Η τιμή του ελαιόλαδου και το πού τελικά θα... κάτσει μονοπωλεί το ενδιαφέρον μεγάλης μερίδας των κατοίκων της Μεσσηνίας. Αποτελεί δικαίως κυρίαρχο θέμα, γιατί πολύ απλά τα πάντα σε επίπεδο νομού έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με την πορεία του λαδιού. Κοινή διαπίστωση όλων όσοι συζητούν το ζήτημα του ελαιόλαδου και βλέπουν το παιχνίδι που παίζεται με απροκάλυπτο πλέον τρόπο, σε σχέση με τη διαμόρφωση της τιμής του, είναι ότι πρέπει να υπάρξουν άμεσα πρωτοβουλίες που θα σταματήσουν τον τζόγο σε βάρος της οικονομίας του νομού.
Η ανάγκη ανάληψης πρωτοβουλιών αποτελεί βέβαια την... εύκολη και κραυγαλέα διαπίστωση - το θέμα όμως είναι ποιος θα αναλάβει την ευθύνη να σπρώξει τα πράγματα μπροστά. Και το κυριότερο, πώς θα εξασφαλιστεί η στήριξη της προσπάθειας από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, δηλαδή τους ελαιοπαραγωγούς.
Αν πρέπει να διδαχτούμε κάτι από την κρίση, αυτό είναι ότι δεν γίνεται τίποτα χωρίς ενεργό συμμετοχή και προσωπικό ρίσκο. Οσοι περιμένουν βοήθεια από το “κράτος-πατερούλη”, με “κεντρικούς σχεδιασμούς” και ελέγχους της παγκόσμιας αγοράς, θυμίζουν θεοσεβούμενους που ζητούν συγχώρεση και σωτηρία από τον Υψιστο, στην άλλη όμως πλευρά.
Η κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα έχει ως εξής: Πρωτοβάθμιοι συνεταιρισμοί σε επίπεδο νομού για να κάνουν τη στοιχειώδη διαχείριση του προϊόντος -δηλαδή την έκθλιψη του ελαιόκαρπου, τη συγκέντρωση και την αποθήκευση του ελαιόλαδου σε αποδεκτούς χώρους- πλην μετρημένων στα δάχτυλα περιπτώσεων... δεν υπάρχουν. Η έλλειψη πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών δεν θα ήταν πρόβλημα, αν το κενό που αναμφισβήτητα υπάρχει είχε καλυφθεί από ισχυρές ιδιωτικές επιχειρήσεις που ασχολούνται με την παραγωγή και τη μεταποίηση του ελαιόλαδου. Δυστυχώς όμως, ούτε τέτοιες επιχειρήσεις -πλην ελάχιστων εξαιρέσεων και μάλιστα σχετικά περιορισμένης δυνατότητας- υπάρχουν στο νομό.
Το προϊόν καταλήγει έτσι σε ιδιωτικά μικροελαιοτριβεία, αποθηκεύεται στη συνέχεια στα κατώγια, περνά αρχικά στα χέρια τοπικών μικρομεσαζόντων, μεταβιβάζεται έπειτα σε άλλους μεγαλύτερους μεσάζοντες, για να καταλήξει τελικά σε... βυτίο για την Ιταλία. Είναι προφανές ότι και μόνο μ' αυτή τη διαδρομή του ελαιόλαδου εντός Νομού Μεσσηνίας, με το πέρασμά του από δυο τρία χέρια, κάποιος κερδίζει και κάποιος χάνει. Δεν γνωρίζουμε ποιοι και πόσο κερδίζουν· ξέρουμε όμως ότι αυτοί που σίγουρα χάνουν είναι οι ελαιοπαραγωγοί. Η διατήρηση της συγκεκριμένης κατάστασης είναι βέβαιο ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντα ορισμένων. Είναι όμως επίσης φανερό ότι η διαιώνισή της δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των αγροτών και κατ' επέκταση συνολικά της τοπικής οικονομίας.
Πολλές φορές έχει λεχθεί -και θεωρητικώς είναι σωστό- ότι θα πρέπει να σταματήσει η χύμα διάθεση του μεσσηνιακού ελαιόλαδου στην Ιταλία - Ισπανία. Το λένε όλοι και το ξαναλένε, προφανώς γιατί δεν έχουν ή δεν ξέρουν τίποτα άλλο να πουν. Πολύ φοβόμαστε όμως ότι δεν πρόκειται ποτέ να φτάσουμε σε αυτό τον στόχο, αν δεν ξεκινήσουμε από κάποια εξαιρετικά πιο απλά και θεωρητικώς πιο εύκολα βήματα. Ποια είναι αυτά;
Να υπάρχει ένα αξιόπιστο παρατηρητήριο τιμών που θα ενημερώνει υπεύθυνα τους παραγωγούς για το τι ακριβώς συμβαίνει διεθνώς με τη ζήτηση του προϊόντος. Να κατορθώσουμε μέσα από κοινοπρακτικά σχήματα να συγκεντρώσουμε το μεγαλύτερο ποσοστό του ελαιόλαδου προκειμένου να το διαθέσουμε, έστω χύμα, στις μεγάλες βιομηχανίες, μέσα όμως από τη διαπραγμάτευσης μιας σημαντικής ποσότητας που μας δίνει δύναμη και ισχύ. Να δούμε στη συνέχεια μήπως μπορέσουμε να βγάλουμε στην αγορά τυποποιημένο ένα επώνυμο τοπικό προϊόν, με μια συγκεκριμένη, δυνατή εμπορική ονομασία - και φυσικά άριστη ποιότητα.
Για να φτάσουμε όμως και σε αυτό το επίπεδο, θα πρέπει να δούμε από την αρχή το θέμα των πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών, αλλά και τη συμμετοχή στην προσπάθεια πολλών μικρών ιδιωτικών ελαιοτριβείων - γιατί κι αυτά θα έχουν όφελος από την ισχυροποίηση του προϊόντος. Για να συμβεί όμως οτιδήποτε... χρειάζεται ισχυρή πολιτική βούληση που θα σπρώχνει τα πράγματα μπροστά, θα εμπνέει, θα πείθει και θα καθιστά τους ελαιοπαραγωγούς από άμοιρους παρατηρητές ενεργούς πολίτες. Χρειάζεται δηλαδή από τους τοπικούς παράγοντες όλων των βαθμίδων να υπάρχει ένας στόχος κι ένα όνειρο που να κινητοποιεί και να εμπνέει. Να οδηγεί από τις εύκολες καταγγελίες και τις ανέξοδες υποσχέσεις σε συγκεκριμένη κινητοποίηση και σε αποτελεσματική δράση στο πραγματικό πεδίο του αγώνα, που είναι το ράφι του καταστήματος και το τραπέζι του καταναλωτή.
Δυστυχώς αυτό απουσιάζει - αλλά το χειρότερο είναι ότι οι περισσότεροι βολεύονται μες στην υπάρχουσα μιζέρια.
panagopg@gmail.com