Η Ν.Δ. επέλεξε να μην δώσει χρίσμα αφήνοντας τα πράγματα να εξελιχθούν μόνα τους. Στο χώρο της αντιπολίτευσης, τόσο εντός του Δημοτικού Συμβουλίου όσο και εκτός, δεν υπήρχε μια ισχυρή και μη αμφισβητούμενη προσωπικότητα η οποία θα είχε ξεχωρίσει. Ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ αφού έκανε μια περιήγηση επέστρεψε ο μισός σε μια επιλογή ανάγκης και καταγραφής. Χωρίς ισχυρές κομματικές υποψηφιότητες και με συνδυασμούς που συγκροτούνται με βάση τις παρέες και την αναγνωρισιμότητα των υποψηφίων δεν μπορεί να υπάρχει πρόβλεψη για το τελικό αποτέλεσμα.
Ο αριθμός των υποψηφίων είναι μεγάλος, οι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι εκατοντάδες και ο πολίτης είναι αναγκασμένος να επιλέξει περισσότερο μεταξύ φίλων και συγγενών και λιγότερο με βάση το τι θεωρεί καλύτερο για την πόλη. Η κατάσταση αυτή είναι πρωτόγνωρη και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το πώς θα κινηθούν τα σόγια και τα φιλικά δίκτυα. Μιλάμε για κοινωνικά υποσύνολα, τα οποία δεν είναι εύκολο να «διαβαστούν» με τις παραδοσιακές μεθόδους πρόβλεψης. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για τη δυναμική συνδυασμών και υποψηφίων. Προφανώς και υπάρχουν. Ο αριθμός όμως αυτών που… περνούν στο δεύτερο γύρο είναι μεγάλος, ενώ και τα δίδυμα φαίνεται πως είναι ακόμα ανοικτά.
Η συμμετοχή στις συγκεντρώσεις αλλά και η σύνθεση των ψηφοδελτίων δείχνει ότι 4-5 συνδυασμοί διεκδικούν την είσοδό τους στο δεύτερο γύρο των εκλογών. Το ποιοι τελικά θα περάσουν θα φανεί το επόμενο διάστημα και όλα δείχνουν ότι θα κριθούν από λεπτομέρειες που στη συγκριμένη φάση μπορεί να μην είναι και ορατές. Το σίγουρο είναι ότι για να ξέρεις ποιος θα εκλεγεί δήμαρχος θα πρέπει να βρεις το δίδυμο της τελικής αναμέτρησης και αυτό στη συγκεκριμένη φάση είναι απολύτως άγνωστο. Το πώς θα συγκροτηθεί μετά απ’ όλα αυτά πλειοψηφία στο Δημοτικό Συμβούλιο παραμένει το μεγάλο ζητούμενο, αλλά αυτό φαίνεται στην παρούσα φάση να απασχολεί ελάχιστους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο όποιος βιάζεται να κόψει γέφυρες νομίζοντας ότι με εξυπνάδες θα επιτύχει πλήγμα στον αντίπαλο, μάλλον πυροβολεί τα πόδια του.