Η επιλογή διαφορετικών ειδών, ο σχεδιασμός των φυτεύσεων και η οργανωμένη διαδικασία εγκατάστασης δείχνουν ότι η πόλη αντιμετωπίζει πιο συστηματικά τον δημόσιο χώρο της. Στη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών, οι δημοτικές αρχές Παναγιώτη Νίκα και Θανάση Βασιλόπουλου προχώρησαν σε παρεμβάσεις που άλλαξαν αρκετές γειτονιές. Νέα δέντρα, λουλούδια, παρτέρια και στοχευμένες φυτεύσεις δημιούργησαν διάσπαρτες νησίδες πρασίνου και έδωσαν σε πολλούς δρόμους μια πιο φιλική όψη. Η εμπειρία αυτή δείχνει ότι όταν υπάρχει στόχος και συνέπεια, η εικόνα της πόλης βελτιώνεται.
Το επόμενο βήμα μπορεί να είναι πιο φιλόδοξο: Η διαμόρφωση μιας κοινής αισθητικής γραμμής, που να συνδέει την Καλαμάτα με το μεσογειακό της τοπίο. Οι πορτοκαλεώνες που χάθηκαν άφησαν ένα κενό και μια μνήμη που παραμένει ζωντανή. Αρωματικά φυτά, όπως το γιασεμί, το νυχτολούλουδο, η ψευδοπορτοκαλιά, το θυμάρι, η ρίγανη και το φασκόμηλο μπορούν να δώσουν χαρακτήρα στη νέα εποχή του αστικού πρασίνου και να επαναφέρουν την αίσθηση μιας πόλης, που συνομιλεί με το φυσικό της περιβάλλον. Η πόλη όμως δεν μεταμορφώνεται μόνο με δημοτικά έργα. Τα μπαλκόνια και οι ταράτσες των πολυκατοικιών παραμένουν ο πιο αδύναμος κρίκος της αστικής εικόνας. Πολλά από αυτά είναι εντελώς γυμνά, με τσιμέντο και κάγκελα που προβάλλουν σε κάθε δρόμο χωρίς καμία πράσινη παρεμβολή. Η ασχήμια αυτή δεν οφείλεται στην έλλειψη χώρου, αλλά στην απουσία συνήθειας. Ένα γλαστράκι, μια κρεμαστή ζαρντινιέρα, δύο μικροί θάμνοι μπορούν να αλλάξουν την όψη ολόκληρης της γειτονιάς.
Κίνητρα, πρακτικές οδηγίες και μια κουλτούρα συμμετοχής μπορούν να ενθαρρύνουν τους κατοίκους να δώσουν ζωή στους δικούς τους χώρους. Αν αυτό γίνει πράξη, η Καλαμάτα μπορεί πραγματικά να εξελιχθεί σε έναν αστικό κήπο. Η Καλαμάτα έχει τη δυνατότητα να συνδέσει ξανά το όνομά της με το άρωμα και το χρώμα -με μια ταυτότητα που χτίζεται καθημερινά από τη διοίκηση και τους πολίτες μαζί.
