάντα δύσκολες γιατί βρίσκουν μπροστά τους ένα ετερόκλητο πολιτικά μέτωπο το οποίο χειρίζεται με εξαιρετικά λαϊκίστικο τρόπο την ευαισθησία του συγκεκριμένου χώρου. Το σύστημα πρόσβασης στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ δεν χωρά καμιά αμφιβολία ότι πρέπει να αλλάξει. Το σημαντικότερο όμως είναι η προώθηση των αλλαγών στη λειτουργία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ -θεωρητικά- έχουν την ευθύνη να διαβλέπουν τις γενικότερες εξελίξεις στην κοινωνία, την παραγωγή και την οικονομία και να διαμορφώνουν δυναμικά προγράμματα στο εσωτερικό τους. Η εξειδίκευση τμημάτων διαφόρων σχολών σε απίθανα αντικείμενα, το εμπόριο μεταπτυχιακών τίτλων και πολλά άλλα συνθέτουν ένα περιβάλλον στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που επιτάσσει την προώθηση σημαντικών δομικών αλλαγών που τελικά θα οδηγήσουν σε εξορθολογισμό ακόμα και του τρόπου πρόσβασης.
Οι αλλαγές στο χώρο της παιδείας αποτελούν το μεγαλύτερο πολιτικό πρόβλημα. Το οξύμωρο είναι ότι ενώ όλοι οι πολίτες αλλά και όλα τα κόμματα συμφωνούν ότι η υπάρχουσα κατάσταση είναι κάκιστη, μόλις φτάνουμε στο διά ταύτα συνασπίζονται οι πλέον ετερόκλητες δυνάμεις προκειμένου να μην αλλάξει απολύτως τίποτα. Τα τελευταία χρόνια πολλοί υπουργοί -από διαφορετικά κόμματα- προσπάθησαν να αλλάξουν κραυγαλέες περιπτώσεις ανισορροπίας στο χώρο της εκπαίδευσης και έφυγαν κακήν κακώς, πανταχόθεν βαλλόμενοι. Αντίθετα, αυτοί που επέλεξαν τη συντήρηση του χρεοκοπημένου μοντέλου κάνοντας διαρκώς «διάλογο» έγιναν μέχρι και πρωθυπουργοί. Κάτω από τη βάση μάς οδηγεί τελικά η επικοινωνιακή διαχείριση των προβλημάτων και κυρίως η συντήρηση χρεοκοπημένων μοντέλων των ισχυρών συμφερόντων και των συντεχνιών.