Ασφαλώς και δεν προκαλεί έκπληξη το δημοσίευμα των "Financial Times" που αναφέρεται σε κρίση ελαιόλαδου στη Νότια Ευρώπη, ούτε κομίζει κάτι νεότερο. Απλώς υποδηλώνει το μέγεθος αυτής της κρίσης καθώς αρχίζει να απασχολεί ως πρόβλημα της οικονομίας των χωρών που βυθίζονται στην κρίση. Το ελαιόλαδο βρίσκεται στην κορυφή των αγροτικών προϊόντων Ελλάδας, Ισπανίας και Ιταλίας και ως εκ τούτου η κρίση στην αγορά του επιτείνει τα τεράστια προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί σε αυτές τις οικονομίες. Η παρακολούθηση των τιμών από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όπως εμμέσως προκύπτει από το δημοσίευμα, έχει να κάνει με τη σημασία του προϊόντος για τις οικονομίες των τριών χωρών.
Εχει ιδιαίτερη σημασία η αναφορά στην εσωτερική κατανάλωση, κάτι το οποίο έχει επισημανθεί πολλές φορές από τις στήλες μας και με διάφορες αφορμές. Η εκτίμηση που γίνεται στο δημοσίευμα που προαναφέρθηκε είναι ότι στην Ισπανία θα πέσει στα επίπεδα του 2002, ενώ σε Ιταλία και Ελλάδα στα επίπεδα του 1995. Αυτό επιβεβαιώνει την εκτίμηση ότι σε συνθήκες κρίσης ο ανταγωνισμός διαφορετικών τύπων ελαίων γίνεται πολύ σκληρός και η ανάγκη επιβίωσης οδηγεί στην αγορά των φτηνότερων προϊόντων. Στο δημοσίευμα αναφέρεται πως μια δημοφιλής αλυσίδα σούπερ μάρκετ στην Ισπανία πουλάει το ηλιέλαιο με 1,25 ευρώ το λίτρο, το μέσης ποιότητας ελαιόλαδο με 1,99 ευρώ το λίτρο και το έξτρα παρθένο με 3,25 ευρώ το λίτρο. Αν ληφθεί υπόψη ότι η Ισπανία είναι μια από τις μεγαλύτερες παραγωγούς χώρες ηλιελαίου (πάνω από 400.000 τόνοι κατά μέσο όρο) αλλά και από τις χώρες με τις μεγαλύτερες εισαγωγές (πάνω από 250.000 τόνοι), γίνεται φανερό ότι ο ανταγωνισμός μέσα σε αυτήν έχει σοβαρότατες συνέπειες σε όλο τον κόσμο του ελαιόλαδου.
Από την άλλη πλευρά η προώθηση "μέσης ποιότητας" ελαιόλαδου -που δεν υπάρχει επίσημα ως ποιοτική κατηγορία- βγάζει στο περιθώριο το έξτρα παρθένο, με αποτέλεσμα να πέφτουν οι τιμές, να αυξάνονται τα αποθέματα και να πιέζονται οι ελληνικές εξαγωγές.
Με δεδομένα αυτά είναι φανερό ότι πλέον το παιχνίδι θα κριθεί εν πολλοίς στην εσωτερική αγορά της χώρας μας. Κρίσιμο ζήτημα από την άποψη αυτή είναι η υπόθεση της ψαλίδας ανάμεσα στις τιμές παραγωγού και καταναλωτή με τις εναρμονισμένες πρακτικές των εταιρειών που έχουν εκτινάξει τα ύψη τις τιμές του ελαιόλαδου στα ράφια των σούπερ μάρκετ. Οταν φέτος παρατηρήθηκε σε πολλές περιπτώσεις σοβαρή μείωση της ζήτησης ελαιόλαδου σε τενεκέ από παραδοσιακούς πελάτες των παραγωγών, γίνεται αντιληπτό πόσο θα υποχωρήσει η κατανάλωση τυποποιημένου ελαιόλαδου εφόσον δεν μπει τέλος στην ιστορία των καρτέλ που λυμαίνονται την αγορά και τον κόπο των παραγωγών.
Από την άλλη πλευρά έχουμε πολλές φορές τονίσει και κατά το παρελθόν ότι σε συνθήκες κρίσης μπορεί η κατανάλωση έξτρα παρθένου ελαιόλαδου να πληγεί ανεπανόρθωτα από τα φτηνά ελαιόλαδα στα σούπερ μάρκετ. Το παράδειγμα της Ισπανίας, όπου τείνει να κυριαρχήσει η ιδιωτική ετικέτα με φτηνά ελαιόλαδα, αποτελεί και μια προειδοποίηση για αυτό που μπορεί να συμβεί στην Ελλάδα. Δείγματα με "προσφορές" ελαιόλαδων υπάρχουν, και ο καταναλωτής του οποίου λεηλατείται το εισόδημα θα στραφεί πολύ γρήγορα σε αυτά.
Η πορεία των πραγμάτων είναι σαφής και υπακούει πλέον στις λογικές του αυτονόητου. Η εσωτερική αγορά θα κρίνει πάρα πολλά πράγματα για το μέλλον του ελαιόλαδου και είναι ένα από τα μέτωπα που θα πρέπει να ανοίξουν. Το "κίνημα χωρίς μεσάζοντες" έδειξε τα περιθώρια που υπάρχουν αλλά δημιούργησε και σοβαρούς προβληματισμούς. Οι συνεταιρισμοί οφείλουν να αναζητήσουν τρόπους ώστε οργανωμένα και με τη χρήση των σύγχρονων μεθόδων προώθησης να φτάσει το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο σε προσιτή τιμή στον καταναλωτή. Γιατί δυστυχώς, όσο... τρομοκρατικό κι αν είναι, "δεν έχουμε δει τίποτε ακόμη".
Τρίτη, 05 Ιουνίου 2012 22:22
Η επιβεβαίωση της κρίσης στο ελαιόλαδο
Γράφτηκε από τον Ηλίας Μπιτσάνης
Κατηγορία
Καλημέρα Περιφέρεια