Δυστυχώς για όλους μας, ο μεγάλος ασθενής δεν είναι η Ελλάδα. Ο μεγάλος ασθενής είναι ολόκληρος ο Ευρωπαϊκός Νότος - κι απλώς οι αρρυθμίες της Ελλάδας περισσότερο, αλλά και της Πορτογαλίας και της Ισπανίας, υπερτονίζονται για να μην αντιληφθούν οι αγορές το “έμφραγμα” της ιταλικής και της γαλλικής οικονομίας.
Για διαφορετικούς λόγους η καθεμιά, όλες οι οικονομίες του Νότου ξεχάστηκαν στον... 20ό αιώνα και αρνούνται να εκσυγχρονιστούν. Το τραγικό είναι μάλιστα ότι τα περισσότερα εμπόδια σε κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού τα θέτουν οι κοινωνικές ομάδες που συνέβαλαν τα μέγιστα στην εδραίωση της ευημερίας κατά το τελευταίο τέταρτο του 20ού αιώνα. Ειδικότερα, κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού της οικονομίας βρίσκει απέναντί της τη βολεμένη μεσαία τάξη, που δεν θέλει να πιστέψει ότι τελείωσε η εποχή των παχιών αγελάδων και ήρθε η εποχή των μεγάλων αλλαγών.
Μέσω των δημοσκοπήσεων και κυρίως της κάλπης, η μεσαία τάξη επηρεάζει την κυρίαρχη πολική σκέψη και συμπαρασύρει τους πολιτικούς στον φαύλο κύκλο της συντήρησης των προνομίων της, που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην οικονομική συρρίκνωση.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει μάλλον να τονίσουμε για πολλοστή φορά τις πραγματικά κοσμογονικές εξελίξεις που έχουν συντελεστεί στον τομέα της τεχνολογίας τα τελευταία 30 χρόνια. Η τεχνολογική επανάσταση αύξησε τις παραγωγικές δυνατότητες των οικονομιών, αλλά η παραγωγή δεν ακολουθεί ανάλογο ρυθμό ανάπτυξης, επειδή οι νέες τεχνολογίες δεν αξιοποιούνται πλήρως. Ομως οι τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα της παραγωγικής διαδικασίας ήταν τόσο ραγδαίες, ώστε ο Τζέρεμι Ρίφκιν το 1996 στο έργο του “Το τέλος της εργασίας και το μέλλον της” υποστήριξε πως εισερχόμαστε σε μια νέα φάση της Ιστορίας, η οποία θα χαρακτηρίζεται από την αναπόφευκτη, σταθερή μείωση της ανθρώπινης εργασίας - άρα και των θέσεων, των εργατοωρών κ.ο.κ.
Οι χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου δεν αντιλήφθηκαν εγκαίρως τις κοσμογονικές αυτές αλλαγές και επιμένουν να διατηρούν θέσεις εργασίας που θα έπρεπε να έχουν καταργηθεί εδώ και πολλά χρόνια. Η συντήρηση αυτών των αντιοικονομικών θέσεων εργασίας μειώνει τους δείκτες ανταγωνιστικότητας και οδηγεί τελικά σε μείωση του συνολικού εθνικού εισοδήματος. Την ίδια ώρα οι κυβερνήσεις, στο όνομα μιας βραχυπρόθεσμης “κοινωνικής” πολιτικής, προσπαθούν να διατηρήσουν το υψηλό βιοτικό επίπεδο συνάπτοντας νέα δάνεια - με συνέπεια την αύξηση του δημόσιου χρέους.
Για να αντιληφθείτε τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της διατήρησης αντιοικονομικών θέσεων εργασίας, αρκεί να σκεφτείτε πού θα βρισκόταν σήμερα η τοπική καπνοβιομηχανία “Καρέλια Α.Ε.”, αν αντί για μεγάλες επενδύσεις στη σύγχρονη τεχνολογία είχε επιλέξει να διατηρήσει τις θέσεις εργασίας του 1960. Τότε χιλιάδες εργάτριες παρήγαγαν ασύγκριτα λιγότερα τσιγάρα από αυτά που παράγουν σήμερα οι περίπου 400 εργαζόμενοι της καπνοβιομηχανίας. Αν η “Καρέλια Α.Ε.” επιχειρούσε να διατηρήσει εκείνες τις χιλιάδες θέσεις εργασίας, σήμερα θα ήταν... κλειστή και 400 εργαζόμενοι θα έψαχναν για δουλειά.
Αυτή την περίοδο λοιπόν, οι χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου και κυρίως η Ελλάδα προσπαθούν να διατηρήσουν θέσεις εργασίας του 20ού αιώνα. Ανεξαρτήτως των προθέσεων, η απέλπιδα αυτή προσπάθεια θα αποδειχθεί μάταιη και καταστροφική. Θα αποδειχθεί μάταιη και καταστροφική σαν τις προσπάθειες των φεουδαρχών να διατηρήσουν τις θέσεις των εργατών γης όταν ξέσπασε η Βιομηχανική Επανάσταση. Οπως τότε η βιομηχανική παραγωγή αντικατέστησε τη συντεχνιακή οικοτεχνία, έτσι και σήμερα οι νέες τεχνολογίες εκτοπίζουν τον παραδοσιακό βιομηχανικό τρόπο παραγωγής. Οπως πάντα, η γέννηση του νέου και ο θάνατος του παλιού προκαλούν πόνο σε κείνους που έχουν την ατυχία να ζουν σε σπουδαίες ιστορικές εποχές. Ετσι λοιπόν και σήμερα, εκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρη τη Νότια Ευρώπη θα αναγκαστούν να χάσουν τις θέσεις εργασίας τους, καθώς αυτές έχουν πάψει να είναι οικονομικές εδώ και πολύ καιρό. Από εκεί και πέρα, δουλειά των πολιτικών δεν είναι να προσπαθούν να διατηρήσουν με νύχια και με δόντια τις νεκρές θέσεις εργασίας. Δουλειά των πολιτικών είναι να δημιουργήσουν εκατομμύρια άλλες, νέες θέσεις εργασίας, για όσους έχασαν ή θα χάσουν την παλιά δουλειά τους.
Δυστυχώς όμως οι πολιτικοί παραμένουν όμηροι των... δημοσκοπήσεων και γι' αυτό δεν τολμούν να κάνουν τις μεταρρυθμίσεις που επιβάλλουν οι ιστορικές και οι τεχνολογικές εξελίξεις. Λειτουργώντας με γνώμονα το κοντόφθαλμο πολιτικό τους συμφέρον, αδιαφορούν πλήρως για το μακροχρόνιο συμφέρον της κοινωνίας. Και προσπαθώντας να διατηρήσουν νεκρές θέσεις εργασίας, τελικά θα το κλείσουν το.... μαγαζί.