Με πανηγυρικό τρόπο στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν παρουσίασαν την Πέμπτη το σχέδιο «Ελλάδα 2.0». Οι δράσεις του σχεδίου θα χρηματοδοτηθούν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης που δημιουργήθηκε από την ΕΕ για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας. Η Ελλάδα δικαιούται από τους πόρους αυτού του ευρωπαϊκού ταμείου περίπου 31 δισ. ευρώ, και μαζί με τη συμβολή του ιδιωτικού τομέα και τη μόχλευση τα κεφάλαια υπολογίζεται να αγγίξουν τα 100 δισ. ευρώ. Η υλοποίηση του σχεδίου, σύμφωνα με την κυβέρνηση, θα συμβάλει στην αύξηση κατά 7 μονάδες του ΑΕΠ έως το 2026, δημιουργώντας 180.000 θέσεις εργασίας, δίνοντας ώθηση σε πληθώρα κλάδων και αλλάζοντας το επίπεδο της ελληνικής οικονομίας. Τα περισσότερα από αυτά τα κονδύλια θα κατευθυνθούν στην πράσινη και την ψηφιακή ανάπτυξη.
Ωραία τα σχέδια, αλλά το ζήτημα είναι πάντα η υλοποίηση. Οι καλές προθέσεις και οι διακηρύξεις δεν αρκούν. Η εμπειρία από τη διαχείριση όλων των ευρωπαϊκών πόρων τα πολλά τελευταία χρόνια δεν αφήνει ιδιαίτερα περιθώρια αισιοδοξίας. Τα σχέδια συνήθως μένουν στα χαρτιά. Στην πράξη αρχίζουν οι… εκπτώσεις και οι παρεμβάσεις κάθε μορφής και είδους, με αποτέλεσμα οι πόροι να χάνονται σε δράσεις και έργα τα οποία δεν έχουν πολλαπλασιαστική αξία. Τα περισσότερα έργα που χρηματοδοτούνται από κρατικούς και ευρωπαϊκούς πόρους έχουν περιορισμένη επίπτωση στην οικονομική ανάπτυξη. Το σύνηθες είναι να τελειώνει η σημασία τους με την ολοκλήρωση της κατασκευής του δημόσιου έργου και με την απορρόφηση της επιχειρηματικής επιδότησης. Δεν είμαστε αισιόδοξοι ότι αυτή τη φορά θα υπάρξει διαφορετική λειτουργία.
Δύσκολα αλλάζουν οι παγιωμένες συνήθειες, και η παρούσα κυβέρνηση, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δείχνει ότι ακολουθεί την πεπατημένη όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων. Κυριαρχούν οι προσωπικές προσεγγίσεις υπουργών, βουλευτών και τοπικών παραγόντων, που δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας για ολοκληρωμένες και επεξεργασμένες δράσεις. Ο καθένας προωθεί ό,τι θεωρεί συμφέρον ή βολικό με βάση τις προσωπικές του αντιλήψεις ή τα συμφέροντα. Απουσιάζει η ολοκληρωμένη, σχεδιασμένη και συμφωνημένη δράση, ακόμα και εντός της κυβέρνησης. Μόνο αν παρακολουθήσει κανείς όσα έχουν συμβεί τοπικά τις τρεις τελευταίες εβδομάδες, θα καταλάβει τις διαφορετικές επιδιώξεις και την πολυγλωσσία. Με βιλαέτια, καπετανάτα και αποσπασματικές πολιτικές δεν μπορούν να αξιοποιηθούν ορθολογικά οι διαθέσιμοι πόροι.
Αυτά που συμβαίνουν στην περιοχή είναι ενδεικτικά: Το φυσικό αέριο δεν αντιμετωπίζεται ως μία ενιαία κυβερνητική επιλογή στην οποία θα έχουν συμφωνήσει όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς. Δεν υπάρχει δηλαδή ένα συνεκτικό ενεργειακό σχέδιο για την Πελοπόννησο. Με αποσπασματικές παρεμβάσεις οι πόροι είναι βέβαιο ότι θα χαθούν χωρίς να παραχθεί κανένα πολλαπλασιαστικό όφελος. Το πιθανότερο είναι να πεταχτούν τα λεφτά σε σωλήνες ενός δικτύου που θα υπολειτουργεί. Στα οδικά έργα υποδομής οι διαδικασίες προχωρούν με ρυθμούς χελώνας, και επί δύο χρόνια δεν έχει «ξεκολλήσει» κανένα έργο, ούτε καν το Πάτρα - Πύργος. Ο υπουργός Υγείας επισκέφτηκε την περιοχή μπερδεύοντας τις διακοπές με τη θεσμική λειτουργία και την επικοινωνία με την ουσία, ενώ ο υπουργός Εθνικής Άμυνας επέλεξε να κάνει επίσκεψη μακριά από τους «ενοχλητικούς» δημοσιογράφους. Όλα αυτά μαζί συγκροτούν μια κυβερνητική λειτουργία χωρίς κεντρικό σχεδιασμό, όπου ο καθένας κάνει ό,τι νομίζει ότι είναι αποδοτικό και χρήσιμο. Το περιβόητο επιτελικό κράτος του πρωθυπουργού έχει πάει περίπατο.
Είναι φανερό ότι οι κυβερνητικοί παράγοντες βρίσκονται στο συννεφάκι της δημοσκοπικής παντοδυναμίας και δεν αντιλαμβάνονται ότι στην πολιτική επικρατεί ρευστότητα, η οποία από τη μία μέρα στην άλλη φέρνει ανατροπές και τα πάνω κάτω. Η αντιπολίτευση είναι αλήθεια ότι αδυνατεί να παρουσιάσει ένα εναλλακτικό πρόγραμμα που να πείθει τους πολίτες, γιατί διαθέτει τεράστιο έλλειμμα αξιοπιστίας. Η δύναμη της κυβέρνησης δεν έχει να κάνει με την πολιτική που ακολουθεί, αλλά με την αδυναμία της αντιπολίτευσης να αντιπαρατεθεί με μία πειστική εναλλακτική πρόταση.
Η αισιοδοξία ότι μετά την καραντίνα θα υπάρξει οικονομική ανάκαμψη, και μάλιστα με υψηλούς ρυθμούς, δεν φαίνεται με επιβεβαιώνεται. Ο τουρισμός δεν κινείται με τους αναμενόμενους ρυθμούς, ενώ τα προβλήματα που δημιουργεί η πανδημία δεν έχουν εξαλειφθεί. Η αβεβαιότητα είναι μεγάλη και κανείς δεν ξέρει πώς θα βρει την οικονομία και την κοινωνία το φθινόπωρο. Ο Σεπτέμβριος θα είναι κρίσιμος μήνας – κι αν οι χαμηλές πτήσεις στην οικονομία δεν μεταβληθούν, είναι πολύ πιθανό να έχουμε και προσφυγή στις κάλπες πριν επέλθει η δημοσκοπική κατάρρευση του κυβερνητικού αφηγήματος.
Το ενδεχόμενο των εκλογών πιθανώς να εξηγεί και τις έντονες προσωπικές στρατηγικές στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι οι εκλογές δεν πρόκειται να λύσουν το πρόβλημα της χώρας και της περιοχής, που δεν είναι άλλο παρά η ορθολογική αξιοποίηση των πόρων. Χρειάζεται εντελώς διαφορετική πολιτική αντίληψη, προκειμένου να δημιουργηθεί βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Η χώρα χρειάζεται μια νέα οικονομία που θα χτιστεί από την αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων. Για να συμβεί αυτό απαιτείται ένα εντελώς νέο πολιτικό αφήγημα, το οποίο δυστυχώς αποτελεί ζητούμενο.
panagopg@gmail.com